Ήταν κάποτε μια πανέμορφη κοπέλα που την κάλεσαν σε ένα πολύ high class πάρτι. Φόρεσε το μίνι της, έβαλε το πιο κολλητό μπλουζάκι της μπήκε στο αμάξι και ξεκίνησε.
Επειδή όμως στην οργάνωση δεν τα πήγαινε και πολύ καλά, πριν φτάσει στον προορισμό της έμεινε στην μέση του πουθενά από βενζίνη. Δυστυχώς, από τη χαρά της για το πάρτι είχε ξεχάσει να φορτίσει και το κινητό της οπότε υποχρεώθηκε να κάνει auto stop.
Ο πρώτος που πέρασε και σταμάτησε ήταν ένας ελεεινός και τρισάθλιος τύπος με ένα σαράβαλο. Πήρε την κοπελιά μαζί του και συνέχισε το δρόμο του 10 πήχες ψηλότερος. Κάθε τόσο λοξοκοιτούσε τα ατέλειωτα πόδια της και μετά έριχνε μια ματιά στον εαυτό του στον καθρέφτη και έλεγε από μέσα του: «Κοίτα ρε τι γκόμενα κυκλοφοράω. Είμαι και πολύ τύπος.»
Στο πρώτο ανοικτό βενζινάδικο όμως, η κοπελιά κατέβηκε και ο ήρωάς μας έμεινε αυτό που ήταν πάντα. Ένα τίποτα με μπόλικο καθόλου.
Η ιστορία αυτή αφιερώνεται στους ψεκασμένους που στην απελπισία του θα εμπιστευτεί με την ψήφο του μέρος του ελληνικού λαού (η κοπέλα της ιστορίας). Νομίζετε πως θα σώσετε την Ελλάδα, αλλά με την πρώτη ευκαιρία ή αφορμή οι Έλληνες θα σας γυρίσουν την πλάτη και θα ξαναγίνετε αυτό που ήσασταν πάντα. Ένα τίποτα.
Τελειώνω με μια διευκρίνιση. Η έμπνευση για το παρών κείμενο μου δόθηκε από συζήτηση με στέλεχος κόμματος που δεν διεκδικεί την πρωτιά σε αυτές τις εκλογές. Ωστόσο, σας δηλώνω ευθαρσώς πως κατά την άποψή μου αυτοί οι τύποι έχουν κάνει την εμφάνισή τους σε όλους τους πολιτικούς χώρους (δυστυχώς).