Κακή η επίδραση των χαμηλών επιπέδων της βιταμίνης D στα οστά των πασχόντων από φλεγμονώδη νόσο του εντέρου
Νέα Υόρκη: Η διατήρηση επαρκών επιπέδων βιταμίνης D στον οργανισμό μπορεί να προφυλάσσει από την οστική νόσο τους πάσχοντες από φλεγμονώδη νόσο του εντέρου, σύμφωνα με έρευνα που συνδέει την ανεπάρκεια βιταμίνης D με την χαμηλότερη οστική πυκνότητα σε ομάδα πασχόντων από τη νόσο.
Νέα Υόρκη: Η διατήρηση επαρκών επιπέδων βιταμίνης D στον οργανισμό μπορεί να προφυλάσσει από την οστική νόσο τους πάσχοντες από φλεγμονώδη νόσο του εντέρου, σύμφωνα με έρευνα που συνδέει την ανεπάρκεια βιταμίνης D με την χαμηλότερη οστική πυκνότητα σε ομάδα πασχόντων από τη νόσο.
Όπως αναφέρεται στο επιστημονικό έντυπο American Journal of Gastroenterology ο Δρ Γουίλιαμ Λέσλι από το Πανεπιστήμιο της Μανιτόμπα στον Καναδά εντόπισε άτομα που πρόσφατα είχαν διαγνωστεί με φλεγμονώδες νόσημα του εντέρου (πάθηση που αναφέρεται στο παχύ ή λεπτό έντερο και χαρακτηρίζεται από διάρροια, κοιλιακό πόνο και κράμπες, αιματηρά κόπρανα, απώλεια όρεξης και βάρους και έλκη στο εντερικό τοίχωμα) και είχαν υποβληθεί σε μέτρηση οστικής πυκνότητας και των επιπέδων της βιταμίνης D, σε μια υποομάδα των 101 ασθενών.
Μόλις 22 (22%) είχαν άριστα επίπεδα βιταμίνης D. Έξι ασθενείς (6%) είχαν έλλειψη, 38 (38%) είχαν ανεπάρκεια και 35 άτομα (35%) είχαν οριακές τιμές.
Τα υψηλότερα επίπεδα βιταμίνης D σχετίστηκαν με μεγαλύτερη οστική πυκνότητα, ενώ τα χαμηλότερα με μειωμένη.
Στους 94 εκ των 101 ασθενών που υποβλήθηκαν σε επανάληψη της μέτρησης οστικής πυκνότητας σχεδόν δύο χρόνια μετά, διαπιστώθηκε θετικός συσχετισμός μεταξύ αύξησης οστικής πυκνότητας στο μεσοδιάστημα και επιπέδων της βιταμίνης D.
Aρα η βελτιστοποίηση των επιπέδων της βιταμίνης μπορεί να συμβάλλει στην πρόληψη της οστικής νόσου στους πάσχοντες από φλεγμονώδη νόσο του εντέρου. Το επόμενο βήμα των ερευνητών είναι να δουν αν η κακή κατάσταση της βιταμίνης D ή ο βαθμός της δραστηριότητας της φλεγμονώδους νόσου του εντέρου οδηγούν σε προοδευτική απώλεια της οστικής πυκνότητας.