Στη Σιγκαπούρη ο Κυρ. Μητσοτάκης – Η προσέλκυση επενδύσεων και η… τόνωση της προσωπικής του εικόνας
Η «θετική ατζέντα» Μητσοτάκη με στόχο τη δημοσκοπική ανάκαμψη και ο ρόλος των διεθνών επαφών του. Η επίσκεψη του πρωθυπουργού στη Σιγκαπούρη, οι στοχεύσεις του ταξιδιού και οι συναντήσεις.
Περίοπτη θέση στη «θετική ατζέντα» που ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέλει να προβάλλει στην προσπάθειά του να αντιστρέψει το αρνητικό για την κυβέρνηση κλίμα, έχουν οι πρόσφατες ενεργειακές συμφωνίες, αλλά και οι διεθνείς επαφές και τα πρωθυπουργικά ταξίδια στο εξωτερικό.
Και ειδικά σε μια περίοδο που έχουν προηγηθεί οι αρνητικές εντυπώσεις από την τελευταία επίσκεψη Μητσοτάκη στις ΗΠΑ (με το ναυάγιο της συνάντησής του με τον Τ. Ερντογάν και τη συνάντηση του τελευταίου με τον Τραμπ), οι οποίες θόλωσαν την εικόνα που ο ίδιος σε όλη την κυβερνητική του θητεία φιλοτεχνεί για τον εαυτό του, ενός πρωθυπουργού δηλαδή που παίζει ρόλο στις διεθνείς εξελίξεις.
Εξ ου και όπως φάνηκε και κατά την τελευταία του συνέντευξη του Κυρ. Μητσοτάκη στην ΕΡΤ, όπου δήλωσε «σίγουρος ότι κάποια στιγμή σύντομα θα συναντηθώ και πάλι» με τον Τραμπ, γιατί «η Ελλάδα έχει έναν σημαντικό ρόλο να παίξει σε αυτό το νέο γεωενεργειακό και γεωπολιτικό περιβάλλον», ο πρωθυπουργός περιμένει και ποντάρει πολλά σε μία μελλοντική συνάντησή του με τον Αμερικανό Πρόεδρο, θέλοντας να ξορκίσει και την κριτική που έχει δεχτεί σε σχέση με το δικό του διεθνές στάτους.
Ειδικά, λοιπόν, σε αυτή τη φάση που η κυβέρνηση αναζητά εναγωνίως τη δημοσκοπική της ανάκαμψη, ο πρωθυπουργός επενδύει ακόμα περισσότερο στην προώθηση στο ακροατήριό του, του προφίλ του «διεθνώς αναγνωρισμένου ηγέτη-statesman» και της εικόνας της αποτελεσματικότητας της κυβέρνησης.
Στη Σιγκαπούρη
Σε αυτό το πλαίσιο, κυβερνητικές πηγές έλεγαν ότι, κατά την επίσκεψη του στη Σιγκαπούρη σήμερα Πέμπτη και αύριο Παρασκευή, ο πρωθυπουργός θα έχει «την ευκαιρία να παρουσιάσει το success story της ελληνικής οικονομίας, και την Ελλάδα ως επενδυτικό προορισμό και της Ασίας σε μια από τις πιο αναπτυγμένες οικονομίες της και σε επενδυτές που είναι λιγότερο εξοικειωμένοι με την Ελλάδα, σε σχέση με τους ευρωπαϊκούς και αμερικανικούς οίκους».
Στο ταξίδι του αυτό, ο Kυρ. Μητσοτάκης θα έχει συναντήσεις με τον πρωθυπουργό Lawrence Wong και με τον Πρόεδρο της Σιγκαπούρης Tharman Shanmugaratnam, και σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, πρόκειται για τη δεύτερη συνάντησή του με πρωθυπουργό της Σιγκαπούρης, καθώς τον Δεκέμβριο του 2022, ο κ. Μητσοτάκης είχε συναντηθεί στις Βρυξέλλες με τον Lee Hsien Loong, προκάτοχο του κ. Wong, στο περιθώριο της συνόδου κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την ομάδα χωρών ASEAN.
Η Ατζέντα
Στην ατζέντα των πολιτικών επαφών του πρωθυπουργού αναμένεται να βρεθούν οι διεθνείς και περιφερειακές εξελίξεις, καθώς και οι σχέσεις ΕΕ-Σιγκαπούρης και η εμβάθυνση της διμερούς συνεργασίας, ιδιαίτερα σε θέματα ψηφιακής διακυβέρνησης και εφαρμογής της τεχνητής νοημοσύνης στη διακυβέρνηση, όπου, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η Σιγκαπούρη συνιστά παγκόσμιο πρότυπο.
Στην ελληνική κυβέρνηση λένε πως Ελλάδα και Σιγκαπούρη έχουν κοινά, καθώς είναι δύο χώρες που πιστεύουν στην πολυμέρεια, στην εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου και στο ελεύθερο εμπόριο, ενώ προσθέτουν πως ο Κυρ. Μητσοτάκης θα συμμετάσχει στο μεγαλύτερο event στην ευρύτερη περιοχή, που είναι το συνέδριο «Bloomberg New Economy Forum», το οποίο, όπως αναφέρουν, φέρνει κοντά επενδυτές, ηγέτες, αξιωματούχους και εκπροσώπους από την Ασία, τις ΗΠΑ και την Ευρώπη.
Αύριο Παρασκευή ο πρωθυπουργός θα έχει, στο πλαίσιο του Forum, δημόσια συζήτηση με τον αρχισυντάκτη του Bloomberg, John Micklethwait, με επίκεντρο την «Ευρώπη και τις οικονομικές, πολιτικές, γεωπολιτικές και ενεργειακές προκλήσεις, σε έναν κόσμο που αλλάζει», ενώ κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του στη Σιγκαπούρη, θα έχει σειρά επαφών με διεθνείς επενδυτικούς οίκους/οργανισμούς, που, όπως αναφέρουν στη κυβέρνηση, έχουν σημαντική παρουσία σε ευρύ κύκλο οικονομικών δραστηριοτήτων στη Σιγκαπούρη, τη Νοτιοανατολική Ασία και ευρύτερα.
Σκοπός των συναντήσεων αυτών -λένε κυβερνητικές πηγές- είναι η ανάδειξη της Ελλάδας ως επενδυτικού προορισμού, και τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα σε παραδοσιακούς και ανερχόμενους κλάδους της ελληνικής οικονομίας.