Τα λειτουργικά τρόφιμα έχουν μπει ήδη στη διατροφή μας. Όμως οι περισσότεροι από εμάς δεν γνωρίζουν για τι ακριβώς πρόκειται και ποιο το όφελος που προκύπτει για την υγεία μας από την κατανάλωσή τους. Τα ευβιοτικά ή probiotics είναι οι πιο γνωστοί μικροοργανισμοί που προστίθενται στα τρόφιμα ή κυκλοφορούν ως φαρμακευτικά προϊόντα.
Τα λειτουργικά τρόφιμα έχουν μπει ήδη στη διατροφή μας. Όμως οι περισσότεροι από εμάς δεν γνωρίζουν για τι ακριβώς πρόκειται και ποιο το όφελος που προκύπτει για την υγεία μας από την κατανάλωσή τους. Τα ευβιοτικά ή probiotics είναι οι πιο γνωστοί μικροοργανισμοί που προστίθενται στα τρόφιμα ή κυκλοφορούν ως φαρμακευτικά προϊόντα.
Τι είναι τα Ευβιοτικά; Η χρήση των ευβιοτικών (probiotics) στην διατροφική αλυσίδα αλλά και στην θεραπευτική αντιμετώπιση διαφόρων παθήσεων του γαστρεντερικού συστήματος αποσπά το ενδιαφέρον αρκετών ερευνητών.
Η εσκεμμένη λήψη βακτηριδίων καταγράφεται ήδη πριν από 2000 έτη, αν και σε επιστημονική βάση τοποθετείται το 1907. Τότε ο Ρώσος Νομπελίστας Elie Metchnikof, παρατήρησε και κατέγραψε ότι η καλή υγεία και μακροζωία ορισμένων Βούλγαρων χωρικών, σχετιζόταν με την κατανάλωση μεγάλης ποσότητας προϊόντων του γάλακτος, που περιείχαν ζωντανό στέλεχος Lactobacillus (Bulgarian ή L. delbruckii spp bulgaricus).
Σήμερα, τα ευβιοτικά αποτελούν την πιο διαδεδομένη διαιτητική μέθοδο, που χρησιμοποιείται για να μεταβάλλει την σύνθεση της εντερικής χλωρίδας, είτε προστιθέμενα σε τρόφιμα, όπως τα παράγωγα του γάλακτος (γιαούρτι κλπ), είτε ως φαρμακευτικά προϊόντα.
Συγκεκριμένα, στην σύγχρονη ιατρική ορολογία, τα ευβιοτικά είναι οι ζωντανοί εκείνοι μικροοργανισμοί, που όταν προσληφθούν σε ικανές ποσότητες, αποκομίζουν στον οργανισμό όφελος μεγαλύτερο από αυτό της απλής θρεπτικής τους αξίας. Κατά κύριο λόγο ανήκουν στη φυσιολογική ανθρώπινη εντερική χλωρίδα και προφυλάσσουν ή δρουν θεραπευτικά για κάποιες νόσους.
Στα ευβιοτικά ανήκουν βακτηρίδια, κυρίως αυτά που παράγουν γαλακτικό οξύ (Λακτοβάκιλλοι, Στρεπτόκοκκοι και Bifldobacteria), καθώς και μη βακτηριακοί μικροοργανισμοί όπως ο ζυμομύκητας Saccharomyces boulardii.
Κυκλοφορούν στο εμπόριο ως φαρμακευτικά προϊόντα με την μορφή κάψουλας ή σκόνης, σαν διατροφικά συμπληρώματα και σαν καλλιέργειες μέσα σε γάλα ή γιαούρτι, τροφές που αναφέρονται ως λειτουργικές.
Πώς δρουν; Η λογική της χρήσης των ευβιοτικών για την πρόληψη ή θεραπεία νόσων του γαστρεντερικού σωλήνα, βασίζεται στο γεγονός ότι ο γαστρεντερικός βλεννογόνος, επιφάνειας περίπου 400m2, είναι αποικισμένος φυσιολογικά με πλούσια μικροβιακή χλωρίδα (>500 διαφορετικά είδη μικροοργανισμών).
Σε ένα υγιές άτομο η συνεχής αλληλεπίδραση μεταξύ των βακτηριδίων δημιουργεί ένα σταθερό οικοσύστημα στο παχύ έντερο, που διατηρεί την ακεραιότητα των εντερικών κυττάρων, ρυθμίζει ποικίλες μεταβολικές και ανοσολογικές αντιδράσεις και προστατεύει από τον αποικισμό του εντέρου από διάφορα παθογόνα και βοηθά στην πέψη των τροφών. Διαταραχές της εντερικής χλωρίδας συνδέονται με ποικίλα νοσήματα του γαστρεντερικού σωλήνα. Η αποκατάστάση της με τη λήψη ευβιοτικών ενδεχομένως μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την πρόληψη και θεραπεία τους.
Μελέτες έχουν δείξει ότι σε γενικές γραμμές τα ευβιοτικά ασκούν ανταγωνιστική δράση στα παθογόνα βακτηρίδια, είτε αναστέλλοντας την προσκόλληση και μετανάστευση τους, είτε παράγοντας αντιμικροβιακά πεπτίδια. Επίσης διεγείρουν τους αμυντικούς μηχανισμούς του ανοσοποιητικού συστήματος, αλλά και του επιθηλίου.
Τέλος παράγουν σημαντικά για τον οργανισμό διατροφικά στοιχεία όπως βιταμίνες και βραχείας αλύσου λιπαρά οξέα. Βέβαια μεταξύ των ποικίλων στελεχών των ευβιοτικών υπάρχουν σημαντικές διαφορές, που επηρεάζουν και την αποτελεσματικότητά τους.
Σε ποιες παθήσεις τα χρησιμοποιούμε; Η χρήση των ευβιοτικών ως φάρμακα αλλά και ως συμπληρώματα διατροφής υπαγορεύει την ανάγκη να πληρούν τις προϋποθέσεις ασφάλειας, αντοχής και αποτελεσματικότητας, που να αποδεικνύονται με καλά σχεδιασμένες, διπλά τυφλές μελέτες για το συγκεκριμένο είδος ή μείγμα ευβιοτικών.
Μέχρι σήμερα, ορισμένα από τα ευβιοτικά έχουν κυρίως μελετηθεί (με θετικά αποτελέσματα) στην πρόληψη και θεραπευτική αντιμετώπιση των λοιμώξεων του γαστρεντερικού συστήματος στα παιδιά και νεογνά, κυρίως από τον Rotavirus.
Στους ενήλικες τα βιβλιογραφικά δεδομένα, αν και ακόμα ελλιπή, είναι ενθαρρυντικά για τη διάρροια μετά τη λήψη αντιβιοτικών, την διάρροια των ταξιδιωτών, την πρόληψη των υπότροπών της κολίτιδας από Clostridium dificille, και την δυσανεξία στη λακτόζη.
Πρώιμα και ακόμα σε ερευνητικό επίπεδο θετικά αποτελέσματα υπάρχουν και για τα ευβιοτικά στη λοίμωξη από το Ελικοβακτηρίδιο του πυλώρου, στο σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, στις ιδιοπαθείς φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου, στο καρκίνωμα του παχέος εντέρου, καθώς και σε άλλα εξωεντερικά νοσήματα (ελάττωση της χοληστερόλης κλπ).
Από τις υπάρχουσες μελέτες φαίνεται ότι μόνο ορισμένα στελέχη ευβιοτικών είναι αποτελεσματικά στα νοσήματα αυτά, και τα υπάρχοντα δεδομένα δεν μπορούν να γενικευτούν για όλα τα ευβιοτικά.
Να πάρω ευβοιοτικά; Επίσης ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ευρεία διάδοση των ευβιοτικών σε προϊόντα διατροφής. Βέβαια, ο καταναλωτής θα πρέπει να είναι ενήμερος ότι η χρησιμότητα του κάθε ευβιοτικού, που αναγράφεται, αν και όταν αναγράφεται στο συγκεκριμένο τρόφιμο, εξαρτάται από την μορφή του (ζωντανό ή νεκρό), από το είδος του και την περιεκτικότητα του.
Λέξεις όπως «ζωντανό γιαούρτι»,»ενεργή, φυσική μαγιά», «καλλιέργεια γιαουρτιού» στις ετικέτες διαφόρων προϊόντων προκαλούν σύγχυση παρά ενημερώνουν τον υποψήφιο καταναλωτή.
Πρόσφατη μελέτη από το Βέλγιο υποστηρίζει ότι σε 55 προϊόντα όπου αναγραφόταν ότι περιείχαν κάποιο ευβιοτικό, μόνο το 13% περιείχε πραγματικά ότι αναγραφόταν στην ετικέτα του. Επειδή δε τα προϊόντα αυτά, αλλά και τα ευβιοτικά, έχουν περιορισμένο χρόνο ζωής, δεν είναι γνωστό αν στη συγκεκριμένη στιγμή κατανάλωσης η περιεκτικότητα του προϊόντος σε ζωντανούς μικροοργανισμούς είναι η ίδια με την ημερομηνία παρασκευής του.
Ένα σημαντικό επίσης θέμα είναι η ασφάλεια της χρήσης των ευβιοτικών. Σύμφωνα με πρόσφατη ανασκόπηση 143 μελετών σε 7.500 ασθενείς, από το1961 ως το 1998, φαίνεται ότι η χορήγησή τους πρέπει να θεωρείται ασφαλής εφ’ όσον δεν παρατηρήθηκαν σοβαρές επιπλοκές.
Πάντως, όσο δελεαστική κι αν φαίνεται η χρήση των ευβιοτικών στα νοσήματα του πεπτικού συστήματος, αρκετοί ερευνητές τονίζουν ότι η χρήση των ευβιοτικών θα πρέπει να βασίζεται σε σωστά δομημένες διπλά-τυφλές, με εικονικό φάρμακο-ελεγχόμενες μελέτες, να αφορούν την χρήση συγκεκριμένου μικροοργανισμού και τα αποτελέσματα τους να χρησιμοποιούνται για το συγκεκριμένο ευβιοτικό. Επίσης χρειάζεται να προσδιοριστεί η κατάλληλη δοσολογία και το χρονικό διάστημα χορήγησης.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό «Ευεξία και Διατροφή» του Ελληνικού Ιδρύματος Γαστρεντερολογίας και Διατροφής