Το μητρικό άσθμα σχετίζεται με πρόωρο τοκετό και χαμηλό νεογνικό βάρος γέννησης
Νέα Υόρκη: Οι έγκυες γυναίκες με άσθμα διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να αποκτήσουν παιδιά με χαμηλό σωματικό βάρος γέννησης και πρόωρου τοκετού, που αναλογεί στην πλειοψηφία του ποσοστού περιγεννητικής θνησιμότητας στον συγκεκριμένο πληθυσμό, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο Thorax.
Νέα Υόρκη: Οι έγκυες γυναίκες με άσθμα διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να αποκτήσουν παιδιά με χαμηλό σωματικό βάρος γέννησης και πρόωρου τοκετού, που αναλογεί στην πλειοψηφία του ποσοστού περιγεννητικής θνησιμότητας στον συγκεκριμένο πληθυσμό, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο Thorax.
Ομάδα ειδικών από το Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ με επικεφαλής την Δρ Λουτσία Μπλάις έθεσε υπό ιατρική παρακολούθηση 13.100 γυναίκες με άσθμα και ένα 33% τυχαίου δείγματος (28.042 άτομα)γυναικών χωρίς άσθμα που είχαν τουλάχιστον έναν τοκετό την περίοδο 1990-2002.
Οι αδροί σχετικοί λόγοι (Crude Odds Ratios) της περιγεννητικής θνησιμότητας που σχετιζόταν με το μητριό άσθμα ήταν 1,35.
Συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου, οι γυναίκες με άσθμα ήταν πιθανότερο να αποκτήσουν νεογνά στις <37 εβδομάδες κύησης (10,4% έναντι 6,7%), με σωματικό βάρος όχι περισσότερο από 2.500 γραμμάρια (9,2% έναντι 5,7%)και μικρό μέγεθος για την ηλικία κυοφορίας (14,4% έναντι 10,5%).
Το χαμηλό σωματικό βάρος γέννησης και ο πρόωρος τοκετός ήταν πολύ ισχυροί προγνωστικοί δείκτες για περιγεννητική θνησιμότητα. Αντίθετα, μεταξύ των βρεφών με φυσιολογικό βάρος που είχαν γεννηθεί κανονικά, το μητρικό άσθμα δεν αύξανε τον κίνδυνο περιγεννητικού θανάτου, γεγονός που σημαίνει ότι το σωματικό βάρος και η ηλικία κυοφορίας κατά τον τοκετό είναι αιτιολογικό πρότυπο μεταξύ άσθματος και περιγεννητικής θνησιμότητας.
Ο επαρκής έλεγχος του άσθματος κατά τη διάρκεια της κύησης μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο επιπλοκών που οδηγούν σε περιγεννητικούς θανάτους, σύμφωνα με τη θεωρία που διατυπώνει ο Δρ Μάικλ Σατζ από το Kaizer Permanente του Σαν Ντιέγκο.