Προβλήματα υγείας αντιμετωπίζουν οι επιβιώσαντες παιδιατρικού καρκίνου
Νέα Υόρκη: Μια ουσιαστική μειοψηφία νεαρών ενηλίκων που έχουν επιβιώσει παιδική κακοήθειας θα έχουν τουλάχιστον ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας, σύμφωνα με μελέτη που παρουσιάστηκε στο επιστημονικό έντυπο Journal of the American Medical Association.
Νέα Υόρκη: Μια ουσιαστική μειοψηφία νεαρών ενηλίκων που έχουν επιβιώσει παιδική κακοήθειας θα έχουν τουλάχιστον ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας, σύμφωνα με μελέτη που παρουσιάστηκε στο επιστημονικό έντυπο Journal of the American Medical Association.
Οι επιβιώσαντες παιδιατρικών νεοπλασιών είναι γνωστό ότι έχουν υψηλότερο κίνδυνο μακροχρόνιων ασθενειών, αλλά οι περισσότερες μελέτες εξετάζουν αυτό το θέμα χωρίς ολοκληρωμένη επανεξέταση των ασθενών, χρησιμοποιώντας μικρό δείγμα ή επικεντρώνοντας μόνο σε ύστερη επίδραση.
Ο Δρ Χούιντ Κάρον του Νοσοκομείου Παίδων του Aμστερνταμ έθεσε ως στόχο την εκτίμηση του συνολικού βάρους του κακού αποτελέσματος υγείας μεταξύ μακροχρόνιων επιβιωσάντων παιδιατρικού καρκίνου. Ανέλυσε λοιπόν στοιχεία για 1.362 ασθενείς που είχαν αντιμετωπιστεί για παιδιατρικό καρκίνο μεταξύ 1966-1996.
Οι επιβιώσαντες προσήλθαν σε μια κλινική όπου εξετάστηκαν για τη συχνότητα ύστερων επιπτώσεων. Η σοβαρότητα όλων των παρενεργειών πριν τον Ιανουάριο του 2004 κατηγοριοποιήθηκαν με διεθνές σύστημα. Το κύριο αποτέλεσμα μέτρησης ήταν το υψηλό ή σοβαρό βάρος της νόσου, οριζόμενο ως τουλάχιστον δύο ή τουλάχιστον ένα απειλητικό για την ζωή ή ανικανότητα ανεπιθύμητο επεισόδιο.
Η πλήρης επανεξέταση ήταν δυνατή για το 94,3% των ασθενών. Η μέση διάρκεια της παρακολούθησής τους ήταν 17,0 χρόνια και η μέση ηλικία της τελευταίας επανεξέτασης ήταν τα 24,4 χρόνια.
Σχεδόν το 75% των ατόμων που είχαν υποβληθεί σε θεραπεία μόνο με ακτινοθεραπεία είχαν ανεπιθύμητα επεισόδια υψηλού ή σοβαρού βαθμού. Για τα άτομα που είχαν υποβληθεί μόνο σε χημειοθεραπεία, το ποσοστό ήταν 15% και για το χειρουργείο ήταν 25%.
Οι επιβιώσαντες οστικού όγκου ήταν πιθανότερο να έχουν σοβαρό ή υψηλό βάρος ανεπιθύμητων επεισοδίων με συχνότητα 64%. Αντίθετα, οι επιβιώσαντες λευχαιμίας ή όγκων του Wilms είχαν την χαμηλότερη συχνότητα, 12%.