Ο Sean «Diddy» Combs επιχειρεί νέο νομικό ελιγμό, ζητώντας από ομοσπονδιακό εφετείο όχι μόνο την αποφυλάκισή του, αλλά και την πλήρη ανατροπή της καταδίκης του για δύο αδικήματα που συνδέονται με την πορνεία.

Σύμφωνα με το BBC, σε αίτημα για ταχεία εκδίκαση της έφεσης, η υπεράσπισή του υποστηρίζει ότι η ποινή των 50 μηνών φυλάκισης επιβλήθηκε κατά παράβαση των κατευθυντήριων γραμμών και ότι η συμπεριφορά για την οποία κρίθηκε ένοχος δεν συνιστά ποινικό αδίκημα. Η συνήγορός του, Αλεξάντρα Σαπίρο, κάνει λόγο για «παράνομη και αντισυνταγματική» ποινή, χαρακτηρίζοντάς την μάλιστα «διαστροφή της δικαιοσύνης». Εναλλακτικά, ζητά την επανεπιμέτρηση της ποινής, εφόσον το δικαστήριο δεν ακυρώσει συνολικά την καταδίκη.

Πρόκειται για την πιο πρόσφατη προσπάθεια της νομικής του ομάδας να μειώσει την ποινή ή να ακυρώσει το αποτέλεσμα της δίκης. Η Εισαγγελία της Νότιας Περιφέρειας της Νέας Υόρκης, που είχε χειριστεί την υπόθεση, αρνήθηκε να σχολιάσει το αίτημα προς το Δεύτερο Εφετείο.

Oι κατηγορίες εναντίον του

Οι ομοσπονδιακοί εισαγγελείς είχαν κατηγορήσει τον Diddy ότι αξιοποίησε τον πλούτο, την επιρροή και την απειλή βίας για να εξαναγκάσει γυναίκες σε ανεπιθύμητες σεξουαλικές πράξεις. Κατά τη διάρκεια της πολύκροτης δίκης την άνοιξη, κατέθεσαν δύο πρώην σύντροφοί του — η Κάσι Βεντούρα και μια γυναίκα που εμφανίστηκε ως «Jane Doe» — περιγράφοντας κακοποιητική συμπεριφορά και εξαναγκασμό σε συμμετοχή σε λεγόμενα «freak-offs» με άνδρες συνοδούς.

Το σώμα των ενόρκων απάλλαξε τον Diddy από τις βαρύτερες κατηγορίες, όπως η σύσταση εγκληματικής οργάνωσης και η σωματεμπορία, ωστόσο τον έκρινε ένοχο για δύο περιπτώσεις μεταφοράς προσώπων με σκοπό την πορνεία.

«Ένα ιστορικό καλών πράξεων δεν μπορεί να σβήσει ένα ποινικό μητρώο»

Μετά την καταδίκη του, τον Σεπτέμβριο, ο Diddy είχε ζητήσει από τον δικαστή Άρουν Σουμπραμανιάν αθώωση ή νέα δίκη, επικαλούμενος εσφαλμένη εφαρμογή του αντικατασταλτικού νόμου περί πορνείας, γνωστού ως Νόμος Μαν. Το αίτημα απορρίφθηκε.

Ενόψει της επιμέτρησης της ποινής, οι συνήγοροί του είχαν ζητήσει μια ποινή που ουσιαστικά θα ισοδυναμούσε με τον χρόνο που είχε ήδη εκτίσει, ανοίγοντας τον δρόμο για άμεση αποφυλάκιση. Οι εισαγγελείς, αντίθετα, είχαν προτείνει κάθειρξη τουλάχιστον 11 ετών. Τελικά, ο δικαστής επέβαλε ποινή άνω των τεσσάρων ετών, επισημαίνοντας ότι, παρά τη φιλανθρωπική και επαγγελματική του πορεία, «ένα ιστορικό καλών πράξεων δεν μπορεί να σβήσει ένα ποινικό μητρώο».

Στο νέο δικόγραφο της έφεσης υποστηρίζεται ότι το δικαστήριο αγνόησε τις επικαιροποιημένες κατευθυντήριες γραμμές και έλαβε υπόψη συμπεριφορές για τις οποίες ο Diddy είχε αθωωθεί. Οι δικηγόροι του κατηγορούν τον δικαστή ότι «ενήργησε σαν δέκατος τρίτος ένορκος», χαρακτηρίζοντας την ποινή «δρακόντεια».

Πριν από την ανακοίνωση της ποινής, ο Diddy είχε απευθυνθεί στο δικαστήριο ζητώντας συγγνώμη από τις δύο γυναίκες που κατέθεσαν εναντίον του. «Οι πράξεις μου ήταν αηδιαστικές, ντροπιαστικές και άρρωστες», είχε δηλώσει, προσθέτοντας ότι «χάθηκε στην υπερβολή και στον εγωισμό του».

Παράλληλα, ο Diddy βρίσκεται αντιμέτωπος με δεκάδες αστικές αγωγές, στις οποίες περιλαμβάνονται κατηγορίες για σεξουαλική επίθεση, βιασμό και σεξουαλική εκμετάλλευση. Πολλές αγωγές υποστηρίζουν ότι χρησιμοποίησε τη φήμη και τη δύναμή του για να εκφοβίσει ή να φιμώσει καταγγέλλοντες, ενώ ορισμένες κάνουν λόγο για ναρκωτικά που φέρεται να δίνονταν σε πάρτι πριν από τις καταγγελλόμενες επιθέσεις.

Εκπρόσωποι του Diddy επιμένουν ότι «ουδέποτε κακοποίησε ή διακίνησε σεξουαλικά οποιονδήποτε — άνδρα ή γυναίκα, ενήλικο ή ανήλικο».