
Αχανές υποβρύχιο νεκροταφείο από βόμβες που θα «εκραγεί» – «Θέλουμε 900 χρόνια για να το καθαρίσουμε!»
Εκατοντάδες χιλιάδες τόνοι από «κοιμισμένες» βόμβες του παρελθόντος σαρώνουν αργά τον φυσικό πλούτο της Βόρειας Θάλασσας, ώσπου ο κίνδυνος θα χτυπήσει την πόρτα των ανθρώπων μέσω γευστικών ψαρομεζέδων
Όταν τον Αύγουστο του 1914, ο βρετανικός στόλος, θα έστελνε στον πάτο της θάλασσας στο νησί της Ελιγολάνδης, στη Βόρεια θάλασσα, τον γερμανικό, η Αντάτ θα πανηγύριζε. Έκτοτε, όμως, σε οποιαδήποτε μεγάλη ναυμαχία των δύο Παγκοσμίων Πολέμων θα υπήρχε πάντα ένας μεγάλος ηττημένος: Η φύση και οσονούπω τα… παιδιά μας.
Εκτιμάται πως στη διάρκεια και των δύο Παγκοσμίων Πολέμων, περίπου 1,3 εκατ. τόνοι συμβατικών πυρομαχικών -βόμβες, τορπίλες, οβίδες, ρουκέτες, φορητά όπλα, θάλασσα και νάρκες ξηράς- διασκορπίστηκαν κατά μήκος των παράκτιων υδάτων της Γερμανίας, σε μεγάλο βαθμό στη Βόρεια Θάλασσα.
Περίπου 30.000 τόνοι χημικών παραγόντων πολέμου (CWA) -το χλώριο, το φωσγένιο και το αέριο μουστάρδας που έκαψε ή έπνιξε χιλιάδες στρατιώτες στα χαρακώματα- μολύνουν τη Βαλτική Θάλασσα, η οποία επίσης κρύβει περίπου 300.000 τόνους συμβατικών πυρομαχικών και όπλων.
Ενώ αυτά τα μη διαραγέντα πυρομαχικά, κυριολεκτικά, χτυπούν σαν ωρολογιακές βόμβες, ο πραγματικός κίνδυνος βρίσκεται στην αργή, αόρατη διαδικασία έκπλυση των χημικών στο τοπικό θαλάσσιο περιβάλλον.
Μεγάλο μέρος αυτών των υπολειμμάτων είναι το αποτέλεσμα ενός βίαιου αναγκαστικού αφοπλισμού που επέβαλαν οι Συμμαχικές δυνάμεις στη Γερμανία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και θεώρησαν καλή ιδέα να οργανώσουν βιαστικές υπόγειες χωματερές στη βόρεια θάλασσα.
Οι περιοχές αυτές χαρτογραφήθηκαν στις δεκαετίες του 1950 και του 1960, επιτρέποντας στα αλιευτικά σκάφη να τα αποφεύγουν, αλλά οι κίνδυνοι είναι τεράστιοι.
Θα έτρωγες καρκινοπαθές ψάρι;
Όπως αναφέρει σε εκτενές ρεπορτάζ της Popular Mechanics, η δημοσιογράφος Σταβ Δημητροπούλου, οι επιστήμονες είναι κάτι παραπάνω από ανήσυχοι.
Για να εντοπίσουν τις επιπτώσεις των μη διαρραγέντων πυρομαχικών τόσο στους ανθρώπους όσο και στην άγρια ζωή, επιστήμονες, όπως ο δρ. Ματθίας Μπρένερ, θαλάσσιος βιολόγος στο Ινστιτούτο Άλφρεντ Βέγκενερ, εξετάζουν τη Βόρεια Θάλασσα με γεωλογικές έρευνες, μικροβιακές αναλύσεις και δειγματοληψία άγριας ζωής και νερού.
Και κρίσιμα στοιχεία έχουν ήδη βγει στην επιφάνεια. Για παράδειγμα, οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι οι μυϊκοί ιστοί των ψαριών που ζούσαν κοντά στα ναυάγια περιείχαν ίχνη τρινιτροτολουολίου (TNT), μιας εκρηκτικής ουσίας που χρησιμοποιείται σε οβίδες πυροβολικού, χειροβομβίδες και αερομεταφερόμενες βόμβες. Μελέτες δείχνουν ότι η TNT και οι μεταβολίτες της συσσωρεύονται σε ψάρια κοντά σε τοποθεσίες πυρομαχικών στη Βόρεια Θάλασσα, με συγκεντρώσεις που φτάνουν έως και 4 νανογραμμάρια ανά γραμμάριο (ng/g) στους μυϊκούς ιστούς των πλατύψαρων.
«Θα μπορούσατε να φάτε [αυτά τα ψάρια] χωρίς να έχετε αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου. Ωστόσο, εάν εσείς, ως ψάρι, κολυμπάτε σε αυτά τα μολυσμένα νερά 24 ώρες το 24ωρο, τότε ο κίνδυνος εμφάνισης ασθενειών σε όργανα όπως το συκώτι προφανώς αυξάνεται», δήλωσε ο δρ. Ματθίας Μπρένερ.
Άκρως ανησυχητικά
Οι καταναλωτές που ζουν στη Βόρεια Θάλασσα και άλλα μολυσμένα νερά από πυρομαχικά μπορεί να αντιμετωπίσουν κινδύνους, καθώς τα θαλασσινά συνεχίζουν να απορροφούν αυτές τις τοξίνες.
Σύμφωνα με τα τοξιλογικά εργαστήρια του γερμανικού Πανεπιστημίου του Κιέλου τα ψάρια στην περιοχή έδειξαν σαφή σημάδια ηπατικής νόσου που συνδέεται με μόλυνση από TNT. Όσο περισσότερο TNT, τόσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των άρρωστων ψαριών σε έναν δεδομένο πληθυσμό.
Παρ΄όλα αυτά, όπως σημειώνει η Δημητροπούλου, κανένας ειδικός οργανισμός δεν έχει καθορίσει ένα παγκοσμίως αποδεκτό «ασφαλές» επίπεδο για ουσίες στα θαλασσινά, όπως το TNT. Ανεξάρτητα από αυτό, «τα τρέχοντα αποτελέσματα είναι άκρως ανησυχητικά», δήλωσε ο Ute Marx, Ph.D., βιολογικός τεχνικός βοηθός στο AWI. Σύμφωνα με τα λόγια της, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια «υποβρύχια βόμβα που χτυπάει».
Οι βόμβες κάνουν τικ-τακ
Τις δεκαετίες από την απόρριψή τους, ορισμένα μεταλλικά στοιχεία όπλων και περιβλημάτων πυρομαχικών έχουν αποσυντεθεί με τη βοήθεια αλμυρού νερού και βακτηρίων. Η ταχύτητα και η σοβαρότητα αυτής της διαδικασίας επηρεάζεται από περιβαλλοντικούς παράγοντες όπως η αλατότητα, το βάθος και η θερμοκρασία, επομένως οι επιπτώσεις ποικίλλουν σε όλη τη Βόρεια Θάλασσα.
Αυτό καθιστά δύσκολη τη μελέτη της ρύπανσης από τα πυρομαχικά για τις ομάδες που βρίσκονται επί του παρόντος στα νερά, και οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμη κατανοήσει πλήρως το πόσο παλιά είναι τα πυρομαχικά σε θαλάσσιο περιβάλλον.
Οι επιστήμονες υποψιάζονται ότι τα προϊόντα αποδόμησης -χημικές ουσίες όπως τα δινιτροτολουένια (DNTs) και το τρινιτροβενζόλιο, που σχηματίζονται όταν διασπώνται εκρηκτικά- επιμένουν ακόμη περισσότερο και έχουν ευρύτερες επιπτώσεις στα γύρω οικοσυστήματα από τα ίδια τα όπλα, πράγμα που σημαίνει ότι ενώ αυτά τα μη διαραγέντα πυρομαχικά κυριολεκτικά χτυπούν σαν ωρολογιακές βόμβες από μόνες τους, ο πραγματικός κίνδυνος βρίσκεται στην αργή, αόρατη διαδικασία των χημικών έκπλυση στο τοπικό θαλάσσιο περιβάλλον.
Ούτε σε 900 δεν τελειώνουμε
Σίγουρα οι νέες τεχνολογίες θα μπορούσαν να βοηθήσουν να καθαριστεί αυτή τη τρομερή υδάτινη χωματερή. «Ο καθαρισμός από μη διαρραγέντα βλήματα (UXO) είναι μια ανθηρή επιχείρηση», δήλωσε ο Ντίτερ Γούλντιν, επικεφαλής επιχειρησιακών υπηρεσιών στη SeaTerra, μια γερμανική εταιρεία που ειδικεύεται στον εντοπισμό και την εκκαθάριση μη διαρραγέντων βλημάτων τόσο στη στεριά όσο και στη θάλασσα.
Ο στόχος είναι να εξαλειφθούν με ασφάλεια τα όπλα στα νερά χωρίς να τα βγάλουμε στην ξηρά, μειώνοντας τους κινδύνους για τις κατοικημένες περιοχές. Επί του παρόντος, όπως αναφέρει το ρεπορτάζ της Δημητροπούλου, η γερμανική κυβέρνηση συνεργάζεται με ερευνητές και επιχειρήσεις σε ένα σύστημα που λειτουργεί με ρομπότ που ονομάζεται RoBEMM για να αρπάξει, να αποσυναρμολογήσει και να απορρίψει με ασφάλεια τις βόμβες στη Βόρεια και τη Βαλτική Θάλασσα. Οι ακριβείς τεχνικές απόρριψης βρίσκονται ακόμη υπό ανάπτυξη και οι συμμετέχοντες στο RoBEMM είπαν ότι δεν μπορούν να δώσουν συγκεκριμένες λεπτομέρειες αυτή τη στιγμή.
Ωστόσο, ακόμα και αν ολοκληρωθούν αυτά τα προγράμματα, οι θάλασσες αυτές δεν θα καθαριστούν εντελώς καθώς η μόλυνση είναι σε δραματικά επίπεδα.
«Με την τρέχουσα ταχύτητα, ακόμα κι αν όλες οι εταιρείες που είναι διαθέσιμες στην αγορά εργάζονται για την αποκατάσταση, θα χρειαζόμασταν έως και 900 χρόνια για να ολοκληρώσουμε τη δουλειά», είπε ο Γκούλντιν.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις