Τρίτη 19 Μαρτίου 2024
weather-icon 21o
Brexit : Πώς η... βρετανική αυτοκρατορία βρίσκεται σε επικίνδυνο αδιέξοδο

Brexit : Πώς η… βρετανική αυτοκρατορία βρίσκεται σε επικίνδυνο αδιέξοδο

Η πολιτική κρίση στη Βρετανία γύρω από τους όρους της συμφωνίας για το Brexit έρχεται να υπογραμμίσει μια συνολικότερη κρίση προσανατολισμού για μια από τις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου

Η Βρετανία περνάει μία από τις μεγαλύτερες πολιτικές κρίσεις στην πρόσφατη ιστορία της. Οι παραιτήσεις υπουργών αλλά και η προοπτική να τεθεί θέμα ηγεσίας στο κυβερνών Συντηρητικό Κόμμα, σε συνδυασμό με το ανοιχτό ακόμη ερώτημα του εάν η συμφωνία θα καταφέρει να υπερψηφιστεί στη Βουλή των Κοινοτήτων, αποτυπώνουν το βάθος αυτής της κρίσης.

Η αιτία για αυτή την ένταση, στην οποία πρωταγωνιστούν κατεξοχήν οι σκληροπυρηνικοί οπαδοί του Brexit, θα πρέπει να αναζητηθεί στην ίδια την αντιφατικότητα των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που συσπειρώθηκαν γύρω από το αίτημα της αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Μια πρωτοβουλία εξαρχής αντιφατική

Είναι γεγονός ότι την πρωτοβουλία για να γίνει το δημοψήφισμα την πήραν κυρίως πολιτικοί προερχόμενοι από το συντηρητικό χώρο που υποστήριξαν ότι μια έξοδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση θα απάλλασσε την βρετανική οικονομία από τους παράλογους κανονιστικούς περιορισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα επέτρεπε μια στροφή προς άλλες αγορές πέραν των ευρωπαϊκών αγορών, θα περιόριζε την εισροή μεταναστών και θα οδηγούσε στην αναγέννηση τη Βρετανίας.

Η ρητορική αυτή είχε απήχηση σε συγκεκριμένες μερίδες του βρετανικού επιχειρηματικού κόσμου, όμως ένας σημαντικός κορμός, κυρίως γύρω από το City, ήταν εξαρχής εχθρικός προς την αποκοπή της Βρετανίας από τις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, θεωρώντας ότι αυτό ενείχε τον κίνδυνο μιας συνολικότερης αποκοπής της Βρετανίας από τις διεργασίες μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας.

Ταυτόχρονα, η πρόταση αυτή θεωρήθηκε ότι έδινε μια απάντηση και στην κρίση προσανατολισμού των βρετανών Συντηρητικών, καθώς τους έβγαζε από τα όρια του ευρωπαϊκού φιλελευθερισμού προς ένα συνδυασμό συντηρητισμού, πατριωτισμού και εκ νέου διεκδίκησης πρωταγωνιστικού ρόλου της Βρετανίας στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, ακυρώνοντας την υποχρέωση να ακολουθεί τις επιλογές της ΕΕ.

Ωστόσο, καθεαυτή η δυναμική αυτών των προπαγανδιστών του Brexit, σε μεγάλο βαθμό προερχόμενων από τις οικονομικές και πολιτικές ελίτ, δεν θα επαρκούσε για να κερδίσει το δημοψήφισμα.

Αυτό που έκανε τη διαφορά ήταν ο τρόπος που το αίτημα της εξόδου από την ΕΕ ήρθε να συναντηθεί με τη δυσπιστία απέναντι στην παγκοσμιοποίηση, την εργασιακή και κοινωνική ανασφάλεια και το άγχος για το μέλλον της εργατικής τάξης και ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων.

Σε αυτά τα κομμάτια η ανάκτηση της κυριαρχίας φαινόταν ως στοιχείο που θα επέτρεπε και πιο κοινωνικά προσανατολισμένες πολιτικές και θα αντέστρεφε τις καταστροφικές κοινωνικά επιπτώσεις της μετατόπισης από παραδοσιακούς βιομηχανισμούς κλάδους προς τις υπηρεσίες.

Όμως, και το στρατόπεδο των οπαδών της παραμονής υπήρξε αντίστοιχα αντιφατικό. Η συνύπαρξη ανάμεσα στο μεγαλύτερο μέρος της επιχειρηματικής ελίτ, συμπεριλαμβανομένου του City, την πιο «συστημική» πτέρυγα των Εργατικών, συνδικαλιστές ή ακτιβιστές των δικαιωμάτων των προσφύγων που φοβήθηκαν ότι η απώλεια των έστω και ισχνών εγγυήσεων που έδινε η ΕΕ θα έκανε τα πράγματα χειρότερα, αλλά και όσων ήθελαν να διατηρηθεί η αυξημένη παρουσία ευρωπαίων πολιτών στη Βρετανία, επίσης δεν όρισε ένα συμπαγές πολιτικό και κοινωνικό μπλοκ.

Η απουσία ενός συνεκτικού σχεδίου

Αυτή η αντιφατικότητα διαμόρφωσε μεν μια σαφή νίκη του Brexit, την οποία δεν θα μπορούσαν να παρακάμψουν, ούτε καν εκείνοι μέσα στο Συντηρητικό Κόμμα που ήταν οπαδοί της παραμονής. Παρότι από διάφορες πλευρές θα αμφισβητηθεί η δεσμευτικότητα της απόφασης, τελικά τόσο οι Συντηρητικοί όσο και η ηγεσία των Εργατικών θα κινηθούν στη βάση της εκτίμησης ότι οποιαδήποτε αμφισβήτηση του αποτελέσματος θα άνοιγε τους ασκούς του Αιόλου μιας ανεξέλεγκτης πολιτικής κρίσης.

Όμως, αυτό διαμόρφωνε ένα ιδιαίτερα δύσβατο πεδίο διαπραγμάτευσης, μια που πραγματικό σχέδιο για τη διαχείριση του Brexit δεν υπήρχε.

Τα επίδικα της διαπραγμάτευσης

Την ίδια στιγμή αναδεικνύονταν τα κρίσιμα ζητήματα.

Η Βρετανία διεκδικούσε να απαλλαγεί από το κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ αλλά να διατηρήσει πλήρη πρόσβαση στην Ενιαία Αγορά αλλά χωρίς ελεύθερη μετακίνηση προσώπων και με παράλληλο δικαίωμά της να προχωρήσει σε εμπορικές συμφωνίες με τρίτες χώρες.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση από τη μεριά της ήθελε να δει τη Βρετανία να πληρώνει το λογαριασμό (δεδομένου ότι ήταν χώρα που έδινε πολύ περισσότερα στον κοινοτικό προϋπολογισμό από όσα έπαιρνε, η αποχώρηση γεννά προβλήματα στα οικονομικά της Ένωσης) και ήταν αποφασισμένη να διατηρήσει την ελεύθερη μετακίνηση (όχι από κάποια ευαισθησία για τη μετανάστευση ως δικαίωμα αλλά επειδή αρκετές χώρες ήθελαν να συνεχίσουν να εξάγουν μέρος της ανεργίας τους προς τη Βρετανία).

Το ακανθώδες ιρλανδικό σύνορο

Σε όλα αυτά προστίθεντο και ιδιαίτερα προβλήματα όπως αυτό της Ιρλανδίας.

Όταν υπογράφηκε η συμφωνία για την ειρήνευση στη Βόρειο Ιρλανδία το 1998, μια κρίσιμη πλευρά της ήταν το ανοιχτό σύνορο μεταξύ Δημοκρατίας της Ιρλανδίας και Βόρειας Ιρλανδίας. Η ένταξη και του Ηνωμένου Βασιλείου και της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας στην ΕΕ διευκόλυνε και εξασφάλιζε αυτό το στοιχείο.

Στο βαθμό που καμιά από τις δύο πλευρές δεν θέλει να επιστρέψει στην προηγούμενη κατάσταση, εκτιμήθηκε ότι έπρεπε να διατηρηθεί το ανοιχτό σύμφωνο περίπου με το σημερινό καθεστώς, μέχρις ότου υπάρξει συνολική ρύθμιση.

Αυτό το «ουδέν μονιμότερο του προσωρινού» όμως θεωρείται ότι έχει τον κίνδυνο να οδηγήσει σε μια κατάσταση όπου η Βόρεια Ιρλανδία θα έχει ένα διαφορετικό θεσμικό και κανονιστικό πλαίσιο από το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο με το παράδοξο το σύνορο ανάμεσα στην Βόρεια Ιρλανδία και την υπόλοιπη Βρετανία να είναι πολύ πιο σαφές από αυτό με την Ιρλανδία. Αυτό αναγεννά, ειδικά στους Προτεστάντες συμμάχους της κ. Μέι, τον φόβο ότι θα τεθεί προοπτικά θέμα ενωμένης Ιρλανδίας.

Ο πειρασμός –και η δυσκολία– της καθαρής ρήξης

Όλα αυτά καθόρισαν και τη διαπραγμάτευση. Αποδείχτηκε ότι η ρήξη με την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να οδηγήσει αυτόματα σε μια κατάσταση όπου η Βρετανία θα μπορούσε να διεκδικήσει πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία, ακριβώς γιατί ένα μέρος της πρόσβασής της στην παγκόσμια οικονομία είναι μέσω της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Από την άλλη, η παράταση μιας μεταβατικής περιόδου στην οποία θα ισχύει το ρυθμιστικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της αρμοδιότητας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου δεν συνιστά πλήρη ανάκτηση της κυριαρχίας, ούτε επιτρέπει την πλήρη ανεξαρτησία στην άσκηση πολιτικής. Την ίδια στιγμή όλα αυτά σε κανένα βαθμό δεν σημαίνουν ότι θα υπάρξει πιο έντονο «κοινωνικό πρόσωπο».

Οι οπαδοί του «σκληρού» Brexit επιμένουν ότι εξαρχής έπρεπε τα πράγματα να πάνε σε καθαρή ρήξη, με διαπραγμάτευση μόνο στα πρακτικά θέματα που συνεπάγεται αυτή. Επιμένουν ότι είναι προτιμότερη η πλήρης ανάκτηση της δυνατότητας «δημοκρατικής αυτοκυβέρνησης» από το να διατηρήσει λόγο στο εσωτερικό της Βρετανίας και βέτο ως προς κρίσιμες αποφάσεις μια Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία πολύ δύσκολα θα αντέξει την επόμενη ύφεση και υποστηρίζουν ότι η έξοδος ακόμη και θεσμικά «βίαιη» από τους περιορισμούς που θέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση θα επιτρέψουν μια πολύ μεγάλη ανάπτυξη τα οικονομίας.

Quo vadis, Britannia?

Δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι σήμερα η βρετανική οικονομία έχει τις παραγωγικές υποδομές για να πρωταγωνιστήσει στη διεθνή οικονομία ακόμη και χωρίς την άμεση πρόσβαση στις ευρωπαϊκές αγορές, ή ότι θα μπορούσε, μέσα σε ένα περιβάλλον εμπορικών πολέμων να κάνει το φάσμα διμερών συμφωνιών που θα επέτρεπαν μια νέα δυναμική ανάπτυξης.

Ούτε είναι δεδομένο ότι οι βρετανικές επιχειρήσεις, για χρόνια «εθισμένες» σε μια ιδιαίτερα ελαστική αγορά εργασίας θα προσέφεραν στους εργαζομένους εκείνες τις απολαβές και τις εργασιακές συνθήκες που θα εξασφάλιζαν την αναγκαία κοινωνική συνοχή που υποτίθεται ότι είναι στόχος του Brexit.

Δεν είναι τυχαίο το πώς αντιμετωπίζεται από το βρετανικό κατεστημένο η πολιτική πρόταση του Τζέρεμι Κόρμπιν για ένα συνδυασμό ανάμεσα στο Brexit και μια αλλαγή συνολικά του κοινωνικού μοντέλου προς όφελος των εργαζομένων.

Αυτό εξηγεί και το σημερινό αδιέξοδο. Αν πρυτανεύσει ο φόβος για ένα εδώ και τώρα «σκληρό» Brexit, πρακτικά με το να υπάρξει καμία συμφωνία, τότε η συμφωνία που διαπραγματεύτηκε βρετανική κυβέρνηση είναι η μόνη λύση γιατί περιορίζει αυτό το ρίσκο. Την ίδια στιγμή, όμως, αυτή η συμφωνία ακυρώνει αρκετές πλευρές των πιθανών άμεσων θετικών επιπτώσεων της ρήξης, εφόσον δεν επιτρέπει την άμεση ανάκτηση κυριαρχίας. Από την άλλη, οποιαδήποτε σκέψη για νέο δημοψήφισμα θα απειλούσε με ανεπανόρθωτο κλονισμό την όποια εμπιστοσύνη στη θεσμική συνέχεια και την κοινοβουλευτική λειτουργία.

Όσο και εάν ισχύει όλα αυτά σε τελική ανάλυση αποτυπώνουν τόσο τον τρόπο που οι σύγχρονοι όροι μας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας αλλάζουν τους ίδιους τους όρους άρθρωσης της εσωτερικής πολιτικής συζήτησης και της δημοκρατικής άσκησης κυριαρχίας, άλλο τόσο ισχύει ότι στην πραγματικότητα είναι η Βρετανία –και όχι απλώς η Τερέζα Μέι– που αντιμετωπίζει τη δική της «ώρα της αλήθειας», τη στιγμή που βιώνει την απόσταση ανάμεσα στην εικόνα που έχει για τον εαυτό της και την πραγματική εικόνα.

Sports in

Η Φενέρμπαχτσε σκέφτεται να αποχωρήσει από το πρωτάθλημα Τουρκίας

Η Φενέρμπαχτσε συγκάλεσε έκτακτο διοικητικό συμβούλιο και εξετάζει το ενδεχόμενο αποχώρησης από το πρωτάθλημα, μετά τα επεισόδια στην Τραπεζούντα.

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ ΜΜΕ Α.Ε.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

Τρίτη 19 Μαρτίου 2024