Η μηνιγγίτιδα είναι ένα από τα λοιμώδη νοσήματα της παιδικής ηλικίας που τρομάζουν τόσο τους γονείς όσο και τους γιατρούς ακόμα και στο άκουσμα του ονόματός τους. Τι είναι όμως η συγκεκριμένη νόσος, πού οφείλεται και πώς αντιμετωπίζεται;
Η μηνιγγίτιδα είναι ένα από τα λοιμώδη νοσήματα της παιδικής ηλικίας που τρομάζουν τόσο τους γονείς όσο και τους γιατρούς ακόμα και στο άκουσμα του ονόματός τους. Τι είναι όμως η συγκεκριμένη νόσος, πού οφείλεται και πώς αντιμετωπίζεται;
Τι είναι η μηνιγγίτιδα και ποια τα αίτιά της;
Υπάρχουν τρία προστατευτικά καλύμματα του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού, τα οποία ονομάζονται μήνιγγες. Ο όρος «μηνιγγίτιδα» σημαίνει φλεγμονή των μηνίγγων.
Προκαλείται από διάφορους μικροοργανισμούς, τόσο από μικρόβια όσο και από ιούς. Η μηνιγγίτιδα που προέρχεται από ιούς ονομάζεται ιογενής και γενικά είναι πιο συχνή αλλά λιγότερο σοβαρή και τα αντιβιοτικά δεν είναι αποτελεσματικά. Συχνά ονομάζεται και «άσηπτη» μηνιγγίτιδα και σε γενικές γραμμές τα συμπτώματά της θεωρούνται ήπια, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και πολύ σοβαρές μορφές ιογενούς μηνιγγίτιδας.
Οι συχνότεροι ιοί που προξενούν την ιογενή μηνιγγίτιδα είναι οι εντεροϊοί και οι ιοί της ιλαράς, της παρωτίτιδας και της ανεμευλογιάς.
Η μικροβιακή μηνιγγίτιδα είναι λιγότερο συχνή από την ιογενή, αλλά συνήθως είναι πολύ σοβαρή και χρειάζεται επείγουσα θεραπεία με αντιβιοτικά.
Τρία είναι τα πιο συνηθισμένα μικρόβια που προκαλούν τη μικροβιακή μηνιγγίτιδα: 1. Ο μηνιγγιτιδόκοκκος (Neisseria meningitidis) 2. Ο πνευμονιόκοκκος 3. Ο αιμόφιλος της ινφλούεντζας (Haemophilus influenzae) τύπου 1.
Επειδή τα συμπτώματα στις ιογενείς και στις μικροβιακές μηνιγγίτιδες μοιάζουν μεταξύ τους, η διαφορά καθορίζεται μόνο με εργαστηριακές εξετάσεις στο νοσοκομείο.
Πόσο σοβαρή είναι η μικροβιακή μηνιγγίτιδα;
Εάν γίνει γρήγορη διάγνωση και αρχίσει έγκαιρα η θεραπεία, οι περισσότεροι ασθενείς αναρρώνουν πλήρως. Ωστόσο, σε μερικές περιπτώσεις, παρά τις προσπάθειες του γιατρού μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμη αναπηρία, όπως κώφωση ή εγκεφαλική βλάβη, ή ακόμα και να αποβεί μοιραία.
Πώς μεταδίδεται ο μηνιγγιτιδόκοκκος;
Ο άνθρωπος είναι η μόνη πηγή μετάδοσης της νόσου. Ο μηνιγγιτιδόκοκκος είναι ένα συνηθισμένο μικρόβιο που υπάρχει στο πίσω μέρος της μύτης και του φάρυγγα. Ατομα οποιασδήποτε ηλικίας μπορούν να φέρουν το μικρόβιο, χωρίς να αρρωστήσουν, είναι δηλαδή φορείς.Το ποσοστό των φορέων που εκδηλώνουν τη νόσο είναι ελάχιστο.
Η μετάδοση του μηνιγγιτιδόκοκκου γίνεται μόνο με άμεση επαφή, δηλαδή με το φτάρνισμα, το βήχα ή το φιλί. Το μικρόβιο δεν υπάρχει ελεύθερο στο περιβάλλον. Κάτω από ορισμένες συνθήκες, οι οποίες δεν έχουν εξακριβωθεί πλήρως, τα μικρόβια είναι δυνατόν να «ξεπεράσουν» τους αμυντικούς μηχανισμούς του οργανισμού και να προκαλέσουν τη νόσο.
Η περίοδος που μεσολαβεί από τη στιγμή που το άτομο θα έλθει σε επαφή με το μικρόβιο μέχρι να εκδηλώσει τα πρώτα συμπτώματα της νόσου (περίοδος επώασης) κυμαίνεται από δύο έως δέκα ημέρες μετά την έκθεση .
Παράγοντες κινδύνου
Οι μόνοι γνωστοί προδιαθεσικοί παράγοντες είναι ο εξασθενημένος οργανισμός, το στρες, η κούραση και η ταυτόχρονη προσβολή από άλλες άλλες ιώσεις που έχουν οδηγήσει σε καταπόνηση του οργανισμού. Αυξημένος κίνδυνος νόσησης υπάρχει όταν πολλά άτομα είναι συγκεντρωμένα σε κλειστούς χώρους (συγχρωτισμός), όπου η μετάδοση ευνοείται από τη στενή επαφή. Τέτοιοι χώροι είναι, για παράδειγμα, τα νηπιαγωγεία, τα σχολεία, τα οικοτροφεία, οι φοιτητικές εστίες, οι στρατώνες, οι κατασκηνώσεις κ.λπ..
Επίσης, αύξηση των κρουσμάτων μηνιγγίτιδας παρατηρείται κυρίως τους χειμερινούς μήνες, διότι τότε αυξάνεται η συχνότητα των μεταδιδόμενων μέσω σταγονιδίων ασθενειών.
Ποια είναι τα συμπτώματα της μηνιγγίτιδας;
Τα συμπτώματα της μηνιγγίτιδας παρουσιάζονται απότομα ή εξελίσσονται βραδέως, ανάλογα με τη γενική κατάσταση της υγείας του ατόμου, το αίτιο της νόσου, την ηλικία του ατόμου και την κατάσταση του ανολογικού του συστήματος. Δεδομένου ότι τα αρχικά χαρακτηριστικά και συμπτώματα της μηνιγγίτιδας -πυρετός, ευερεθιστότητα και κεφαλαλγία- μοιάζουν με αυτά της γρίπης ή του κοινού κρυολογήματος, η διάγνωση στα αρχικά στάδια της νόσου ενδέχεται να καθυστερήσει. Γι’ αυτόν το λόγο οι γονείς θα πρέπει να είναι ενημερωμένοι για τα πιθανά «ανησυχητικά» συμπτώματα, έτσι ώστε να γνωρίζουν πότε θα πρέπει να αναζητούν ιατρική βοήθεια χωρίς καθυστέρηση.
Ως γενικό κανόνα να θυμάστε ότι όσο πιο μικρή ηλικία έχει το παιδί τόσο λιγότερο χαρακτηριστικά θα είναι τα συμπτώματα.
Στα βρέφη τα συμπτώματα συνήθως επιδεινώνονται σταδιακά. Ευερεθιστότητα, ανησυχία, ασυνήθιστο υψίσυχνο κλάμα και άρνηση λήψης φαγητού μπορεί να είναι τα μοναδικά συμπτώματα. Στα νήπια και στα παιδιά παρατηρούνται και συμπτώματα ενδεικτικά της φλεγμονής των μηνίγγων, όπως ναυτία, εμετοί, υπνηλία, φωτοφοβία, έντονος πονοκέφαλος και αυχενική δυσκαμψία.
Το κυριότερο γνώρισμα της μηνιγγίτιδας είναι η αυχενική δυσκαμψία, αν και στα παιδιά ηλικίας κάτω του έτους μπορεί να μην εκδηλωθεί παρά μόνο στα τελικά στάδια της νόσου. Στα μεγαλύτερα παιδιά ο αυχένας είναι τόσο επώδυνος που αποφεύγουν και την παραμικρή κίνηση του. Έτσι, το παιδί στέκεται ακίνητο με τον αυχένα άκαμπτο.
Ο πάσχων συνήθως εμφανίζει υψηλό πυρετό, μολονότι μπορεί και μην έχει υψηλή θερμοκρασία. Στο 30% των περιπτώσεων προκαλούνται σπασμοί. Ένα από τα χαρακτηριστικά της μικροβιακής μηνιγγίτιδας είναι ότι η νόσος εξελίσσεται ταχύτατα και δεν υπάρχει μεσοδιάστημα έστω και φαινομενικής καλυτέρευσης του πάσχοντος Ατομα που έχουν μηνιγγίτιδα αισθάνονται και δείχνουν πολύ εξασθενημένα («όψη πάσχοντος»). Η ασθένεια επιδεινώνεται σε μία ή δύο ημέρες, αλλά ενδέχεται να εξελιχθεί και πολύ πιο γρήγορα, μερικές φορές μέσα σε μερικές ώρες.
Συνοψίζοντας, τα παρακάτω συμπτώματα εμφανίζονται είτε αμέσως είτε με κάποια καθυστέρηση. Αυτά είναι: – Έντονος πονοκέφαλος – Υψηλός πυρετός – Αυχενική δυσκαμψία – Πόνος στις αρθρώσεις – Ζαλάδα ή σύγχυση – Υπνηλία – Φωτοφοβία – Χαρακτηριστικό εξάνθημα «κόκκινων κηλίδων»* – Κωματώδης κατάσταση.
* Τόσο τα παιδιά όσο και οι ενήλικες μπορεί να έχουν εξάνθημα μερικών κόκκινων κηλίδων στο δέρμα. Αυτό εμφανίζεται σε περίπτωση σηψαιμίας και παρατηρείται κυρίως στις περιπτώσεις μηνιγγίτιδας που οφείλεται στο μηνιγγιτιδόκοκκο.
Τι θα πρέπει να κάνετε όταν διαπιστώσετε «ύποπτα» συμπτώματα μηνιγγίτιδας
– Καλέστε αμέσως το γιατρό σας. – Εξηγήστε του γιατί ανησυχείτε, περιγράψτε προσεκτικά τα συμπτώματα του ασθενή και ζητήστε τη συμβουλή του. – Εάν ο γιατρός σας δεν μπορεί να σας δει, πρέπει να πάτε αμέσως στο πλησιέστερο νοσοκομείο.
Μέτρα αντιμετώπισης
Ύποπτα» συμπτώματα: Καλέστε αμέσως το γιατρό σας ή πηγαίνετε στο πλησιέστερο νοσοκομείο και περιγράψτε προσεκτικά τα συμπτώματα του ασθενή.
Χορήγηση αντιβιοτικού: Η όσο το δυνατόν γρηγορότερη θεραπεία με το κατάλληλο αντιβιοτικό βοηθά στην αντιμετώπιση της νόσου.
Σε περίπτωση εμφάνισης κρούσματος: Συνιστάται ο καλός αερισμός των χώρων. Η απολύμανση των χώρων δεν ενδείκνυται, δεδομένου ότι ο μηνιγγιτιδόκοκκος είναι αρκετά ευαίσθητος και δεν επιζεί στο περιβάλλον πολλή ώρα.
Οσφυονωτιαία παρακέντηση
Εάν υπάρχει υπόνοια μηνιγγίτιδας, ο ασθενής θα πρέπει να εισαχθεί αμέσως στο νοσοκομείο, όπου θα του χορηγηθούν αντιβιοτικά ενδοφλεβίως· επιπλέον, επιβάλλεται να τεθεί σε συνεχή στενή παρακολούθηση, ώστε να αντιμετωπιστούν εγκαίρως οι πιθανές επιπλοκές της νόσου.
Είναι απαραίτητη η διεξαγωγή οσφυονωτιαίας παρακέντησης (ΟΝΠ) για τη λήψη δείγματος εγκεφαλονωτιαίου υγρού ( ΕΝΥ), δηλαδή υγρού που περιβάλλει τον εγκέφαλο και το νωτιαίο μυελό. Το ΕΝΥ θα εξεταστεί στο εργαστήριο και θα εντοπιστούν ο υπεύθυνος μικροοργανισμός και η ευαισθησία του στο χορηγούμενο αντιβιοτικό.
Η οσφυονωτιαία παρακέντηση αφορά σε είσοδο μιας βελόνης στο κατώτερο τμήμα της σπονδυλικής στήλης του ασθενούς, από όπου λαμβάνεται πολύ μικρή ποσότητα ΕΝΥ που χρησιμοποιείται για ανάλυση.
Μολονότι η ιδέα της οσφυονωτιαίας παρακέντησης μοιάζει τρομακτική, η μέθοδος θεωρείται ασφαλής και προκαλεί ελάχιστη δυσφορία και πόνο στον πάσχοντα. Σε καμία περίπτωση ο γονιός δεν θα πρέπει να φέρει αντίρρηση στη διεξαγωγή της εξέτασης, εάν ο ιατρός τη θεωρεί απαραίτητη. Μπορεί να διακινδυνεύσετε τη ζωή του παιδιού σας.
Μέτρα πρόληψης
Ορισμένοι τύποι μηνιγγίτιδας είναι δυνατόν να προληφθούν μέσω χημειοπροφύλαξης ή εμβολιασμού.
1. Χημειοπροφύλαξη Σε άτομα με τα οποία ήλθε σε στενή επαφή ο ασθενής χορηγούνται αντιβιοτικά όσο το δυνατόν γρηγορότερα (τις πρώτες 48 ώρες από την επαφή με τον πάσχοντα). Έτσι, ελαττώνεται, χωρίς όμως να αποκλειστεί, η πιθανότητα εμφάνισης της νόσου.
2. Υπάρχοντα εμβόλια κατά ορισμένων τύπων της μηνιγγίτιδας
α. Για το μηνιγγιτιδόκοκκο ομάδας A και C: – Πολυσακχαριδικά εμβόλια: 1. Διδύναμο (τύποι Α και C) και τετραδύναμο (Α, C, W-135, Y) προσφέρουν προστασία μικρής χρονικής διάρκειας (έως δύο χρόνια) και δεν προστατεύουν τα παιδιά ηλικίας κάτω των δύο ετών. 2. Σήμερα στη χώρα μας, καθώς και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, κυκλοφορεί το πρώτο συζευγμένο εμβόλιο κατά του μηνιγγιτιδόκοκκου τύπου C: – Το εμβόλιο αυτό εξασφαλίζει μακροχρόνια προστασία ακόμα και σε βρέφη από την ηλικία των δύο μηνών και άνω. – Περιορίζει τον αριθμό θανάτων, δεδομένου ότι η ομάδα C ευθύνεται για ένα ποσοστό αιφνίδιων (κεραυνοβόλων) μορφών της μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου.
β. Για τον αιμόφιλο της ινφλούεντζας (Haemophilus influenzae): Αυτό το εμβόλιο αποτελεί μέρος του συνηθισμένου προγράμματος εμβολιασμού.
γ.Κατά του πνευμονιόκοκκου: Αυτήν τη στιγμή στη χώρα μας υπάρχουν μόνο πολυσακχαριδικά εμβόλια κατά του πνευμονιόκοκκου που προξενεί μηνιγγίτιδα και συνιστώνται μόνο για άτομα που ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου.
Επειδή για το μηνιγγιτιδόκοκκο τύπου Β δεν υπάρχει ακόμα εμβόλιο, εάν παρατηρήσετε ακόμα και σε εμβολιασμένο για τους υπόλοιπους τύπους μηνιγγίτιδας άτομο τα παραπάνω συμπτώματα, επικοινωνήστε άμεσα με το γιατρό σας.
Παρά την πρόοδο της επιστήμης στον τομέα της ιατρικής, η μηνιγγίτιδα εξακολουθεί να είναι μια επικίνδυνη νόσος, ιδίως για τα παιδιά. Ο ρόλος των γονέων θεωρείται σημαντικός, όσον αφορά στην έγκαιρη αναγνώριση των συμπτωμάτων της νόσου. Επίσης, δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι η άμεση έναρξη της ανάλογης θεραπευτικής αγωγής επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την τελική έκβαση της πάθησης και αποτρέπει τις μόνιμες εγκεφαλικές βλάβες ή τη μοιραία κατάληξη του ασθενούς. Ας ελπίσουμε ότι η ανακάλυψη νέων εμβολίων θα ελαττώσει τη συχνότητα της τόσο σοβαρής νόσου.
Τα συστατικά του χυμού παντζαριού υποστηρίζουν την καρδιά και την κυκλοφορία του αίματος, ενώ παράλληλα συμβάλλουν στη φυσική ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης.