Αναβάλλω κάποια συμπληρωματικά σχόλια που ελογάριαζα να κάνω αναφορικά με την νεοελληνική ιστοριογραφία, και σπεύδω να μιλήσω για την λαμπρή συναγωγή την οποία μας έδωσε η Αικατερίνη Κουμαριανού, την τιτλοφορημένη «Ο Τύπος στον Αγώνα». Ανήκει και το δημοσίευμα αυτό στην σειρά των εκδόσεων «Ερμής», την οποία ιδιαίτερα εκτιμώ, και για την οποία επανειλημμένως έχω γράψει αυτούς τους καιρούς. Εδώ πρόκειται, όπως και ο τίτλος το δηλώνει, για παρουσίαση άρθρων και ειδήσεων ανθολογημένων από τις εφημερίδες του Εικοσιένα. Ωραία συμβολή στον πανηγυρισμό για τα εκατόν πενήντα χρόνια από την Επανάσταση. Για την ώρα εκυκλοφόρησαν δύο τόμοι: ο πρώτος παρέχει υλικό για τις χειρόγραφες εφημερίδες, οι οποίες εστάθηκαν η πρώτη εκδήλωση Τύπου στην επαναστατημένη Ελλάδα, και συνεχίζει με αναδημοσιεύσεις από την Ελληνική Σάλπιγγα της Καλαμάτας και την Εφημερίδα Αθηνών· ο δεύτερος είναι ολόκληρος αφιερωμένος στα Ελληνικά Χρονικά, τα οποία αναγγέλθηκαν από τις τελευταίες ημέρες του 1823, και εβγήκαν από τον Ιανουάριο του 1824 έως τον Φεβρουάριο του 1826. Ένας τρίτος τόμος θα ολοκληρώσει την έκδοση, με τον Φίλο του Νόμου, την Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος, την Ανεξάρτητο Εφημερίδα της Ελλάδος και τους απαραίτητους χρονολογικούς και άλλους πίνακες· ωστόσο, όταν και εκείνος κυκλοφορήσει, θα έχουμε αφορμή να σχολιάσουμε την όλη παρουσίαση.
Σήμερα αναφέρομαι μόνο στα κείμενα τα οποία προσφέρονται εδώ· τα παλαιά και τα καινούρια. Αρχίζω από τα τελευταία αυτά, γιατί αν δεν υπάρχει αναλυτικός σχολιασμός στα καθέκαστα, και αν προτάσσεται μόνο μία σύντομη εισαγωγή σε κάθε ενότητα, η όλη εργασία προλογίζεται από ένα εξαιρετικής σημασίας κείμενο, που είναι, ασφαλώς, ό,τι καλύτερο έχει γραφθεί ως σήμερα για την απαρχή του Τύπου στην επαναστατημένη και την ελεύθερη Ελλάδα· συνάμα, και τούτο αποτελεί ακόμη μεγαλύτερον έπαινο, είναι ό,τι καλύτερο μας έχει δώσει ως σήμερα η Αικατερίνη Κουμαριανού. Στοχαστική και φωτεινή εργασία, ισόρροπα τοποθετημένη στην γραμμή η οποία ενώνει την ανάλυση με την σύνθεση, παρέχει τις απαραίτητες σχετικές πληροφορίες, μέσα στην όλη θεώρηση του ιστορικού φαινομένου. Εκεί ο αναγνώστης μαθαίνει και τις εσωτερικές αναγκαιότητες οι οποίες επροκάλεσαν την έκδοση εφημερίδων, από την πρώτην ώρα, στην επαναστατημένην Ελλάδα, και τις ελπίδες οι οποίες εστηρίχθηκαν στον Τύπο, τότε, και τους λόγους οι οποίοι τελικά εμπόδισαν την καρποφορία των ωραίων αρχικών προθέσεων.
Γιατί, αληθινά, αυτή η υπόθεση του Τύπου στην Επανάσταση συνεκέντρωσε και εστρατολόγησε γύρω της ενίους από τους πιο εκλεκτούς πνευματικούς ανθρώπους τού τότε ελληνισμού. Δεν αναφέρομαι στον Κοραή, ο οποίος εζούσε μακρυά από την αγωνιζόμενη πατρίδα του, αλλά, από εκεί όπου βρισκόταν, γέρος και άμαχος, εξέδιδε «παραινέσεις ως διαταγάς σχεδόν ακουομένας» από τους συμπατριώτες του, και εκατάσταινε συνειδητή σ’ αυτούς την σημασία του Τύπου· δεν αναφέρομαι στον Θ. Νέγρη, πρόσωπο που αμφισβητήθηκε κατά καιρούς, ίσως όχι πάντοτε δικαίως: τα χωρία του όσα παραθέτει η Αικατερίνη Κουμαριανού, μαζί με άλλες παλαιότερες εκδηλώσεις του, συνθέτουν μία μορφή αξία προσοχής. Μα αν, για τον έναν ή τον άλλον λόγο, παραλείψουμε τον έναν ή τον άλλον διανοούμενο της εποχής, πάλι τα ονόματα που μένουν, Σπ. Τρικούπης, Φαρμακίδης, Ψύλλας, άλλοι ακόμη, αρκούν για να δείξουν πόσο υψηλή ποιότητα είχαν οι άνθρωποι που επήραν στα χέρια τους επάνω στον Αγώνα την υπόθεση του Τύπου. Οποιαδήποτε κατάχρηση κι’ αν έγινε τότε ή αργότερα, δεν μπορεί να αθετήσει τους κανόνες τους οποίους επρόβαλαν ή επροσπάθησαν να επιβάλουν εκείνοι, στα δύσκολα εκείνα χρόνια.
Το ίδιο στοχαστικό, κριτικό, ιστοριογραφικό πνεύμα του Προλόγου επεκράτησε και στην επιλογή των κειμένων τα οποία παραθέτονται στις πολλές και πυκνές σελίδες των δύο τόμων. Στις σελίδες αυτές δεν ιστορείται η Επανάσταση μέσα από τις εφημερίδες, δεν παραθέτονται απλώς ειδήσεις από τον Αγώνα στην χρονική τους τάξη: εκείνο που παρέχεται στον αναγνώστη είναι η συνείδηση των αγωνιστών, το πνεύμα που επρυτάνευε στις υψηλές εκείνες πολεμικές ώρες. Δεν είναι ο Αγώνας διά μέσου του Τύπου, αλλά ο ελληνικός Τύπος όπως αρχίζει να παίρνει υπόσταση και μορφή μέσα στην επαναστατημένην Ελλάδα. Ένα λαμπρό και γεμάτο υποβολή κεφάλαιο της πνευματικής μας ιστορίας. Η τοποθέτηση αυτή απέναντι στο θέμα επέτρεψε ώστε να περισωθεί κάτι από το πνεύμα των αγωνιστών, με την μεταγραφή πλείστων ειδήσεων ή σχολίων τα οποία δεν έχουν πάντοτε άμεση σχέση με τον πόλεμο.
Ολοένα και περισσότερο, εκείνο που μας απασχολεί σ’ αυτά τα ζητήματα δεν είναι τα πράγματα, γιατί είναι ό,τι είναι, ανεπανάληπτα και παγωμένα, «μέλλει γαρ αυτοίς ουδέν», έλεγε ο φιλόσοφος τραγικός· και οπωσδήποτε, άλλωστε, οι νεκραναστάσεις που κάνουμε είναι αυθαίρετες και πλασματικές. Εκείνο που μας απασχολεί είναι ο αιώνιος και αιώνια ζωντανός άνθρωπος, με την θέλησή του να επιδράσει στα φαινόμενα, με την συνείδηση την οποία έχει ολίγων φαινομένων ανάμεσα σ’ εκείνα τα οποία ζει. Αυτό το ανθρώπινο δράμα, τοποθετημένο στην μεγάλη ώρα του Εικοσιένα, μας το έδωσε από τα φύλλα της εποχής η συναγωγή την οποία εσχολιάσαμε σήμερα.
*Επιφυλλίδα του κορυφαίου μελετητή του Νέου Ελληνισμού Κ. Θ. Δημαρά, που έφερε τον τίτλο «Ο Τύπος στον Αγώνα» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» την Παρασκευή 2 Ιουλίου 1971.
Ο Κ. Θ. Δημαράς
Η Αικατερίνη Κουμαριανού, ιστορικός ειδικευμένη σε θέματα του Νέου Ελληνισμού, με καταγωγή εκ πατρός από την Κωνσταντινούπολη και εκ μητρός από τη Χίο, γεννήθηκε το 1919.
Επηρεασμένη από τον τρόπο σκέψης και τα διδάγματα της πρωτοπόρου παιδαγωγού Ρόζας Ιμβριώτη στο Μαράσλειο Διδασκαλείο, η Κουμαριανού σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ακολούθως, έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι, στην École des Hautes Études en Sciences Sociales (EHESS), και διετέλεσε καθηγήτρια Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης (Université Paris – Sorbonne, Paris IV) και διευθύντρια του Νεοελληνικού Ινστιτούτου του ίδιου πανεπιστημίου.
Η Κουμαριανού είχε την τύχη να συμπορευτεί επί μακρόν (αρχής γενομένης από το 1947) με τον Κ. Θ. Δημαρά, τον οποίον φρόντιζε πάντα να εκθειάζει για τις γνώσεις του και τη γενναιοδωρία του προς τους νεοτέρους.
Πέραν της Σορβόννης, η Κουμαριανού δίδαξε ως επισκέπτρια καθηγήτρια στα Πανεπιστήμια Αθηνών και Κύπρου.
Συνεργάστηκε με το περιοδικό «Ο Ερανιστής», καθώς και με τις «Εποχές», το εξαίρετο περιοδικό που εξέδωσε ο Χρήστος Λαμπράκης με διευθυντή τον Άγγελο Τερζάκη και συμβούλους έκδοσης πνευματικές προσωπικότητες της προδικτατορικής περιόδου.
Πολλά και αξιοπρόσεκτα υπήρξαν τα δημοσιεύματα (βιβλία και άρθρα) της Κουμαριανού, ποικίλες οι αναζητήσεις της και οι θεματικές της: κίνημα Νεοελληνικού Διαφωτισμού, έργο Αδαμάντιου Κοραή, ελληνικός Τύπος του 18ου και του 19ου αιώνα, πολιτική δράση, περιηγητισμός και γεωγραφία, ελληνική βιβλιοπαραγωγή, αλληλογραφίες, σχέση ελληνικής και ευρωπαϊκής παιδείας.
Η Αικατερίνη Κουμαριανού απεβίωσε στην Αθήνα στις 12 Μαΐου 2012.