Ο αδέξιος Σκρατ και η παρέα του επιστρέφουν για τέταρτη φορά κι εμείς περιμένουμε να τους απολαύσουμε πώς και πώς στη μεγάλη οθόνη και μάλιστα και σε 3D! Για να δούμε όμως, σε τι περιπέτειες θα μπει ο ζημιάρης Σκρατ προκειμένου να θάψει το βελανίδι του; Μάθετε εδώ τα πάντα για την παραγωγή της ταινίας! […]
Ο αδέξιος Σκρατ και η παρέα του επιστρέφουν για τέταρτη φορά κι εμείς περιμένουμε να τους απολαύσουμε πώς και πώς στη μεγάλη οθόνη και μάλιστα και σε 3D! Για να δούμε όμως, σε τι περιπέτειες θα μπει ο ζημιάρης Σκρατ προκειμένου να θάψει το βελανίδι του; Μάθετε εδώ τα πάντα για την παραγωγή της ταινίας!
Οι ΣκηνοθέτεςΟ Μάικ Θερμάιερ ήταν υποψήφιος για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας Κινουμένων Σχεδίων Μικρού Μήκους με το “No Time for Nuts”. Έχει αποτελέσει μέλος των τμημάτων animation στα “Fight Club”, “The Sopranos”, στα δύο πρώτα “Ice Age” και στις ταινίες “Robots” και “Horton”, ενώ έχει συν-σκηνοθετήσει το “Ice Age 3: Dawn of the Dinosaurs”.
Ο Στιβ Μαρτίνο έχει σκηνοθετήσει το video game “Monty Python & the Quest for the Holy Grail”, την ταινία animation “Horton” καθώς και τις δύο ταινίες μικρού μήκους “Scrat’s Continental Crack-Up” και “ Scrat’s Continental Crack-Up: Part 2”. Έχει κερδίσει βραβείο Primetime Emmy.
Λίγα Λόγια για την ΠαραγωγήΣτην καινούργια «Εποχή των Παγετώνων: Ο Χορός των Ηπείρων«, ο Σκρατ, στην τρελή αναζήτηση του καταραμένου βελανιδιού που ξεκινάει από την αυγή του χρόνου, προκαλεί κοσμογονικές αλλαγές: έναν κατακλυσμό των ηπείρων, που πυροδοτεί τη μεγαλύτερη περιπέτεια του κόσμου για τον Μάνι (Ρέι Ρομάνο), τον Ντιέγκο (Ντένις Λίρι) και τον Σιντ (Τζον Λεγκουιζάμο). Στον απόηχο αυτών των αναταραχών, ο Σιντ ξανασμίγει με τη δύστροπη γιαγιά του, ενώ η παρέα αντιμετωπίζει ένα ανομοιογενές και κουρελιασμένο μπουλούκι πειρατών, που δεν τους αφήνουν να γυρίσουν σπίτι.
Στο καινούργιο αυτό κεφάλαιο, μαζί με τους αγαπημένους φίλους της σειράς συμμετέχουν μερικά από τα μεγαλύτερα ταλέντα της μουσικής, όπως τα αστέρια της χιπ-χοπ Νίκι Μινάζ και Ντρέικ, καθώς και η Τζένιφερ Λόπεζ.
Το μαγικό στοιχείο της σειράς είναι το ότι επικεντρώνεται στην οικογένεια, που δίνει τη βάση για τις συναισθηματικές πτυχές της ιστορίας, καθώς και για το κωμικό στοιχείο όπως και την περιπέτεια. «Η “Εποχή των Παγετώνων” μιλούσε πάντα για την οικογένεια», λέει η Λόρι Φόρτε, η παραγωγός της σειράς και συν-σεναριογράφος της τελευταίας περιπέτειας.
«Όποια κι αν είναι η πλοκή των ταινιών, στο τέλος πάντα περιστρέφεται γύρω από την οικογένεια και το πώς ο Μάνι, ο Ντιέγκο, ο Σιντ και η διευρυμένη, πια, ομάδα, αναζητούν ο ένας τον άλλον. Αυτό το είδος της ιστορίας και του χιούμορ αρέσει παντού και πάντα».
«Από την πρώτη κιόλας ταινία, αυτή η ιστορία καθορίστηκε από τους ήρωές της: τρία ζώα από διαφορετικά είδη, με διαφορετικές εμπειρίες. Όταν πρωτογνωρίζονται είναι ξένοι, αλλά όταν τους αφήνουμε έχουν γίνει οικογένεια», προσθέτει ο συν-σεναριογράφος Τζέισον Φουκς. «Κάθε ταινία διερευνά το τι σημαίνει πραγματικά να είσαι μέλος μιας οικογένειας. Είναι μόνο κάτι μέσα στο οποίο γεννιέσαι; Νομίζω ότι όλοι οι χαρακτήρες της ταινίας παλεύουν με αυτό το ερώτημα. Ο Ντιέγκο λέει τη σημαντικότερη ατάκα της ταινίας όταν τον ρωτάνε, κάπως περιφρονητικά, ποια είναι η διαφορά ανάμεσα σε μια ομάδα και μια οικογένεια. Ο Ντιέγκο απαντάει “Υποστηρίζουμε ο ένας τον άλλον”. Κι αυτό σημαίνει τελικά η οικογένεια, αυτή είναι η καρδιά της ταινίας».
Ο Σκρατ, ο Μάνι,ο Ντιέγκο, ο Σιντ, η Έλι η Γερμαδίτσα…
Ξεκίνησε σαν δευτερεύων χαρακτήρας για να καταλήξει αστέρας του κινηματογράφου, δίνοντας χαρά στο κοινό αλλά και τους δημιουργούς του. «Δεν υπάρχει πιο απολαυστικός χαρακτήρας από του Σκρατ», λέει ο σκηνοθέτης Στιβ Μαρτίνο. «Ποιον άλλον μπορείς να κοπανάς και να ζουλάς κατ’ εξακολούθηση – κι αυτός να συνεχίζει να κυνηγάει το βελανίδι;» Στην τελευταία ταινία, η ηπειρωτική ρωγμή που δημιουργεί ο Σκρατ με το βελανίδι του παρασύρουν τον Μάνι, τον Ντιέγκο και τον Σιντ μακριά από την υπόλοιπη ομάδα, συμπεριλαμβανομένης της αγαπημένης συζύγου του Μάνι, της Έλι, καθώς και από την έφηβη κόρη τους Πίτσις (Γερμαδίτσα, στην ελληνική βερσιόν) που γεννήθηκε στο “Εποχή των Παγετώνων 3: Η Αυγή των Δεινοσαύρων“ του 2009. Πριν από την καταστροφή, ο Μάνι και η ξεροκέφαλη Γερμαδίτσα τσακώνονταν, όπως κάνουν όλοι οι γονείς με τα έφηβα παιδιά τους. «Ο Μάνι είναι ο τυπικός υπερπροστατευτικός μπαμπάς», εξηγεί ο Μαρτίνο. «Προσπαθεί να παραμείνουν όλα όπως την εποχή που η Γερμαδίτσα ήταν ένα μικρό κοριτσάκι, εκείνη όμως έχει φτάσει σε μια ηλικία που θέλει να πατήσει γκάζι και να ανεξαρτητοποιηθεί».
Η φωνή του μαλλιαρού μαμούθ ανήκει για μια ακόμη φορά στον Ρέι Ρομάνο, που του φαινόταν σα να επισκεπτόταν έναν παλιό φίλο. «Ακριβώς όπως ο Μάνι πρέπει ν’ αντιμετωπίσει τη Γερμαδίτσα που διαμορφώνει τη δική της προσωπικότητα, ζω περίπου την ίδια κατάσταση, γιατί η κόρη μου μόλις αποφοίτησε από το κολέγιο – κι αυτή για μένα είναι μεγάλη υπόθεση, αφού για μένα είναι ακόμα το μυξιάρικο κοριτσάκι μου. Το μόνο καλό της υπόθεσης είναι ότι εγώ μέχρι στιγμής δεν κόλλησα σε κάποιο παγόβουνο».
Το έτερον ήμισυ του Μάνι, η Έλι, είναι μια όαση σταθερότητας μέσα στη γονεϊκή φρενίτιδα του Μάνι. «Η Έλι και ο Μάνι ισορροπούν ο ένας τον άλλον», λέει η Κουίν Λατίφα, που δάνεισε τη φωνή της και στις δύο προηγούμενες ταινίες. «Ο Μάνι είναι υπερπροστατευτικός, ενώ η Έλι είναι πιο χαλαρή και γεμάτη θαλπωρή, γιατί καταλαβαίνει τι περνάει η Γερμαδίτσα – ειδικά το ξεμυάλισμά της με τ’ αγόρια. Όταν είσαι έφηβος, σου φαίνεται ότι είναι το τέλος του κόσμου, κι αυτό δεν πρόκειται ν’ αλλάξει ποτέ». Η μεγαλύτερη κόντρα της Γερμαδίτσας με τον μπαμπά της αφορά τον (πολύ) χρόνο που περνάει με τους φίλους της – ειδικά με τον Ίθαν, στον οποίο χαρίζει τη φωνή του ο νεαρός σταρ της χιπ-χοπ, ο Ντρέικ. Η ερωτική αντίζηλος της Γερμαδίτσας πάλι είναι η Στέφι, την οποία υποδύεται η νεαρή ράπερ Νίκι Μινάζ, ένα από τα μεγαλύτερα μουσικά ταλέντα αυτής της στιγμής.
Κι όσο ο Μάνι αντιμετωπίζει τις δυσκολίες του να είσαι μπαμπάς, οι φίλοι του Σιντ και Ντιέγκο βιώνουν τις δικές του προκλήσεις. Ο Ντιέγκο που έχει παραμείνει αμετανόητος εργένης και, έχοντας παλέψει στην προηγούμενη ταινία με δεινόσαυρους, έχει πλέον εδραιώσει τη θέση του ως ο «σκληρός» της παρέας, κάθε τόσο παραπονιέται στον Μάνι λέγοντας ότι η παρέα μαζί του τον έχει «μαλακώσει».
Τι εποχή των Παγετώνων όμως θα ήταν αυτή, αν δεν έκρυβε μεγάλες αλλαγές για τους ήρωές μας, και κυρίως για τον τίγρη μας, ο οποίος βρίσκει το ταίρι του στο θηλυκό αιλουροειδές Σίρα, τη φωνή της οποίας δίνει η σούπερ σταρ Τζένιφερ Λόπεζ; Με ένα τόσο σημαντικό γεγονός στη ζωή του Ντιέγκο, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει όταν ο ηθοποιός Ντένις Λίρι, που επιστρέφει ως Ντιέγκο, λέει αστειευόμενος: «Η ιστορία της ταινίας; Ο Ντιέγκο βρίσκει επιτέλους το αντικείμενο του πόθου του, με τη φωνή της Τζέι-Λο. Νομίζω ότι υπάρχει κι άλλη πλοκή, αλλά σας είπα τα σημαντικότερα». Ο Λίρι επιμένει ότι ήταν καιρός πια να βρει ο Ντιέγκο κάποια με την οποία να μοιραστεί τη ζωή του. «Μου πήρε τέσσερις ταινίες να βρω κοπέλα. Πιστέψτε με, όταν κάναμε την πρώτη ταινία δεν θα φανταζόμουν ποτέ ότι θα αποκτούσα κορίτσι, και μάλιστα την Τζένιφερ. Αν το είχα υποψιαστεί, θα το είχα απαιτήσει στο συμβόλαιό μου από τότε!»
Ο έρωτας δεν είναι ποτέ απλή υπόθεση, ειδικά όταν μιλάμε για τίγρεις Μαχαιρόδοντες. Η Σίρα είναι μέλος ενός πειρατικού πληρώματος που έχει πιάσει τον Ντιέγκο, τον Μάνι και τον Σιντ ομήρους, κι έτσι στις πρώτες συναντήσεις τους ο Ντιέγκο με τη Σίρα είναι στα μαχαίρια, ή στα …μαχαιρόδοντα. «Ο Ντιέγκο δεν έχει συναντήσει ποτέ άλλη σαν εκείνη. Η Σίρα είναι μια μοιραία γυναίκα, πανούργα, γρήγορη κι έξυπνη. Αυτή κι ο Ντιέγκο μοιάζουν περισσότερο απ’ όσο θα ήθελαν να παραδεχτούν, αλλά απ’ όλη τους την επιθετικότητα και τον αθέμιτο ανταγωνισμό, στο τέλος θα καταλήξουν με κοινές απόψεις και θα ζευγαρώσουν», εξηγεί ο Στιβ Μαρτίνο. Σύμφωνα με τη Λόπεζ, η Σίρα και ο Ντιέγκο ήταν γραφτό να ενώσουν δυνάμεις: «Οι δύο χαρακτήρες έχουν παρόμοιες ιστορίες στο παρελθόν τους. Ο Ντιέγκο άφησε την ομάδα με τους άλλους μαχαιρόδοντες στην πρώτη ταινία, ενώ η Σίρα εγκατέλειψε τους δικούς της γιατί δεν της άρεσε η νοοτροπία της αγέλης. Και προτού ενωθεί με την ομάδα των πειρατών, ένιωθε πως δεν άνηκε πουθενά. Στο τέλος καταλαβαίνει πως οι πειρατές νοιάζονται ο καθένας για τον εαυτό του, και τότε θα πρέπει να αποφασίσει αν θα μείνει μαζί τους ήτα θ’ αρχίσει μια νέα ζωή με τον Ντιέγκο».
Για το τρίτο μέλος της ηρωικής τριάδας, τον βραδύποδα Σιντ, τα οικογενειακά προβλήματα που αντιμετωπίζει είναι πολύ διαφορετικά από αυτά του Μάνι. Το επί μακρόν εξαφανισμένο σόι του (μαμά, μπαμπάς, αδελφός, και ο τσακωμένος-με-την-καθαριότητα θείος Μύκητας – το όνομα τα λέει όλα) ξαναμπαίνει δυναμικά στη ζωή του, μαζί με τη Γιαγιάκα ως παρελκόμενο. Αλλά η οικογένεια των βραδυπόδων δε σκοπεύει να μείνει για πολύ: εγκαταλείπουν τον ταλαιπωρημένο Σιντ, αφήνοντάς του όμως πακέτο την ανυπόφορη Γιαγιάκα. «Όταν γνωρίσεις την οικογένεια του Σιντ, καταλαβαίνεις γιατί ο Σιντ είναι ο Σιντ», λέει παραγωγός Μάικλ Μπεργκ. «Είναι μια πραγματικά δυσλειτουργική ομάδα. Αλλά ο Σιντ έχει μεγάλη καρδιά, και καταφέρνει να χτίσει μια καλή σχέση με την γκρινιάρα γιαγιά του».
«Ο Σιντ είναι ένας αξιολάτρευτος τύπος, που επιμένει να κάνει τα πάντα έτσι όπως θεωρεί εκείνος σωστό – γεγονός που συχνά οδηγεί στην καταστροφή», λέει ο Τζον Λεγκουιζάμο, που ξαναζωντανεύει τον Σιντ με τις μοναδικές κραυγές του. «Αυτή το φορά όμως, είναι η ίδια η καταστροφή, δηλαδή η Γιαγιάκα, που οδηγείται σε κείνον. Ο Σιντ ήθελε τόσο καιρό να ξαναβρεθεί με την οικογένειά του, γιατί τελικά, απ’ ό,τι φαίνεται, όλοι έχουν οικογένεια εκτός από εκείνον», προσθέτει ο ηθοποιός. «Και ξαφνικά, να που εμφανίζονται, και του φορτώνουν τη γιαγιά». Η Γιαγιάκα έχει μακριά, βρωμερή γούνα, μηδέν δόντια, ζαρωμένο δέρμα και το κατοικίδιο Πρέσους, που κανείς ποτέ δεν έχει δει. «Η Γιαγιάκα είναι συνήθως λιγάκι εκτός τόπου και χρόνου, αλλά πάντα εντός χιούμορ», λέει η ηθοποιός Ουάντα Σάικς. «Μου αρέσει να υποδύομαι χαρακτήρες που λένε τη γνώμη τους, και σίγουρα η Γιαγιάκα εκφράζει τη δική της, καταλαβαίνετε; Δε σηκώνει μύγα στο σπαθί της».
Αφετηρία της παράστασης «Δύο ή τρία πράγματα που ξέρω γι’ αυτόν» είναι η προσέγγιση του ρόλου του πατέρα και του αποτυπώματος που αφήνει στις επόμενες γενιές.