Βοστόνη: Αν και είναι τεκμηριωμένο ότι τα παχύσαρκα παιδιά έχουν περισσότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν άσθμα, νεότερα ερευνητικά δεδομένα υποστηρίζουν ότι η παχυσαρκία έχει μικρή επίδραση στην εξέλιξη της νόσου, σύμφωνα με ανακοίνωση που έγινε στο ετήσιο επιστημονικό συνέδριο του Αμερικανικού Κολεγίου Αλλεργιών, Aσθματος και Ανοσολογίας.
Βοστόνη: Αν και είναι τεκμηριωμένο ότι τα παχύσαρκα παιδιά έχουν περισσότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν άσθμα, νεότερα ερευνητικά δεδομένα υποστηρίζουν ότι η παχυσαρκία έχει μικρή επίδραση στην εξέλιξη της νόσου, σύμφωνα με ανακοίνωση που έγινε στο ετήσιο επιστημονικό συνέδριο του Αμερικανικού Κολεγίου Αλλεργιών, Aσθματος και Ανοσολογίας.
Το άσθμα που παρατηρείται σε παχύσαρκα και υπέρβαρα παιδιά δεν είναι πιο σοβαρό από αυτό που εντοπίζεται στα παιδιά φυσιολογικού σωματικού βάρους. «Μας προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι δεν υπάρχουν αξιοσημείωτες διαφορές μεταξύ παχύσαρκων/υπέρβαρων παιδιών και παιδιών φυσιολογικού βάρους αναφορικά με άσθμα», εξηγεί η Δρ Ούμιτ Εμρε του Ιατρικού Κέντρου Beth Israel που διενεργήθηκε η μελέτη. «Αυτό έρχεται σε αντίθεση με ότι παρατηρείται στους ενήλικες. Μελέτες έχουν δείξει ότι οι παχύσαρκοι ενήλικοι με άσθμα τείνουν να είναι χειρότερα συγκριτικά με τους αδύνατους ασθματικούς», τονίζει.
Η ερευνητική ομάδα βάσισε τα συμπεράσματά της σε ανάλυση δεδομένων από 85 παιδιά και εφήβους που είχαν αποτιμηθεί για το άσθμα στη χρονική περίοδο 1999-2003. Σε όλες τις περιπτώσεις το άσθμα ήταν η αρχική διάγνωση, ενώ δεν καμιά άλλη σοβαρή ασθένεια δεν συνυπήρχε.
Βασιζόμενοι σε σταθερές μετρήσεις, οι επιστήμονες καταχώρησαν το δείγμα ως εξής: 31 άτομα φυσιολογικού βάρους, 21 υπέρβαρα και 33 παχύσαρκα. Η κατανομή ανάλογα με την ηλικία, το φύλο και τη φυλή εντός των τριών ομάδων ήταν ίδια.
Η πλειοψηφία των παιδιών (53%) καταχωρήθηκαν ως πάσχοντα από εξακολουθητικό ήπιο άσθμα, το 34% από διαλείπων άσθμα και το 13% από εξακολουθητικό μέτριο-οξύ άσθμα. Η αναλογία των τριών προαναφερομένων τύπων ήταν επίσης ίδια μεταξύ των ομάδων.
Η οξύτητα του άσθματος συμβάδιζε με τον αριθμό των φαρμάκων που χρειάζονταν τα παιδιά και τον αριθμό των επισκέψεων στα επείγοντα περιστατικά. Όπως αναμενόταν, και οι δυο μετρήσεις ήταν υψηλότερες για τα παιδιά με εξακολουθητικό μέτριο-οξύ άσθμα.
Αντιθέτως, η ομάδα βάρους δεν επηρέαζε ούτε τη φαρμακευτική αγωγή ούτε τις επισκέψεις στα επείγοντα. Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι δεν υπήρχε διαφορά μεταξύ της ομάδας βάρους και αναφορικά με τα αποτελέσματα των τεστ πνευμονικής λειτουργίας.
Η Δρ Εμρε εξηγεί ότι η σχέση μεταξύ παχυσαρκίας και επιδείνωσης του άσθματος «ίσως είναι ζήτημα χρόνου. Η παχυσαρκία ίσως δεν αποτελεί μεγάλο πρόβλημα για τα ασθματικά παιδιά, αλλά μετά την ηλικία των 20 ή 30 ετών μπορεί να αρχίσει να έχει επίδραση».
Ωστόσο, η Δρ Εμρε σημειώνει ότι η μελέτη απέτυχε να αποδείξει σχέση μεταξύ άσθματος και παχυσαρκίας στα παιδιά λόγω της επιλογής του τύπου των ασθενών που συμμετείχαν.
Όλα τα άτομα της μελέτης ήταν σχετικά «κακοί ασθματικοί» πράγματα που μπορεί να το κάνει πιο δύσκολη την ανίχνευση διαφορών βασισμένων στο σωματικό βάρος. Επίσης είναι πιθανόν άλλα αποτελέσματα, όπως η ποιότητα ζωής, να πρέπει να συνεκτιμηθούν για να εντοπιστεί η διαφορά.
Τέλος η Δρ Εμρε προσέθεσε ότι μια νέα μελέτη είναι σε εξέλιξη και εξετάζει και τα δυο αυτά ζητήματα και θα μπορέσει διευκρινίσει στην επίδραση της παχυσαρκίας στο παιδικό άσθμα.
Τα συστατικά του χυμού παντζαριού υποστηρίζουν την καρδιά και την κυκλοφορία του αίματος, ενώ παράλληλα συμβάλλουν στη φυσική ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης.