Γενετικό τεστ καθορίζει την αναγκαιότητα της χημειοθεραπείας
Ουάσιγκτον: Με τη βοήθεια ενός νέου γενετικού τεστ οι επιστήμονες θα μπορούν από τώρα και στο εξής να καθορίσουν ποιες ασθενείς πρέπει να υποβληθούν σε χημειοθεραπεία και ποιες όχι, σύμφωνα με νεότερη αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο The New England Journal of Medicine.
Ουάσιγκτον: Με τη βοήθεια ενός νέου γενετικού τεστ οι επιστήμονες θα μπορούν από τώρα και στο εξής να καθορίσουν ποιες ασθενείς πρέπει να υποβληθούν σε χημειοθεραπεία και ποιες όχι, σύμφωνα με νεότερη αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο The New England Journal of Medicine.
Ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ με επικεφαλής τον Δρ Soonmyung Paik χρησιμοποίησε δείγματα ιστού από γυναίκες που είχαν συμμετάσχει σε παλαιότερες κλινικές δοκιμές για την αντικαρκινική φαρμακευτική ουσία ταμοξιφαίνη, η οποία αναστέλλει την επίδραση του οιστρογόνου στα καρκινικά κύτταρα του μαστού.
Το 80% των συμμετεχόντων στην μελέτη έπασχαν από ορμονοεξαρτώμενο καρκίνο του μαστού και η ταμοξιφαίνη είχε φανεί ότι μείωνε την εξάπλωση του. Αλλά είχε τεθεί το ερώτημα ποιες εκ των ασθενών μπορούν να υποβληθούν μόνο σε χειρουργική εκτομή του καρκίνου και μόνο χορήγηση ταμοξιφαίνης ή αναστολέων της αρωματάσης.
Ο Δρ Paik προκειμένου να απαντήσει στο ερώτημα επικεντρώθηκε σε δείγματα 668 γυναικών που είχαν υποβληθεί σε χειρουργική εκτομή και ταμοξιφαίνη και όχι χημειοθεραπεία και έλεγξε 16 διαφορετικά σχετικά με τον καρκίνο γονίδια για να δει ποια απ’ αυτά ήταν ενεργά.
Στη συνέχεια έλεγξε ποιες εκ των ασθενών είχαν υποτροπιάσει μετά το χειρουργείο και τελικά προέκυψε ένα πρότυπο της κυτταρικής δραστηριότητας που συσχετιζόταν με την επανεμφάνιση του καρκίνου.
Εκ των γυναικών, το 51% άνηκε στην ομάδα χαμηλού κινδύνου, το 22% στην ομάδα μετρίου κινδύνου και το 27% στην ομάδα υψηλού κινδύνου επανεμφάνισης του καρκίνου, σύμφωνα με την γονιδιακή πρόβλεψη.
Δέκα χρόνια μετά το χειρουργείο, το 6,8% των γυναικών θεωρήθηκε ότι είχε μειωμένο κίνδυνο επανεμφάνισης του καρκίνου, συγκριτικά με το 14,3% της ομάδα μετρίας επικινδυνότητας και το 30,5% της ομάδας υψηλού κινδύνου.
Στη συνέχεια ο Δρ Paik επικεντρώθηκε σε 645 γυναίκες που έλαβαν ταμοξιφαίνη και χημειοθεραπεία. Όμοιος αριθμός γυναικών υποτροπίασε, παρά τη χημειοθεραπεία.
«Αν μια ασθενής διαγιγνώσκεται με καρκίνο του μαστού και με μειωμένη επανεμφάνιση, ξέρουμε ότι δεν θα ωφεληθεί από την χημειοθεραπεία ακόμα και αν την υποβάλλουμε σε αυτή τη διαδικασία», εξήγησε ο Δρ Paik με δηλώσεις του στο Reuters.
Οι γυναίκες με αυξημένο κίνδυνο υποτροπής, ωστόσο ωφελούνται τα μέγιστα από τη χημειοθεραπεία, καθώς από τη μελέτη διαπιστώθηκε 75% μείωση του ρυθμού επανεμφάνισης του καρκίνου μεταξύ των ασθενών με γενετικά καθορισμένο υψηλό κίνδυνο που έλαβαν ταμοξιφαίνη και χημειοθεραπεία.