
Ο Τραμπ διαβάζει εσφαλμένα τη Ρωσία και παραπαίει στα βήματα του Μπάιντεν
Ο Τραμπ φαίνεται να υποστηρίζει μια αναξιόπιστη θεωρία για τη Ρωσία, η οποία προωθήθηκε από τον Τζο Μπάιντεν και το βαθύ κράτος των ΗΠΑ.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, μέσω Truth Social και συνεντεύξεων, προωθεί την ιδέα ότι η Ρωσία πρέπει να βιαστεί και να συνάψει μια συμφωνία για την Ουκρανία προτού ο ίδιος, εκμεταλλευόμενος τα οικονομικά προβλήματά της, επιβάλει υψηλούς δασμούς και άλλες κυρώσεις (στη φωτογραφία από EPA-EFE/Yuri Kochetkov, ο Τραμπ και ο Πούτιν, στο βάθος, αποτυπωμένοι σε κούκλες ματριόσκα).
Για να υπερτονίσει την άποψή του σχετικά με τη ματαιότητα του πολέμου στην Ουκρανία, ισχυρίζεται ότι η Ρωσία έχει υποστεί ανθρώπινες απώλειες άνω του ενός εκατομμυρίου και η Ουκρανία 800.000.
Ο Τραμπ φαίνεται να προωθεί την πολιτική Μπάιντεν για αλλαγή καθεστώτος στη Ρωσία
Τζο Μπάιντεν και Ντόναλντ Τραμπ στο Οβάλ Γραφείο του Λευκού Οίκου τη 13η Νοεμβρίου 2024 (φωτογραφία Reuters/Kevin Lamarque)
Οι αριθμοί των θυμάτων που αναφέρει ξεπερνούν ακόμη και τις παλαβές εκτιμήσεις του Κιέβου. Οι «επίσημοι» αριθμοί που διαδίδει ο Ζελένσκι είναι ότι η Ρωσία έχει υποστεί 812.670 απώλειες μέχρι σήμερα, ενώ η Ουκρανία έχει χάσει 43.000 (νεκροί).
Είναι ευρέως αποδεκτό ότι η αναλογία τραυματιών προς νεκρούς σ’ αυτόν τον πόλεμο είναι 3 προς 1, επομένως, κατά τους αριθμούς του Ζελένσκι, η Ουκρανία έχει συνολικά 129.000 απώλειες.
Μην πιστεύετε τους αριθμούς του Ζελένσκι, καθώς το κόστος σε ανθρώπινο δυναμικό για την Ουκρανία είναι μεγαλύτερο απ’ αυτό που αναφέρει, γράφει σε ανάλυσή του ο Stephen Bryen, πρώην αναπληρωτής υφυπουργός Αμυνας των ΗΠΑ, ειδικός στη στρατηγική και την τεχνολογία ασφάλειας.
Και οι δύο πλευρές εννοείται παρουσιάζουν παραποιημένη εικόνα σχετικά με το θέμα. Οι Ρώσοι δεν δημοσιοποιούν καθόλου αριθμούς, ενώ οι Ουκρανοί υπερβάλλουν όταν αναφέρονται στο αντίπαλο στρατόπεδο προκειμένου να καθησυχάσουν το κοινό τους και τους υποστηρικτές τους στο ΝΑΤΟ.
Οι ρωσικές απώλειες
Οι καλύτερες πληροφορίες για τις ρωσικές απώλειες προέρχονται από έναν φορέα που ονομάζεται Mediazona. Πρόκειται για ένα ρωσικό ανεξάρτητο μέσο ενημέρωσης, στο οποίο η ρωσική κυβέρνηση επιχειρεί να βάλει λουκέτο καθώς τάσσεται φανατικά κατά του Πούτιν.
Η αναφορά του για τους Ρώσους μεταξύ της 24ης Φεβρουαρίου 2022 και της 18ης Ιανουαρίου 2025 είναι 88.726 «επιβεβαιωμένοι νεκροί». Χρησιμοποιώντας την αναλογία 3 προς 1, έχουμε συνολικά 266.178 ρωσικές απώλειες, ή περίπου το ένα τέταρτο απ’ όσες ανέφερε ο Τραμπ.
Η άποψή του για την κατάσταση της ρωσικής οικονομίας πιθανότατα διαμορφώνεται απ’ όσα του έχουν πει οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών. Φαίνεται να πιστεύει ότι η οικονομία της Ρωσίας βρίσκεται υπό κατάρρευση, και αυτό τον οδηγεί ν’ απευθύνει προειδοποιήσεις στον Πούτιν να βιαστεί για τη σύναψη μιας συμφωνίας προκειμένου ν’ αποφύγει τις συνέπειες.
Η οικονομία της Ρωσίας σε πτώση…
Ο δυτικός Τύπος βρίθει δημοσιευμάτων που όλα παρουσιάζουν την ίδια αφήγηση. Η οικονομία της Ρωσίας βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση και σε τεράστια κρίση. Αυτό το «θέμα» συνοδεύεται με αναφορές που θέλουν τον Πούτιν ν’ αντιμετωπίζει προβλήματα στο εσωτερικό του, να έχει εξαγριωθεί με τους οικονομικούς του συμβούλους και ν’ απαιτεί κάποιου είδους διόρθωση.
Οποιος διεξάγει έναν πόλεμο που είναι δαπανηρός, που η αξία του εθνικού νομίσματος έχει πέσει κατακόρυφα, τα επιτόκια είναι ασυνήθιστα και ο πληθωρισμός σχεδόν εκτός ελέγχου, φυσικά θ’ ανησυχούσε και θα σήμαινε συναγερμό. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ο Πούτιν ή οι υπουργοί του έχουν πανικοβληθεί και η ρωσική κυβέρνηση πρόκειται να καταρρεύσει.
Τα περισσότερα απ’ αυτά τα άρθρα που κατακλύζουν τα δυτικά μέσα ενημέρωσης δεν έχουν πηγές. Ακόμα και όταν υπάρχουν, είναι έμμεσες.

«O Πούτιν δεν είναι ακόμη απελπισμένος» και τα οικονομικά προβλήματα της Ρωσίας δεν θ’ αναστρέψουν το κλίμα στην Ουκρανία, γράφει το Foreign Affairs (εικόνα από pravda.com.ua)
Για παράδειγμα, η φιλοουκρανική Daily Mail (γνωστή για την πλήρη έλλειψη αντικειμενικότητας στο θέμα της Ουκρανίας) γράφει ότι ο Ολεγκ Βιούγκιν, πρώην αντιπρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας, ισχυρίζεται ότι η Μόσχα «βεβαίως, θα ήθελε για οικονομικούς λόγους να διαπραγματευτεί ένα διπλωματικό τέλος της σύγκρουσης».
Η ανάλυση στο Foreign Affairs
Μέχρι στιγμής, η καλύτερη μη κυβερνητική ανάλυση για τη Ρωσία δημοσιεύτηκε στο Foreign Affairs από την Alexandra Propenenko. Είναι μέλος του Carnegie Russia Eurasia Center στο Βερολίνο. Εργάστηκε στην κεντρική τράπεζα της Ρωσίας μέχρι τις αρχές του 2022.
Το επιχείρημά της εστιάζει στο ότι «ο Πούτιν δεν είναι ακόμη απελπισμένος» και τα οικονομικά προβλήματα δεν θ’ αναστρέψουν το κλίμα στην Ουκρανία. Γράφει: «Το πρόβλημα για τη Δύση είναι ο χρόνος. Οι πολιτικοί ηγέτες θέλουν ο πόλεμος να τελειώσει γρήγορα.
»Ορισμένοι αναλυτές έχουν επίσης υπονοήσει ότι τους επόμενους μήνες η πίεση στη Ρωσία θα μπορούσε να γίνει τόσο μεγάλη που ο Πούτιν θα πρέπει ν’ αναζητήσει μια έξοδο για να σταθεροποιήσει την οικονομία και να διαφυλάξει την εξουσία του.
»Αλλά οι δυτικές ελπίδες στηρίζονται σε μια λανθασμένη υπόθεση. Οι οικονομικές προκλήσεις της Ρωσίας δεν είναι ακόμη τόσο οξυμένες ώστε στο εγγύς μέλλον να επιφέρουν κάποια σημαντική διαφορά στον πόλεμο.
»Τουλάχιστον για τον επόμενο χρόνο, το Κρεμλίνο θα μπορούσε να διατηρήσει τον έλεγχο ώστε η υπερθέρμανση της οικονομίας του να μην πυροδοτήσει μια πλήρη κρίση.
Ο Πούτιν «περιμένει τη Δύση»
»Ο Πούτιν πιθανότατα θα έχει ακόμα τους πόρους για να συνεχίζει την εκστρατεία του στην Ουκρανία – και ίσως το κίνητρο να περιμένει τη Δύση».
Η Ρωσία αυτήν τη στιγμή έχει έλλειψη εργατικού δυναμικού και πλήρη απασχόληση. Συνήθως, χαρακτηριστικά γνωρίσματα μιας οικονομίας που αντιμετωπίζει προβλήματα είναι η ανεργία, οι χαμηλοί μισθοί ή καθόλου μισθοί και η έλλειψη προμηθειών, ιδίως καταναλωτικών αγαθών.
Η Ρωσία έχει καταναλωτικά αγαθά, αν και τα εισαγόμενα και ορισμένα εγχώρια προϊόντα (βούτυρο και αυγά, για παράδειγμα) είναι ακριβά αλλά όχι σε έλλειψη. Οι κυρώσεις έχουν ανοίξει το πεδίο στην Κίνα και τα κινεζικά προϊόντα είναι φθηνότερα από τα δυτικά, για παράδειγμα τ’ αυτοκίνητα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο πόλεμος συνέβαλε στην έλλειψη εργατικού δυναμικού, αλλά είναι δύσκολο να ειπωθεί πόσο. Οι μισθοί είναι υψηλοί και αυξάνονται.
Η Ρωσία είναι επίσης ενεργειακά ανεξάρτητη και μπορεί να ρυθμίσει τις τιμές των καυσίμων στο εσωτερικό, σ’ αντίθεση με την Ευρώπη.
Σε χειρότερη θέση η Ευρώπη
Στην πραγματικότητα, λόγω των κυρώσεων που επιβλήθηκαν στη Ρωσία και της όχι και τόσο μυστηριώδους καταστροφής των ρωσικών αγωγών (και της επινοημένης απόφασης να μην ανανεωθούν οι συμφωνίες διαμετακόμισης μέσω αυτών που διέρχονται από την Ουκρανία), οι ευρωπαϊκές οικονομίες είναι σε χειρότερη κατάσταση από τη ρωσική σ’ ό,τι αφορά την απασχόληση, την έλλειψη και το κόστος της ενέργειας.

Η ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη θα μπορούσε να επιδεινωθεί εάν η Μόσχα αποφασίσει να σταματήσει τις προμήθειες φυσικού αερίου, πετρελαίου και LNG (φωτογραφία Reuters)
Η Γερμανία βρίσκεται ήδη σε ύφεση, αλλά η Ρωσία όχι. Ορισμένοι πιστεύουν ότι είναι μετρημένος ο χρόνος του ευρωπαϊκού νομίσματος, του ευρώ. Περαιτέρω αποσάθρωση της γερμανικής και γαλλικής οικονομίας θα μπορούσε να επηρεάσει την αξία του.
Η ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη θα μπορούσε να επιδεινωθεί εάν η Μόσχα αποφασίσει να σταματήσει τις προμήθειες φυσικού αερίου, πετρελαίου και LNG, πράγμα που σημαίνει ότι ο Πούτιν μπορεί να βλάψει την Ευρώπη πολύ περισσότερο απ’ ό,τι ο Τραμπ τη Ρωσία με νέες κυρώσεις, δασμούς ή οποιοδήποτε άλλο οικονομικό μέτρο.
Η πλημμυρίδα δημοσιευμάτων για τη ρωσική οικονομία και τα προβλήματα του Πούτιν αποτελούν μέρος ενός σεναρίου που προωθήθηκε από τον Μπάιντεν και τους συνεργάτες του στο βαθύ κράτος των ΗΠΑ, βάσει της εσφαλμένης πεποίθησης ότι θα μπορούσαν να προκαλέσουν αλλαγή καθεστώτος στη Ρωσία. Ο Τραμπ φαίνεται να προωθεί αυτήν την πολιτική.
Βλάπτει την αξιοπιστία του…
Δυστυχώς, είναι αντιπαραγωγική, καθώς ενισχύει μόνο τη ρωσική αποφασιστικότητα να τελειώσει τον πόλεμο της Ουκρανίας και να τον κερδίσει. Ακόμη χειρότερα, βλάπτει την αξιοπιστία του Τραμπ έναντι της Μόσχας για την επίτευξη μιας συμφωνίας για τον τερματισμό του.
Ο Τραμπ ανήλθε στην εξουσία σχετικά απαλλαγμένος από οποιαδήποτε σχέση με την πολιτική του Μπάιντεν. Φαινόταν να κατανοεί ότι η πολιτική υποταγής της Μόσχας και ανατροπής του Πούτιν ήταν αναποτελεσματική και ανόητη.
Η προσέγγιση αυτή του πρόσφερε ένα πλεονέκτημα, καθώς ανέλαβε την εξουσία χωρίς κανένα φορτίο από την εξωτερική πολιτική του προκατόχου του, το οποίο τώρα κινδυνεύει να χάσει.
Το αναμενόμενο τηλεφώνημα με τον Πούτιν δεν έγινε και ο Λευκός Οίκος με το NSC (Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ) δεν έχουν προβεί σε καμία διευθέτηση με τους Ρώσους για την έναρξη διαλόγου. Ο λόγος είναι ξεκάθαρος.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις