Θεσσαλονίκη: Ο κάθε πολίτης στην Ελλάδα βάσει του νόμου θεωρείται δυνητικός δότης οργάνων, εφόσον δεν έχει εκφράσει τη συναίνεση ή την άρνησή του. Στην προκειμένη περίπτωση η αφαίρεση των οργάνων διενεργείται εάν δεν αντιτίθενται σε αυτήν ο σύζυγος, τα ενήλικα τέκνα, οι γονείς ή τα αδέλφια του, όπως διευκρινίστηκε από τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων με αφορμή καταγγελίες του Συλλόγου Επιστημόνων "Προοπτική".
Θεσσαλονίκη: Ο κάθε πολίτης στην Ελλάδα βάσει του νόμου θεωρείται δυνητικός δότης οργάνων, εφόσον δεν έχει εκφράσει τη συναίνεση ή την άρνησή του. Στην προκειμένη περίπτωση η αφαίρεση των οργάνων διενεργείται εάν δεν αντιτίθενται σε αυτήν ο σύζυγος, τα ενήλικα τέκνα, οι γονείς ή τα αδέλφια του, όπως διευκρινίστηκε από τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων με αφορμή καταγγελίες του Συλλόγου Επιστημόνων «Προοπτική».
Ο Σύλλογος Επιστημόνων «Προοπτική» σε ανακοίνωση με τίτλο «Μήπως έγινες δωρητής οργάνων χωρίς να το καταλάβεις;» καταγγέλλει ότι σύμφωνα με το νόμο 2737/1999 (άρθρο 12) όσοι δεν έχουν δηλώσει «όχι» στο έντυπο του Εθνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ) που διανεμήθηκε κατά την απογραφή πληθυσμού και δεν το ταχυδρομήσουν στον ΕΟΜ θεωρούνται υποψήφιοι δότες. Παράλληλα, υπογραμμίζεται ότι η φράση του συγκεκριμένου εντύπου που κάνει λόγο για αφαίρεση οργάνων «μετά του θάνατό μου» εννοεί τον εγκεφαλικό θάνατο. Ο σύλλογος αναφέρει ότι κατά την αφαίρεση των οργάνων του εγκεφαλικά νεκρού δότη η καρδιά του λειτουργεί και τονίζει ότι σε αυτή την επέμβαση μετέχει ενεργά αναισθησιολόγος, διότι ο θεωρούμενος ως νεκρός αντιδρά. Επισημαίνει ακόμη ότι μερικές φορές επανέρχεται στη ζωή ο εγκεφαλικά νεκρός. Στην ανακοίνωση καταγγέλλεται ότι, αν κάποιος αρνηθεί να γίνει δότης, του αφαιρείται η μηχανική υποστήριξη (άρθρο 12 παράγραφος 6) και ότι όποιος γιατρός δεν συμμορφωθεί έχει κυρώσεις (άρθρο 20).
Ο Εθνικός Οργανισμός Μεταμοσχεύσεων, απαντώντας στο Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων σχετικά με τις καταγγελίες αυτές, επισημαίνει: «Η μεταμόσχευση είναι μία εγχείριση κατά την οποία υγιή όργανα ή ιστοί μεταφέρονται από ένα νεκρό ή ζωντανό δότη σε έναν χρόνια πάσχοντα άνθρωπο, με σκοπό την αποκατάσταση της λειτουργίας των οργάνων του. Η μεταμόσχευση, που αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες κατακτήσεις της ιατρικής του 20ού αιώνα και έχει καθιερωθεί πλέον σήμερα ως θεραπευτική πρακτική, επιτρέπει την αποκατάσταση των λειτουργιών του σώματος, που είχαν μέχρι εκείνη τη στιγμή χαθεί και μερικώς υποκατασταθεί με μία μηχανικού τύπου μέθοδο. Απαραίτητη προϋπόθεση όμως για την εφαρμογή των μεταμοσχεύσεων θεωρείται η προσφορά οργάνων, η οποία για να επιτευχθεί απαιτούνται η ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης και η αποδοχή της ιδέας της δωρεάς ιστών και οργάνων. Η δωρεά ιστών και οργάνων μετά θάνατον είναι ένα δώρο ζωής στον πάσχοντα συνάνθρωπο και ένα μήνυμα ελπίδας, ανθρωπιάς και αλληλεγγύης».
Στο ερώτημα ποιος μπορεί να γίνει μετά θάνατον δωρητής ιστών και οργάνων ο ΕΟΜ απαντά: «Οποιοσδήποτε άνδρας ή γυναίκα, κάθε ηλικίας. Η αφαίρεση διενεργείται έπειτα από το θάνατο, έστω και αν οι λειτουργίες ορισμένων οργάνων διατηρούνται με τεχνητά μέσα, και εφόσον ο δυνητικός δότης είχε εγγράφως συναινέσει σε αυτήν, ενώ η αφαίρεση αποκλείεται αν είχε εγγράφως εκφράσει την άρνησή του. Αν ο δυνητικός δότης δεν είχε δηλώσει τη συναίνεση ή την άρνησή του, η αφαίρεση διενεργείται εάν δεν αντιτίθενται σε αυτή οι συγγενείς του».
Όσον αφορά στην τεκμηρίωση του θανάτου, ο ΕΟΜ αναφέρει: «Τρεις διαφορετικοί γιατροί που δεν είναι μέλη της μεταμοσχευτικής ομάδας κάνουν αυτόματα μία σειρά από εξετάσεις, έτσι ώστε να βεβαιωθεί ότι ο ασθενής έχει υποστεί «νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους». Τα κριτήρια είναι πολύ αυστηρά και αποδεκτά από ιατρικής, νομικής και ηθικής πλευράς και στην Ελλάδα, όπως εξάλλου και στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Το εγκεφαλικό στέλεχος είναι το τμήμα εκείνο του κεντρικού νευρικού συστήματος που συνδέει τα εγκεφαλικά ημισφαίρια με το νωτιαίο μυελό και στο οποίο εδράζουν, μεταξύ άλλων, τα κέντρα της αναπνοής και της κυκλοφορίας του αίματος. Κατά συνέπεια, νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους συνεπάγεται μη αναστρέψιμη διακοπή της αυτόματης αναπνοής και της κυκλοφορίας του αίματος. Νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους μπορεί να προκληθεί κατά τη διάρκεια κάποιου σοβαρού τροχαίου ατυχήματος που επέφερε σημαντικής βαρύτητας εγκεφαλικά τραύματα ή συνεπεία αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου»
Στο ερώτημα αν τα μηχανήματα μπορούν να κρατήσουν στη ζωή ένα άτομο εγκεφαλικά νεκρό ο ΕΟΜ απαντά: «Ο ασθενής που έχει υποστεί νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους δεν είναι δυνατόν να επανέλθει στη ζωή. Τα μηχανήματα διατηρούν απλώς την κυκλοφορία του αίματος, παρέχοντας τη δυνατότητα χρησιμοποίησης των οργάνων για μεταμόσχευση». Ο ΕΟΜ επισημαίνει ακόμη ότι κανείς δεν θα αφήσει τον ασθενή να πεθάνει επειδή ξέρει ότι θέλει να γίνει δωρητής οργάνων, γιατί η εκπαίδευση του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού βασίζεται στην αρχή ότι «η δωρεά οργάνων έρχεται πάντα δεύτερη μετά τους βασικούς ιατρικούς χειρισμούς. Προέχει η επιβίωση του ασθενή και όλες οι προσπάθειες εστιάζονται σε αυτό.» Επίσης υπογραμμίζει ότι προϋπόθεση για την έναρξη της μεταμοσχευτικής διαδικασίας αποτελεί η πιστοποίηση του θανάτου.
Παράλληλα, ο ΕΟΜ τονίζει ότι, σύμφωνα με το νόμο, η αφαίρεση οργάνων και ιστών από ζώντα ή νεκρό με σκοπό τη μεταμόσχευση σε άλλον άνθρωποι γίνεται μόνο για θεραπευτικούς σκοπούς και όχι για ερευνητικούς. Επισημαίνει ακόμη ότι η αφαίρεση ιστών και οργάνων με σκοπό τη μεταμόσχευση γίνεται χωρίς αντάλλαγμα και κάθε συναλλαγή μεταξύ λήπτη-δότη ή των οικογενειών απαγορεύεται και τιμωρείται από το νόμο. Σύμφωνα με τον ΕΟΜ ο χριστιανισμός, ο βουδισμός, ο ιουδαϊσμός και άλλες θρησκείες αντιμετωπίζουν θετικά τις μεταμοσχεύσεις, η αφαίρεση ιστών ή οργάνων από το νεκρό δότη γίνεται με τον προσήκοντα σεβασμό στο σώμα του νεκρού, ενώ αυτός που έχει δηλώσει ότι επιθυμεί να γίνει δότης και έχει αλλάξει γνώμη μπορεί να το ανακοινώσει στον ΕΟΜ και να ζητήσει τη διαγραφή του από τη λίστα δωρητών.