Εθνάρχης Βενιζέλος: πώς κατασκευάστηκε η εικόνα
Στη νέα έκδοση «Η δεύτερη ζωή του Ελευθέριου Βενιζέλου» ο Χρήστος Τριανταφύλλου διερευνά τις διαφορετικές χρήσεις της πολιτικής «μυθολογίας» του κρητικού ηγέτη από όλες τις παρατάξεις της μεταπολεμικής Ελλάδας έως το 1967
Στις 15 Νοεμβρίου 1974 η αμερικανική πρεσβεία καταγράφει σε ανάλυσή της εκτιμήσεις για τη «μετα-βενιζελική Ελλάδα»: πώς θα ερμηνευτεί δηλαδή η κληρονομιά του βενιζελισμού, ο οποίος έως τη δεκαετία του 1960 κάλυπτε ένα φάσμα το οποίο στη Δυτική Ευρώπη εκτεινόταν από τον φιλελευθερισμό έως τη σοσιαλδημοκρατία. Την άνοιξη του 1981 ο Ανδρέας Παπανδρέου φαίνεται να εμμένει στη διαφοροποίηση μεταξύ του ΠΑΣΟΚ και του Κέντρου ως βενιζελικής κληρονομιάς, καθώς αποφεύγει να οικειοποιηθεί τον Ελευθέριο Βενιζέλο, τονίζοντας ότι ανήκει σε μια άλλη εποχή: «ο βενιζελισμός είναι η προϊστορία του Κέντρου στην Ελλάδα» (και τα δύο παραδείγματα αναφέρονται από τον Σωτήρη Ριζά στο «Ιστορίες της Μεταπολίτευσης», εκδ. Πατάκη, 2025). Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης σε όλη τη διαδρομή του επιμένει ότι είναι πολιτικός κληρονόμος του Κόμματος των Φιλελευθέρων -με το οποίο ξεκινά να πολιτεύεται το 1946-, ενώ το 2014 σε εκδήλωση της αγγλικής πρεσβείας για τα 150 χρόνια από τη γέννηση του Ελ. Βενιζέλου αναφέρει, εκτός άλλων: «Ήταν ο μεγαλύτερος μεταρρυθμιστής που γνώρισε η Ελλάδα τα πρώτα χρόνια της Πρωθυπουργίας του, που αποτελούν ίσως και τα καλύτερα, στη μακρά του σταδιοδρομία». Τον Ιούλιο του 2019, σε προεκλογική συγκέντρωση στο Σύνταγμα, ο Αλέξης Τσίπρας αναφέρει: «Η δική μας παράταξη υπηρέτησε πάντα την αλήθεια και το πατριωτικό συμφέρον. Από τα χρόνια του Βενιζέλου, από το έπος του ’40 και τα χρόνια του ΕΑΜ η Αριστερά, η Δημοκρατική Παράταξη, βάζει πάντα πρώτη την Ελλάδα». Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, τέλος, σημειώνει, εκτός άλλων, σε άρθρο του στην «Καθημερινή» τον Ιανουάριο του 2020: «Το βάρος της ευθύνης που φέρω ως πρωθυπουργός δοκιμάζεται στο δέος που μοιράζεται ο κάθε Έλληνας για τον Ελευθέριο Βενιζέλο».
Δεν ήταν πάντα και από όλους αδιαμφισβήτητο εθνικό σύμβολο ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ούτε υπερκομματική αναφορά -ακόμη και στις περιπτώσεις που τα κόμματα προσέφευγαν σε αυτή «εργαλειοποιώντας» την. Υπήρξε και σημείο αντιλεγόμενο, πρωταγωνιστής στον πρώτο Διχασμό που βίωσε η ελληνική επικράτεια, ««κακοποιό πνεύμα» και «μεγαλοφυής εγκληματίας», σύμφωνα με τον τίτλο της εφημερίδας «Ελληνικό μέλλον» (21/3/1936). Τα πολλά και εναλλασσόμενα πρόσωπά του μέχρι να πάρει τη θέση του ως εθνάρχης στην πινακοθήκη των μεγάλων προσωπικοτήτων του νεοελληνικού κράτους αναλύει ο Χρήστος Τριανταφύλλου στην έκδοση «Η δεύτερη ζωή του Ελευθέριου Βενιζέλου – οικοδομώντας έναν εθνάρχη (1936 – 1967)», που μόλις κυκλοφόρησε από το «Θεμέλιο», στη σειρά της Ιστορικής Βιβλιοθήκης, με διευθυντή τον Βαγγέλη Καραμανωλάκη. Ο διδάκτορας Νεότερης και Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας, ερευνητής, μέλος των ΑΣΚΙ και της Εταιρείας Μελέτης Νέου Ελληνισμού αντλεί από το πεδίο των «σπουδών φήμης» (reputation studies) και της συλλογικής μνήμης για να φιλοτεχνήσει ένα άλλο πορτρέτο του Βενιζέλου: τον μύθο του ως μετωνυμία των προβολών, των συγκρούσεων και, τελικά, των αντιλήψεων που είχαν διαφορετικοί πολιτικοί χώροι στην περίοδο 1936 έως 1967. Συνιστά, λοιπόν, μία πρωτότυπη απόπειρα καθώς ο πολιτικός τον οποίο επικαλούνται οι επίγονοι δεν αναλύεται εδώ, για παράδειγμα, υπό το πρίσμα της «χαρισματικής ηγεσίας», αλλά στο πλαίσιο της πολιτισμικής μνήμης, όπως υποδείχθηκε από τον αιγυπτιολόγο Γιαν Άσμαν στο ομότιτλο κομβικό έργο του.
Ο ίδιος ο συγγραφέας δηλώνει στην εισαγωγή το περίγραμμα αυτής της απόπειρας, που ξεκίνησε ως διδακτορική διατριβή στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στο βιβλίο ιστορικοποιούνται οι πολιτικές γενεαλογίες της υπό διερεύνηση περιόδου, όχι μόνο του Κέντρου, αλλά και της Δεξιάς -σε μικρότερο βαθμό της Αριστεράς, η οποία δεν χρησιμοποίησε τόσο συχνά τον Βενιζέλο ως σύμβολο. «Θα δούμε πώς ο Βενιζέλος έρχεται να ενταχθεί στο αφήγημα της εθνικοφροσύνης -χωρίς να αγνοούμε τις ρηγματώσεις και τις εσωτερικές διαιρέσεις αυτού του χώρου- για να αναχθεί στον προπάτορα όλων των αστικών πολιτικών δυνάμεων της Ελλάδας, καθώς και πώς εγγράφεται εξίσου οργανικά στο μεταγενέστερο και αντίρροπο αφήγημα της αντιδεξιάς».
Στην πρώτη περίοδο μετά τον θάνατό του (18 Μαρτίου 1936) έως το δημοψήφισμα του 1946 για την επάνοδο του Γεωργίου Β’ στην Ελλάδα (επιλογή που υπερψηφίστηκε με 68%), αρκετοί βενιζελικοί είχαν διασπαρεί σε πολιτικές παρατάξεις -από τη φιλοβασιλική Δεξιά μέχρι την κομμουνιστική Αριστερά- συμπαρασύροντας και την υποθήκη του βενιζελισμού. Είναι μάλιστα ένα γεγονός που συνδέεται με τα μεγάλα επίδικα της εποχής: το πολιτειακό (αβασίλευτη δημοκρατία ή όχι), την εμφάνιση του ΕΑΜ, το ερώτημα ποιος θα κυβερνήσει τον τόπο και με ποιες δομές εξουσίας. Βλέπουμε, για παράδειγμα, μεγάλη μερίδα βενιζελικών αξιωματικών να συνεργάζεται στενά με το ΕΑΜ, ενώ ο ΕΛΑΣ, με επικεφαλής τον Στέφανο Σαράφη, να κάνει σημαντικό άνοιγμα στον βενιζελικό χώρο. Τον Φεβρουάριο του 1945, από την άλλη, ο αρχηγός του Κόμματος Φιλελευθέρων, Θεμιστοκλής Σοφούλης, τάσσεται υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας. Η κίνηση προκαλεί εσωκομματικές αντιδράσεις και ο Στυλιανός Γονατάς απομακρύνεται ιδρύοντας το Κόμμα Εθνικών Φιλελευθέρων εκπροσωπώντας όσους στρέφονται σταδιακά υπέρ της βασιλείας. Σε προεκλογική του ομιλία μάλιστα επιλέγει να τονίσει τον πρόδρομο αντικομμουνισμό του Ελ. Βενιζέλου μέσω του ιδιωνύμου «προκειμένου αφενός να καταδείξει ότι οι επίγονοι του κρητικού ηγέτη είχαν παρεκκλίνει από τις “υποθήκες” του συμμαχώντας με τους κομμουνιστές, αφετέρου να δημιουργήσει μια γενεαλογία του σύγχρονου αντικομμουνισμού με αυτόν που ο ίδιος θεωρούσε γενάρχη του» (από την ιστορική εξέλιξη φυσικά γνωρίζουμε πως ο αντικομμουνισμός του Βενιζέλου «εργαλειοποιήθηκε» όντως ως κεντρικό σύνθημα των εθνικοφόρνων).
Ο Βενιζέλος και το «Κέντρο»
Στο ίδιο χρονικό πλαίσιο εντοπίζεται και μία ξεχωριστή παράμετρος: η λεγόμενη «κεντροποίηση» του Βενιζέλου. Ο όρος «Κέντρο» (με κεφαλαίο) εμφανίστηκε προς τα τέλη του 1945, κυρίως στην εφημερίδα «Ελευθερία», σημειώνει ο Τριανταφύλλου. Ως χώρος συγκροτήθηκε μεταπολεμικά εν εξελίξει και όχι ως φυσική συνέχεια του βενιζελισμού υποσχόμενος τη «μετριοπάθεια» απέναντι στον διπλό διχασμό Δεξιάς και Αριστεράς. Περιείχε, λοιπόν, το Κόμμα Φιλελευθέρων, αλλά ταυτόχρονα το υπερέβαινε. Όπως έγραφε το κύριο άρθρο του «Βήματος» στις 8 Σεπτεμβρίου 1945, το Κόμμα συνδύαζε τα καλύτερα στοιχεία από όλες τις παρατάξεις, παρόλο που δεν διέθετε πια έναν ηγέτη του βεληνεκούς του Βενιζέλου. «Στη συγκεκριμένη συγκυρία είχε ιδιαίτερη σημασία ως διαδικασία συγκρότησης της πολιτικής μυθολογίας του νεότευκτου Κέντρου: ο ήρωας, το παρόν, το μέλλον, οι στόχοι και οι προσδοκίες, και η “αποστολή” των παραγόντων- κομβικά χαρακτηριστικά ενός πολιτικού μύθου δηλαδή- θεμελιώνονταν στο ηρωικό παρελθόν που υιοθετούσαν» τονίζει εύστοχα ο συγγραφέας. Η μνήμη του προπάτορα, άλλωστε, θα κυριαρχήσει και μετά την ανακοίνωση της εκλογικής συνεργασίας ανάμεσα στο Λαϊκό Κόμμα του Κωνσταντίνου Τσαλδάρη και τον Σοφοκλή Βενιζέλο (Κόμμα Βενιζελικών Φιλελευθέρων), ενόψει των εκλογών τον Μάρτιο του 1946. Οι φιλοβασιλικές εφημερίδες επαινούσαν την υπέρβαση του διχασμού, ενώ το «Βήμα» και τα «Νέα» κατηγορούσαν τον Σοφ. Βενιζέλο πως παρασυρόταν για να πλήξει το κόμμα του πατέρα του. Στο πλαίσιο αυτό, την κεντρώα έκφανση του δημοκρατικού στρατοπέδου επιδίωξε να εκφράσει ο Νικόλαος Πλαστήρας, ο οποίος στηλίτευσε τους μοναρχικούς, με σαφείς αναφορές στις ραδιουργίες τους εναντίον του Βενιζέλου, αλλά και τους κομμουνιστές. Δημιουργούσε έτσι ένα σχήμα «σύμφωνα με το οποίο οι διαχρονικά υγιείς δυνάμεις του έθνους ταυτίζονταν με τον βενιζελισμό και την αβασίλευτη δημοκρατία στην “ορθή”, κεντρώα εκδοχή της».
Ο Πλαστήρας θα είναι ένα από τα κεντρικά πρόσωπα και στην επόμενη πολιτική περίοδο, από το 1946 έως το 1952, οπότε χρησιμοποιεί έντονα την ιστορική φήμη του Ελ.Βενιζέλου. «Εξήγγειλε την ανάγκη για ένα “νέον 1909”, κατήγγειλε όσους τον αποκαλούσαν προδότη ως καταστροφείς του μεγαλειώδους εθνικού έργου του Ελ.Βενιζέλου, ενώ επισήμανε πως για την ανάπτυξη του κομμουνισμού την ευθύνη είχε το “αντιβενιζελικόν κράτος” που διέλυσε τις μεταρρυθμίσεις τις οποίες έθεσε σε κίνηση ο κρητικός πολιτικός». Την ίδια στιγμή, όπως γνωρίζουμε, τη θέση του στην πολιτική αρένα καταλαμβάνει ο Αλέξανδρος Παπάγος με τον Ελληνικό Συναγερμό. Κι όμως, ο ακραιφνής αντιβενιζελικός στρατιωτικός προβάλλεται συστηματικά και μεθοδικά από τον Τύπο ως ο πραγματικός διάδοχος του Ελ.Βενιζέλου. Και αυτό είναι ένα σημείο που αξίζει να αναδείξουμε: το γεγονός, δηλαδή, ότι ο Τριανταφύλλου επιμένει στη χρήση των εφημερίδων ως προνομιακής πηγής για την έρευνά του ενώ, κατά δήλωσή του, «φιλοδοξεί να αποτελέσει μια συνεισφορά στον διάλογο περί της θέσης του Τύπου στην ιστορική έρευνα». Κατά το διάστημα που εξετάζει, λοιπόν, οι 10 από τις 15 εφημερίδες της Αθήνας στήριξαν τον Αλ.Παπάγο με διαφορετικούς τρόπους, αλλά με κοινά μοτίβα και στόχευση. «Οι υποστηρικτές του προωθούσαν συγκεκριμένες δέσμες επιχειρημάτων ως προς το γιατί η σύγκριση Παπάγου και Ελ. Βενιζέλου ίσχυε, ενώ οι αντίπαλοί τους προσπαθούσαν να αποδείξουν γιατί η σύγκριση δεν ίσχυε. Ταυτόχρονα… τα πυρά στρέφονταν και προς τον Σοφοκλή Βενιζέλο, ο οποίος προκειμένου να προβληθεί ο Παπάγος ως ο πραγματικός συνεχιστής του Ελ. Βενιζέλου, κατηγορήθηκε ευρέως ως ανάξιος διάδοχος του πατέρα του». Στο πρόσωπο του μεγάλου Κρητικού η Δεξιά έβρισκε έναν απρόσμενο «πρόγονο» εθνικοφροσύνης και στο πρόσωπο του Παπάγου έναν άξιο συνεχιστή.

Καραμανλής και Παπανδρέου
Και στην τελευταία περίοδο που εξετάζεται, από το 1952 έως το 1967, κυριαρχεί επίσης ένας κεντρικός παίκτης, η ρητορική του οποίου δεν μένει αδιάφορη απέναντι στην πολιτική μυθολογία του Ελ.Βενιζέλου. Από την ιδρυτική διακήρυξη της ΕΡΕ το 1956, την οποία είχαν συντάξει από κοινού με τον Κωνσταντίνο Τσάτσο -θαυμαστή έτσι κι αλλιώς του Ελ. Βενιζέλου- ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και το κόμμα του υιοθετούν μία ρητορική που υπόσχεται να υπερβεί τα ρήγματα του Εθνικού Διχασμού και συνδυάζεται με οικειοποίηση της φήμης του προκατόχου του. Τον Μάρτιο του 1957 ο Τσάτσος ως υπουργός Προεδρίας ζητάει από την αντιπολίτευση να μην απαιτεί ανέφικτες λύσεις στο Κυπριακό και επικαλείται «τον μεγάλο πατέρα του συναρχηγού του Κόμματος Φιλελευθέρων», ο οποίος επαναλάμβανε πως η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού. Ο Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας, εξάλλου, συνέκρινε την επιτυχία των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου με το Σύμφωνο του 1930 και αναφέρθηκε στις επιθέσεις που είχε υποστεί τότε ο Βενιζέλος. Ως αντίρροπη δύναμη ο Γεώργιος Παπανδρέου με τον Ανένδοτο Αγώνα θα καταφέρει πάντως να επιβάλει τον εαυτό του ως συνεχιστή του μεγάλου Κρητικού, ο οποίος προβάλλεται πλέον από την Ένωση Κέντρου ως ο ορμητικός επαναστάτης που μάχεται υπέρ της δημοκρατίας απέναντι στην ανεύθυνη βασιλεία. Περνάμε έτσι από τον «εθνικόφρονα» στον «αντιδεξιό» Βενιζέλο.

Στα κεφάλαια που ακολουθούν ο Τριανταφύλλου επισημαίνει και τις άλλες μορφές που λαμβάνει αυτή η μυθολογία: στην ιστοριογραφία της περιόδου και τα δημόσια αφηγήματα (τα ιστορικά αναγνώσματα των εφημερίδων, για παράδειγμα), στα διδακτικά εγχειρίδια του σχολείου («ο Βενιζέλος ήταν ένας σπουδαίος πολιτικός που, όσο βρισκόταν σε συνεργασία με τον Κωνσταντίνο, δόξασε την Ελλάδα»), τις δημόσιες μνημονεύσεις και τα οδωνύμια («Ελ.Βενιζέλου» ή «Πανεπιστημίου;).
Μεταρρυθμιστής, εκσυγχρονιστής, «εθνικός ηγέτης», «αντιδεξιός», επαναστάτης, αντικομμουνιστής. Οι πολιτικές παρατάξεις επικαλούνταν στη μεταπολεμική περίοδο διαφορετικά πρόσωπα ενός πολιτικού με διακριτό αποτύπωμα και μετρήσιμα αποτελέσματα στον μετασχηματισμό της χώρας -ειδικά μετά την είσοδο των προσφύγων στη Βόρεια Ελλάδα. Το βιβλίο του Χ. Τριανταφύλλου υποδεικνύει τις χρήσεις της ιστορικής και συλλογικής μνήμης, τα πορίσματα των οποίων φτάνουν ως τις μέρες μας (με δεδομένο πάντως ότι έννοιες όπως ο «βενιζελισμός» προφανώς δεν έχουν την ίδια απήχηση στις γενιές ύστερα από αυτή που ορίζουμε ως «των 40άρηδων»). Μπαίνει μάλιστα κανείς στον πειρασμό να σκεφτεί ότι η ίδια μεθοδολογία και τυπολογία θα είχε εφαρμογή για άλλες προσωπικότητες που αναφέρονται στο βιβλίο: τον Κων. Καραμανλή, τον Κων. Μητσοτάκη και τον Α. Παπανδρέου, για παράδειγμα.

Σημείωση: Το βιβλίο παρουσιάζεται την Τετάρτη 26 Μαρτίου στις 19.00 στο Αμφιθέατρο «Ιωάννης Δρακόπουλος» του Πανεπιστημίου Αθηνών (Πανεπιστημίου 30). Θα μιλήσουν οι: Μάνος Αυγερίδης, διευθυντής στα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, η καθηγήτρια Θεωρίας της Ιστοριογραφίας (Παν/μιο Πελοποννήσου) Έφη Γαζή και ο καθηγητής Ιστορίας του Μεταπολεμικού Κόσμου (Παν/μιο Αθηνών) Ευάνθης Χατζηβασιλείου. Θα συντονίσει ο καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας Β. Καραμανωλάκης.
- Κακοκαιρία Byron: Πώς θα εξελιχθεί τις επόμενες ώρες – Κόκκινος συναγερμός για πολλές περιοχές
- Αυτές οι δύο τροφές είναι οι πιο απολαυστικές «ασπίδες» για την καρδιά
- Ρεύμα: Τα νέα πορτοκαλί τιμολόγια και πότε μας συμφέρουν
- Σκάνδαλο ΟΠΕΚΕΠΕ: Επιχείρηση-ξέπλυμα των επιδοτήσεων
- Κρήτη: Στεγνώνει ο κάμπος της Μεσαράς
- Stranger Things:: Η 5η σεζόν σπάει όλα τα ρεκόρ
- Σχέσεις: Πόσο καλό είναι ο σύντροφός σου να είναι και ο κολλητός σου;
- Χρήματα; Ποιο πορτοφόλι; Η Gen Z ζει μόνο με το κινητό
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις







![Άκρως Ζωδιακό: Τα Do’s και Don’ts στα ζώδια σήμερα [Παρασκευή 05.12.2025]](https://www.in.gr/wp-content/uploads/2025/12/pexels-kammeran-gonzalez-keola-3137381-9559884-315x220.jpg)









































































Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ.232442