Ευρωπαϊκό πρόγραμμα για τη βιβλιοδεσία των βυζαντινών χειρογράφων
Στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος Studite και σε συνεργασία με επιστημονικούς φορείς από έξι χώρες, το Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών του ΕΙΕ, έβαλε στόχο να προβάλει την παράδοση της βυζαντινής βιβλιοδεσίας και να προωθήσει τη μετάδοση της σχετικής γνώσης. Δεν είναι λίγες οι βιβλιοθήκες και τα μουσεία στην Ελλάδα, που διαθέτουν πολύτιμα βυζαντινά και μεταβυζαντινά χειρόγραφα, […]
Στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος Studite και σε συνεργασία με επιστημονικούς φορείς από έξι χώρες, το Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών του ΕΙΕ, έβαλε στόχο να προβάλει την παράδοση της βυζαντινής βιβλιοδεσίας και να προωθήσει τη μετάδοση της σχετικής γνώσης.
Δεν είναι λίγες οι βιβλιοθήκες και τα μουσεία στην Ελλάδα, που διαθέτουν πολύτιμα βυζαντινά και μεταβυζαντινά χειρόγραφα, μέσω των οποίων διασώθηκαν κείμενα της αρχαιότητας κι ένας μεγάλος πνευματικός και καλλιτεχνικός πλούτος. Ωστόσο, αν και περιβάλλονταν με αγάπη και ενδιαφέρον, τμήμα τους δεν είχε πάντα την κατάλληλη προσοχή.
Ο λόγος για τη βιβλιοδεσία, που μόλις την τελευταία δεκαετία έχει αρχίσει να αποτελεί σημαντικό ερευνητικό πεδίο. Η βιβλιοδεσία δεν είναι η πρώτη φορά που βρίσκεται στο επίκεντρο δράσεων του Ινστιτούτου Βυζαντινών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (ΕΙΕ). Αυτή τη φορά, όμως, η προσέγγιση ήταν πιο ολοκληρωμένη.
Στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος Studite και σε συνεργασία με επιστημονικούς φορείς από έξι χώρες, το Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών του ΕΙΕ, έβαλε στόχο να προβάλει την παράδοση της βυζαντινής βιβλιοδεσίας και να προωθήσει τη μετάδοση της σχετικής γνώσης.
Τον τρόπο περιγράφει στο ΑΜΠΕ η Νίκη Τσιρώνη, ερευνήτρια του Ινστιτούτου Βυζαντινών Ερευνών του ΕΙΕ, υπό την επιστημονική διεύθυνση της οποίας διοργανώθηκαν οι συγκεκριμένες δράσεις. «Ακόμα και μέσα στον στενό επιστημονικό χώρο σπάνια δίνεται έμφαση στη μελέτη των βυζαντινών και μεταβυζαντινών βιβλιοδεσιών. Μέχρι πριν από περίπου 10 χρόνια το ενδιαφέρον επικεντρωνόταν στο περιεχόμενο των βιβλίων. Σήμερα, που λίγο πολύ έχει καλυφθεί το συγκεκριμένο ερευνητικό τοπίο, έχουμε αρχίσει να ενδιαφερόμαστε και για τη μορφή τους, τον τρόπο και τη σημασία της βιβλιοδεσίας τους, το πώς αποτυπώνονται στοιχεία για την οικονομία της κάθε εποχής, τα εικαστικά ρεύματα, τη διακίνηση των ιδεών. Είναι ένας τομέας σχετικά νέος που αναπτύσσεται» αναφέρει.
Το πρόγραμμα ξεκίνησε από το Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών -με πρωτοβουλία της κ. Τσιρώνη- και αποτελεί συνέχεια ενός ευρύτερου ενδιαφέροντος που έχει το Ινστιτούτο στον τομέα της βιβλιοδεσίας. Υλοποιείται σε συνεργασία με επιστήμονες από τη Γαλλία, τη Ρουμανία, την Ιταλία, τη Βρετανία, την Ουγγαρία και την Τουρκία, με στόχο την προώθηση του διαπολιτισμικού διαλόγου στην Ευρώπη και την ανάδειξη της κοινής ευρωπαϊκής ταυτότητας.
Τον ίδιο σκοπό είχε και η οργάνωση και φιλοξενία στην Αθήνα διεθνούς διεπιστημονικής αποστολής από ιστορικούς του βιβλίου, συντηρητές και ερευνητές, οι οποίοι ξεναγήθηκαν και μελέτησαν τις πλούσιες συλλογές χειρογράφων του Βυζαντινού Μουσείου, της Γενναδείου Βιβλιοθήκης και της Βιβλιοθήκης της Βουλής.
Μεταξύ αυτών και ο Γάλλος Πολ Κανάρ (Monseigneur Paul Canart), ο σημαντικότερος εν ζωή μελετητής των βυζαντινών και μεταβυζαντινών χειρογράφων, που εργάζεται στη βιβλιοθήκη του Βατικανού εδώ και πολλά χρόνια.
«Στη διάρκεια του προγράμματος ερευνήθηκαν 40 χειρόγραφα από τον 10ο έως τον 17ο αιώνα. Ο αριθμός είναι ιδιαίτερα μεγάλος, αν αναλογιστεί κανείς ότι ένας ερευνητής χρειάζεται το λιγότερο 3 ώρες για να μελετήσει ένα χειρόγραφο. Οι καθηγητές που φιλοξενήθηκαν στην Αθήνα πέρασαν 4 ημέρες, δουλεύοντας από το πρωί έως το βράδυ στους τρεις αυτούς οργανισμούς, οι οποίοι άνοιξαν τις προθήκες τους με τα χειρόγραφα. Είχαμε μια εξαιρετική συνεργασία» αναφέρει η κ.Τσιρώνη.
Παράλληλα, διοργανώθηκαν εργαστήρια βιβλιοδεσίας, με στόχο τη δημιουργία σύγχρονων βιβλιοδεσιών εμπνευσμένων από βυζαντινά και μεταβυζαντινά πρότυπα. Σε συνεργασία με τον πρόεδρο της Ελληνικής Εταιρείας Βιβλιοδεσίας Μπάμπη Λέγγα, οι συμμετέχοντες είχαν την ευκαιρία να πειραματιστούν με υλικά που αποδίδουν τις αισθητικές ποιότητες των μεσαιωνικών δεσιμάτων, ενώ ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τις βιβλιοδεσίες της εποχής.
Από τις βιβλιοδεσίες που φιλοτεχνήθηκαν, οι 12 καλύτερες θα συμμετάσχουν σε διεθνή διαγωνισμό, στον οποίο θα πάρουν μέρος και οι αντίστοιχες βιβλιοδεσίες των έξι χωρών. Τα βιβλία που θα προκριθούν, θα εκτεθούν τέλη Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου στο Εργαστήριο της εικαστικού Βένιας Δημητρακοπούλου στην Αίγινα και αρχές Σεπτεμβρίου στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη.
Στη Γεννάδειο θα προηγηθεί έκθεση με τις βυζαντινές βιβλιοδεσίες που μελετήθηκαν από τους κωδικολόγους, οι οποίες στη συνέχεια θα ταξιδέψουν στην Κωνσταντινούπολη, στο Λονδίνο, στην Αρλ της νότιας Γαλλίας, στη Βουδαπέστη, στο Βουκουρέστι και στο Καμπομπάσο της Ιταλίας.
Τα αποτελέσματα των συγκεκριμένων ερευνών και δράσεων θα δημοσιευτούν στην ιστοσελίδα του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (www.eie.gr) σε περίπου δύο μήνες.
Το κόστος του προγράμματος ως προς την ελληνική δράση ήταν περίπου 30.000 ευρώ, όταν για τη συντήρηση ενός βιβλίου χρειάζονται 10.000 με 15.000 ευρώ.
«Αυτό δείχνει ότι με πολύ λίγα μέσα μπορούν να γίνουν σημαντικά πράγματα. Η γνώση και η μελέτη δεν κοστίζουν πραγματικά σε χρήματα, αλλά έχουν εξαιρετικό αποτέλεσμα» καταλήγει η ερευνήτρια του Ινστιτούτου Βυζαντινών Ερευνών.