Mαρία Χαρίτου
Για την ακρίβεια, η αλλαγή επήλθε σε µία νύχτα. Τη διαπίστωσα την εποµένη της πρότασης που περνούσαµε από ένα µαγαζί µε έπιπλα και της έδειξα ένα δίσκο µε πιν – απ κορίτσια του’ 50 σε πουά φόντο. Περίµενα να κολλήσει τη µύτη της στη βιτρίνα και µετά να µε σύρει µέσα. Αντ’ αυτού σήκωσε τη µύτη της όσο πιο ψηλά µπορούσε και απαίτησε να το ξανασκεφτώ. «Δεν πρόκειται πια για το εφηβικό µας δωµάτιο. Παντρεύοµαι, ξέρεις». Εκείνη τη µέρα έµαθα ότι στα σπίτια των παντρεµένων δεν ταιριάζουν ποπ αντικείµενα, µόνο βαριά ασηµικά, αυτά που σε έναν άλλο χωροχρόνο θα ονοµάζαµε «καλά».
WHO’ S ΤΗΑΤ GIRL
Η µεταµόρφωση έφερε στη ζωή µας ένα νέο άνθρωπο: µια άλλη που δεν ήταν η αδελφή µου, απλώς είχε καταλάβει το σώµα της. Για τους επόµενους µήνες την έβλεπα να αγγίζει ενθουσιασµένη προσκλητήρια µε χρυσά, ανάγλυφα γράµµατα και να παραγγέλνει µποµπονιέρες που είχαν πάνω τη µισή παραγωγή της Κίνας σε µικροαντικείµενα. Παρέδωσα τα όπλα, όταν άκουσα την πρώην cool αδελφή µου να ζητάει από τη µοδίστρα τα σατέν τριανταφυλλάκια που άλλοτε µισούσε στο µπούστο του νυφικού της. Είδα τα µαλλιά της να παίρνουν το χρώµα και το σχήµα της κουπ της µαµάς µας. Έγινα µάρτυρας µιας αλλαγής που δεν περίµενα ποτέ και ξεπερνούσε τα ζητήµατα της αισθητικής. Η αδελφή µου έγινε ένα τέρας συντηρητισµού, έτοιµη να αντικαταστήσει τα ροκ Τ – shirts της µε άλλα κατάλευκα και σιδερωµένα (µε τσάκιση στο µανίκι) µε το σλόγκαν Πατρίς – θρησκεία – οικογένεια.
Προ µονόπετρου γελούσε µε τις παρατηρήσεις της µητέρας µας. Μετά το κλείσιµο της εκκλησίας φόρεσε παρωπίδες, έπιασε τη µαµά αγκαζέ και την άφησε να την καθοδηγήσει. Ίσως επειδή είχε τροµοκρατηθεί από την επερχόµενη αλλαγή και τη µεγάλη ευθύνη και γύρισε πίσω στα παλιά και σίγουρα να στηριχτεί. Ίσως επειδή είχε δει πως η συνταγή της µητέρας µας εξασφάλισε έναν ευτυχισµένο γάµο 30 χρόνων και ήθελε να επαναλάβει την επιτυχία. Ίσως επειδή είχε µπερδευτεί απ’ όλα όσα γίνονταν και τα αντικρουόµενα πυρά –όπως φάνηκε, όλοι περίµεναν κάτι από εκείνη, κάτι ζητούσαν και το άγχος να µην τους απογοητεύσει την έκανε να σταµατήσει να σκέφτεται. Ίσως επειδή απλώς έκρυβε κάποια άλλη µέσα της που απελευθερώθηκε αµέσως µετά την πρόταση γάµου.
Όσο για το σύντροφό της, δηλαδή τον επί τέσσερα χρόνια φίλο της τον οποίο ξέρω καλύτερα από τον κολλητό µου, είχε µπερδευτεί επίσης. Εκείνος είχε ερωτευτεί και αποφασίσει να παντρευτεί το άνετο κορίτσι που ξέραµε παλιά και τώρα µια τρελή του έκανε λίστες µε νέους κανόνες, απαιτούσε αλλαγές στη συµπεριφορά και στις συνήθειές του µε την αξίωση του νέου τίτλου της ως «γυναίκα του». Τον παρηγόρησα µε µπίρες όπως κάθε φορά που τσακώνονταν και ερχόταν στο σπίτι µου για συµπαράσταση. Μόνο που αυτήν τη φορά δεν ήξερα τι να του πω. Δεν ήξερα καν αν έχω δικαίωµα να µιλήσω. Όπως µε είχε πληροφορήσει νωρίτερα η αδελφούλα µου, δεν είχα καν σχέση, οπότε δεν µπορούσα να καταλάβω πώς είναι να παντρεύεσαι.
Σε ζηλεύω
Αυτό ήταν το µόνο σηµείο που είχε δίκιο. Όχι, δεν ήξερα πώς είναι να παντρεύεσαι. Αλλά φανταζόµουν ότι είναι µια ροµαντική περίοδος που την περνάς µε το σύντροφό σου –ο οποίος µάλλον δεν καταρρέει στο σπίτι της αδελφής σου. Δεν ήξερα πώς είναι να ετοιµάζεσαι για γάµο και δεν ήµουν σίγουρη αν ήθελα να µάθω. Αυτός ο γάµος είχε φέρει πολλές αλλαγές, όχι και τόσο ευχάριστες. Αλλά δεν µπορούσα να είµαι πολύ αυστηρή µε την αδελφή µου. Γιατί, ως µεγαλύτερη και ωριµότερη, οφείλω να παραδεχτώ ότι περνούσα κι εγώ τη δική µου κρισούλα και δεν ήθελα να είµαι άδικη, να την κατηγορώ για µεταµόρφωση ενώ απλώς πρόβαλλα τα δικά µου συναισθήµατα πάνω της.
Και ως µεγαλύτερη και ωριµότερη οφείλω επίσης να παραδεχτώ ότι την ηµέρα που άκουσα ότι πρόκειται να παντρευτεί ένιωσα αυτό το τσιµπηµατάκι –ναι, ναι, το οµολογώ, ήταν ζήλια. Ζήλια γιατί η αδελφή µου και επίσηµα θα αγαπάει έναν άλλο άνθρωπο περισσότερο από εµένα. Τώρα πια δεν υπάρχει αµφιβολία, αν βρισκόµαστε σε ένα πλοίο που βούλιαζε κι αυτή είχε την ευκαιρία να σώσει µόνο έναν αγαπηµένο της, αυτός θα ήταν ο άνδρας της και όχι εγώ. Αυτό µε έκανε να νιώσω πολύ άσχηµα (και να ορκιστώ ότι δεν θα ξαναµπώ σε πλοίο single). Και το σφίξιµο χειροτέρευσε όταν συνειδητοποίησα πως σε αντίστοιχη περίπτωση εγώ θα προσπαθούσα να σώσω εκείνη γιατί ήταν ο πιο σηµαντικός άνθρωπος στη ζωή µου. Για πρώτη φορά οι µαύροι καναπέδες µου που η µητέρα µας χαρακτήριζε καταθλιπτικούς µου φάνηκαν όντως έτσι. Και ο µελλοντικός σύζυγος της αδελφής µου που σερνόταν εκεί δεν βοηθούσε την κατάσταση. Τον έστειλα στο σπίτι του µε καθησυχαστική φωνή. Πίσω στους µαύρους καναπέδες προσπάθησα να κάνω µια πιο ρεαλιστική εκτίµηση της κατάστασης. Δεν τα κατάφερα. Και παρά τις µέρες και τις νύχτες που ακολούθησαν εκεί, πάλι τίποτα. Ώσπου ήρθε η µεγάλη στιγµή, η πιο ευτυχισµένη µέρα στη ζωή της αδελφής µου.
Η μέρα της
Την ηµέρα που όριζαν τα προσκλητήρια µε ανάγλυφα γράµµατα, την ηµέρα που καθόριζε και επίσηµα ότι θα έµενα να πνιγώ σε ένα ενδεχόµενο ναυάγιο, το σπίτι µας γέµισε µε φίλες που ήρθαν να την ετοιµάσουν, να την ντύσουν νυφούλα. Φίλες από τη σχολή και τη δουλειά, οι ξαδέλφες που συµπαθούµε, κορίτσια µε µοβ µαλλιά και φουλάρια µε νεκροκεφαλές που επέδειξαν ένα εντυπωσιακό database εθίµων. Αυτά τα κορίτσια, που νόµιζα ότι θα έπρεπε να τους εξηγήσουµε ότι στην εκκλησία δεν µιλάµε, τραβούσαν το ένα από το άλλο τα πέδιλα της αδελφής µου για να γράψουν το όνοµά τους από κάτω. Γιατί, λέει, το όνοµα που θα σβηστεί θα είναι η επόµενη που θα παντρευτεί. Ενώ γελούσαν και έλεγαν τα νέα από τις δικές τους καταστροφικές σχέσεις, χειρίζονταν καλτσοδέτες και πέπλα µε επαγγελµατική ακρίβεια. Και σε καµία δεν έκαναν εντύπωση τα σατέν τριανταφυλλάκια της αδελφής µου. Και όλες γελούσαν όταν τις προέτρεπε «και στα δικά σας, ώρα να σοβαρευτείτε, δεν είµαστε µικρές πια».
Για τις φίλες της αδελφής µου δεν είχε αλλάξει τίποτα. Την είδαν να ντύνεται τούρτα και δεν σήκωσαν ούτε ένα φρύδι στην πορεία. Μάλλον το είχαν περάσει και µε άλλες φίλες τους. Ή απλώς αποδείχτηκαν πιο ανοιχτόµυαλες από εµένα. Και λιγότερο εγωίστριες. Τελικά εγώ γινόµουν η µαµά µας κάθε µέρα και πιο πολύ, παρ’ ότι την κατηγορούσα για το αντίθετο. Διότι πρόβαλλα πάνω της τα δικά µου όνειρα για το δικό µου γάµο και µε τη δικαιολογία ότι «την ξέρω» αποφάσισα πως όσα έκανε ήταν εκτός χαρακτήρα. Το οποίο είναι αλήθεια, όντως όλα αυτά ήταν εκτός χαρακτήρα –του δικού µου. Ή αυτού που θα ήθελα να έχει η αδελφή µου για να συνεχίσει να είναι cool. Ο φόβος µου ότι θα αλλάξουν τα πάντα µε αυτόν το γάµο και ότι θα τη χάσω µε έκανε να τη σκέφτοµαι όπως ήταν στα 16 της, µε ράστα µαλλιά.
Ακριβώς πάνω στην ώρα που ετοιµαζόµουν να της ζητήσω συγγνώµη γονατιστή και να της πω ότι δεν πειράζει που δεν έχει ράστα πια, εγώ την αγαπώ ακόµα, η κολλητή της σήκωσε µια τούφα κοκαλωµένη από τη λακ (λακ; Νόµιζα ότι την είχαν απαγορεύσει) και της είπε αν θέλει να ενσαρκώσει την 100χρονη θεία της µε αυτά τα µαλλιά. Εντάξει, δεν είµαι εγώ η τρελή, επήλθε όντως µια αλλαγή και την παρατήρησαν κι άλλοι.
Κρατάει χρόνια
Ένα χρόνο µετά την ηµέρα που η αδελφή µου κρέµασε τα στέφανά της µε δόξα και τιµή στον τοίχο, πάνω από το κεφαλάρι του κρεβατιού της, συνεχίζει να είναι µια άλλη. Κάποια που µερικές φορές µου λέει ότι «µια παντρεµένη γυναίκα δεν µπορεί να……..» –συµπληρώστε το κενό µε οτιδήποτε διασκεδαστικό. Λες και ο γάµος είναι κάποια σοβαρή αναπηρία και ακινητοποιεί τις παντρεµένες. Ευτυχώς για όλους µας, έχει και στιγµιαίες αναλαµπές, συνειδητοποιεί ότι αυτό που λέει είναι γελοίο και ξεκαρδίζεται µόνη της. Σε αυτό έχει βοηθήσει η κολλητή της που, µετά το επεισόδιο µε τα µαλλιά της θείας, προσπαθεί να την κρατήσει στον ίσιο δρόµο των κανονικών ανθρώπων που δεν παθαίνουν υστερίες µε τη µεγάλη αλλαγή στη σχέση και τη ζωή τους. Που, όπως φάνηκε, η αδελφή µου δεν κατάφερε να το χειριστεί και τόσο καλά. Κανείς µας δεν θέλει να ξέρει τι θα γίνει όταν µείνει έγκυος. Το επόµενο που θα ακούσουµε από το στόµα της θα είναι «είµαι µάνα εγώ και ξέρω».
gamos.gr