Η τεστοστερόνη δεν παίζει ρόλο στην σεξουαλικότητα των επιληπτικών ανδρών
Νέα Υόρκη: Στους άνδρες που πάσχουν από επιληψία, η σεξουαλική λειτουργικότητα δεν φαίνεται να σχετίζεται άμεσα με τα επίπεδα της τεστοστερόνης, σύμφωνα με βρετανική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Neurology.
Νέα Υόρκη: Στους άνδρες που πάσχουν από επιληψία, η σεξουαλική λειτουργικότητα δεν φαίνεται να σχετίζεται άμεσα με τα επίπεδα της τεστοστερόνης, σύμφωνα με βρετανική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Neurology.
Αν και η σεξουαλική δυσλειτουργία στους άνδρες με επιληψία θεωρείται συχνότερη απ’ ότι στους άνδρες που δεν έχουν επιληψία, οι περισσότερες μελέτες επί του θέματος είναι μικρές σε μέγεθος και δεν έχουν όλες αναδείξει διαφορές ως προς την σεξουαλική λειτουργικότητα.
Η Δρ Σούζαν Ντάνκαν και οι συνεργάτες της στο Δυτικό Γενικό Νοσοκομείο του Εδιμβούργου εξηγεί ότι «όποτε προκύπτει σεξουαλική δυσλειτουργία συνήθως αποδίδεται στα αντιεπιληπτικά φάρμακα που μειώνουν τα επίπεδα της τεστοστερόνης».
Οι ερευνητές συνέκριναν τη σεξουαλική λειτουργικότητα 60 ανδρών με επιληψία που έπαιρναν μόνο έναν αντιεπιληπτικό παράγοντα και 60 υγιών ανδρών.
Η ομάδα των επιληπτικών ατόμων ανέφερε μειωμένα επίπεδα σεξουαλικής επιθυμίας και στυτικής λειτουργίας και υψηλότερα επίπεδα άγχους, κατάθλιψης και ψυχολογικής δυσφορίας.
Το άγχος και η κατάθλιψη είναι συχνά στην επιληψία, και οι δυο επηρεάζουν την λίμπιντο αρνητικά. Μάλιστα οι ερευνητές παρατήρησαν ότι όσο περισσότερο αγχωμένος ή καταθλιπτικός ήταν ο ασθενής, τόσο λιγότερες οι πιθανότητες να ενδιαφέρεται για ερωτική επαφή.
Δεν καταγράφηκαν συσχετισμοί μεταξύ σεξουαλικού ενδιαφέροντος και επιπέδων τεστοστερόνης. Αυτό δεν προκαλεί έκπληξη καθώς οι άνδρες του δείγματος είχαν φυσιολογικά επίπεδα τεστοστερόνης.
Η σεξουαλική λειτουργία των ατόμων με επιληψία είναι πολυπαραγοντική. Η ιστορική επικέντρωση στα ορμονικά επίπεδα και η εξαίρεση άλλων πιθανών αιτίων της σεξουαλικής δυσλειτουργίας, μπορεί να έχει γίνει αιτία στέρησης ορισμένων ασθενών μια ολιστικής προσέγγισης της σεξουαλικής δυσλειτουργίας.