
Κυπριακό: Ενώπιον της Ιστορίας (και πάλι)
Άλλη μια κρίσιμη καμπή
Σε λίγες ημέρες, στις 17 και 18 Μαρτίου, θα πραγματοποιηθεί στη Γενεύη, κατόπιν σχετικής προσκλήσεως του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες, διευρυμένη συνάντηση για το Κυπριακό, με τη συμμετοχή ασφαλώς των ηγετών των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων, καθώς και της Ελλάδας, της Τουρκίας και του Ηνωμένου Βασιλείου ως εγγυητριών δυνάμεων.
Ενόψει της άτυπης αυτής πενταμερούς, ο κύπριος πρόεδρος, Νίκος Χριστοδουλίδης, ο οποίος θα επισκεφθεί το προσεχές Σάββατο την Αθήνα για τις αναγκαίες προπαρασκευαστικές διαβουλεύσεις με τον έλληνα πρωθυπουργό, δήλωσε χθες μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
«Στόχος μας είναι ένας: η επανέναρξη των συνομιλιών από εκεί που διακόπηκαν στο Κραν-Μοντανά, στη βάση του συμφωνημένου πλαισίου. Δεν συζητάμε οτιδήποτε άλλο.
Λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς εξελίξεις, τα όσα βλέπουμε σε σχέση με τη Ουκρανία, σε σχέση με την περιοχή μας […], αν υπάρξει ανταπόκριση από πλευράς Τουρκίας στο πλαίσιο που σας έχω προαναφέρει, τότε ναι, μπορούμε να προσδοκούμε για θετικές εξελίξεις.
Από δικής μας πλευράς θα πράξουμε ό,τι είναι δυνατόν, πάντα στο πλαίσιο που προανέφερα. Δεν συζητάμε την όποια άλλη μορφή λύσης ή τις οποιεσδήποτε κινήσεις ή μέτρα που αποσκοπούν σε παγίωση της κατοχής ή κτίσιμο υποδομής για άλλη μορφή λύσης του Κυπριακού».
Δεδομένης της πάγιας αυτής θέσης της ελληνικής πλευράς, αλλά και της αδιαλλαξίας της άλλης πλευράς, που αποσκοπεί κατά τα φαινόμενα στην αναγνώριση των Κατεχομένων και μόνο, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι ο διακηρυγμένος στόχος του Γκουτέρες —η εξεύρεση ενός κοινώς αποδεκτού τρόπου να αρθεί το αδιέξοδο, ώστε να δημιουργηθεί εκ νέου κινητικότητα στο Κυπριακό μετά το ναυάγιο της διάσκεψης του 2017— κάθε άλλο παρά απλή υπόθεση είναι.
Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρούμε ότι είναι ενδιαφέρουσα η προσέγγιση του πολύπλοκου εθνικού ζητήματος μέσα από την οπτική του Ευάγγελου Βενιζέλου, όπως αυτή είχε διατυπωθεί πριν από μία και πλέον εικοσαετία, σε άρθρο του που είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Τα Νέα» στις 14 Απριλίου 2004, λίγες ημέρες πριν από τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος για το Σχέδιο Ανάν (24 Απριλίου 2004). Από το εν λόγω κείμενο του Βενιζέλου, που έφερε τον τίτλο «Η επόμενη ημέρα στην Κύπρο», προέρχονται τα ακόλουθα —άκρως επίκαιρα κατά την αντίληψή μας, μια και εξακολουθούμε ως Έλληνες εν συνόλω να είμαστε σε μεγάλο, ιστορικό δίλημμα— αποσπάσματα:
[…]
Η καταγραφή αυτή (σ.σ. των θετικών και των αρνητικών πτυχών ενδεχόμενης αποδοχής του Σχεδίου Ανάν) είναι πιστεύω εύγλωττη. Η στάθμιση είναι εξαιρετικά δύσκολη. Το δίλημμα είναι ιστορικό. Πρέπει όμως να απαντηθεί. Και πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε την επόμενη ημέρα, η οποία θα είναι ούτως ή άλλως εξαιρετικά δύσκολη και απαιτητική, είτε γίνει αποδεκτό είτε απορριφθεί (σ.σ. όπερ και εγένετο) το σχέδιο Ανάν. Η διαχείριση της επόμενης ημέρας απαιτεί ενότητα, ικανότητα και αξιοπιστία, τόσο της κυπριακής όσο και της ελληνικής πλευράς. Οι προϋποθέσεις αυτής της ενότητας, της ικανότητας και της αξιοπιστίας διαμορφώνονται τώρα, με βασικό κριτήριο τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε το δίλημμα. Γιατί έχει ιδιαίτερη σημασία να διατυπώνουμε με αλληλοσεβασμό, ειλικρίνεια, σαφήνεια και πληρότητα τον συλλογισμό μας και τη θέση μας ενώπιον των πολιτών, αλλά και ενώπιον της Ιστορίας. […]
Ελληνοκύπριοι και Ελλαδίτες θα είμαστε πάντοτε μαζί. Η θέση των Ελληνοκυπρίων πολιτών είναι εξ ορισμού απολύτως σεβαστή. Οφείλουμε όμως να θέσουμε με σαφήνεια το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούμαστε, χωρίς άλλα να λέμε και άλλα να εννοούμε, και χωρίς να επαναλαμβάνουμε εύκολα στερεότυπα.
Αν είναι πολλοί πλέον στην Κύπρο αυτοί που προβληματίζονται, μέχρι του σημείου της άρνησης, με την προοπτική μιας διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδιακής λύσης (σ.σ. αυτή παραμένει μέχρι και σήμερα η θέση με την οποία προσέρχεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων η ελληνική πλευρά), καλό είναι να το πουν ευθέως για να δούμε πώς μπορούμε να διαμορφώσουμε μια ανάλογη, ασφαλή και αποτελεσματική στρατηγική.
Σε κάθε περίπτωση, η επόμενη ημέρα πρέπει να βρει ενωμένο τον ελληνοκυπριακό λαό, σε στενή συνεργασία με την Ελλάδα και τους πολιτικούς εκπροσώπους της.
[…]
Η Ιστορία δεν έχει τέλος, έχει όμως κρίσιμες καμπές που αξιολογούνται πολύ αργότερα. Η αποδοχή λύσεων συνεπάγεται ανάληψη ευθυνών που προσωποποιούνται και καταλογίζονται εύκολα. Η απόρριψη λύσεων, στο όνομα καλύτερων λύσεων που θα έλθουν αργά ή γρήγορα, μπορεί να προσωποποιείται αλλά δεν καταλογίζεται εύκολα, γιατί πάντοτε υπάρχει το επιχείρημα ότι ο χρόνος, όπως κυλά, φέρνει κάποτε νέες δυνατότητες και ευκαιρίες. Το ζήτημα είναι σε τελική ανάλυση ζήτημα ειλικρίνειας με την Ιστορία και τον εαυτό μας και ζήτημα αντοχής και υπομονής που σίγουρα ξεπερνά τα όρια της ανθρώπινης ζωής και μετριέται με μέτρα ιστορικά, τα οποία είναι πολύ σοβαρά, αλλά συνήθως αόριστα.
Ας γράψουμε λοιπόν αυτό το κεφάλαιο της Ιστορίας όπως θέλουμε, ως Ελληνισμός, χωρίς να μεταθέτουμε όμως τις ευθύνες σε άλλους.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις