Gleevec: Nέα στοιχεία για τη δράση του και στα αρχικά στάδια της χρόνιας μυελογενούς λευχαιμίας
Ορλάντο: Αποτροπή και της επιδείνωσης της χρόνιας μυελογενούς λευχαιμίας "υπόσχεται" το φάρμακο Gleevec, καθώς τα αποτελέσματα της δράσης του είναι πολύ καλύτερα από αυτά των μέχρι σήμερα χρησιμοποιούμενων μεθόδων, σύμφωνα με τα ευρήματα νέας έρευνας που ανακοίνωσαν επιστήμονες σε συνέδριο της Αμερικανικής Ένωσης Κλινικής Ογκολογίας.
Ορλάντο: Αποτροπή και της επιδείνωσης της χρόνιας μυελογενούς λευχαιμίας «υπόσχεται» το φάρμακο Gleevec, καθώς τα αποτελέσματα της δράσης του είναι πολύ καλύτερα από αυτά των μέχρι σήμερα χρησιμοποιούμενων μεθόδων, σύμφωνα με τα ευρήματα νέας έρευνας που ανακοίνωσαν επιστήμονες σε συνέδριο της Αμερικανικής Ένωσης Κλινικής Ογκολογίας.
Το φάρμακο Gleevec χρησιμοποιούνταν μέχρι σήμερα για την αντιμετώπιση της χρόνιας μυελογενούς λευχαιμίας προχωρημένου σταδίου. «Ωστόσο, φαίνεται ότι με βάση τα νεότερα δεδομένα, το συγκεκριμένο φάρμακο θα πρέπει να θεωρείται η θεραπεία εκλογής και στα πρώιμα στάδια της νόσου, αφού απέδωσε πολύ καλύτερα από τη γνωστή θεραπεία με ιντερφερόνη» δήλωσε στο Reuters ο επικεφαλής της έρευνας Δρ Μπράϊαν Ντράκερ από το Πανεπιστήμιο του Όρεγκον.
«Το βασικό στοιχείο που προκύπτει από τη μελέτη αυτή είναι ότι ελάχιστοι ασθενείς που έπαιραν Gleevec εμφάνισαν προχωρημένο στάδιο της νόσου και επιδείνωση της κλινικής τους εικόνας» σημείωσε ο πρόεδρος της Ένωσης Δρ Λάρι Νόρτον.
Στην έρευνα συμμετείχαν 1.106 νεοδιαγνωσθέντες με χρόνια μυελογενή λευχαιμία ασθενείς, οι οποίοι χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Στη μία οι ασθενείς λάμβαναν Gleevec, ενώ στην άλλη η νόσος αντιμετωπίστηκε με χορήγηση της «κλασικής» θεραπείας με ιντερφερόνη και κυταραβίνη». Ύστερα από 14 μήνες παρακολούθησης, το 68% της ομάδας που έπαιρνε Gleevec παρουσίασε πλήρη ίαση της ασθένειας, ενώ μόνο το 1,5% μεταπήδησε σε προχωρημένο στάδιο, σε αντίθεση με ποσοστά 7% και 7% αντίστοιχα της άλλης ομάδας.
Το φάρμακο Gleevec, που κυκλοφορεί στην αγορά από το Μάϊο του 2001, έχει χαρακτηριστικό τρόπο δράσης, ο οποίος συνίσταται στην εντοπισμένη δράση του εναντίον των καρκινικών κυττάρων χωρίς να επηρεάζει καθόλου τα υγιή, όπως συμβαίνει με τις μέχρι τώρα γνωστές αντικαρκινικές θεραπείες.