Νέα Υόρκη: Ένα γονίδιο που κωδικοποιεί την πρωτεΐνη λιπίνη φαίνεται να προάγει την παχυσαρκία στα ποντίκια, ακόμα και όταν η πρόσληψη τροφής παραμένει σταθερή, σύμφωνα με αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Cell Metabolism.
Νέα Υόρκη: Ένα γονίδιο που κωδικοποιεί την πρωτεΐνη λιπίνη φαίνεται να προάγει την παχυσαρκία στα ποντίκια, ακόμα και όταν η πρόσληψη τροφής παραμένει σταθερή, σύμφωνα με αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Cell Metabolism.
Ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Λος Αντζελες με επικεφαλής την Δρ Karen Reue είχε αποδείξει και στο παρελθόν ότι η ανεπάρκεια λιπίνης μειώνει την ανάπτυξη των λιποκυττάρων, κάνοντάς τα πιο ανθεκτικά στις επιπτώσεις της ινσουλίνης.
Στην παρούσα μελέτη, δημιούργησαν ποντίκια τα οποία είχαν αυξημένα επίπεδα λιπίνης στους μύες ή στον λιπώδη ιστό.
Ακολουθώντας μια φυσιολογική διατροφή, τα πειραματόζωα με περίσσεια λιπίνης στους μύες παρουσίασαν αυξημένη πρόσληψη βάρους και αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης, αν και η πρόσληψη τροφής δεν τροποποιήθηκε.
Με την ίδια διατροφή, τα επίπεδα σακχάρου ήταν σημαντικά μειωμένα ενώ το βάρος παρέμεινε φυσιολογικό στα ποντίκια με περίσσεια λιπίνης στον λιπώδη ιστό.
Όταν η λιπίνη ήταν εν αφθονία στον λιπώδη ιστό, δεν παρατηρήθηκε διαφορά στην δαπάνη ενέργειας και μόνο μια κίνηση προς τα εμπρός ελαφρώς μείωνε την κατανάλωση οξυγόνου.
«Από τα ευρήματά μας καθίσταται σαφές ότι τα επίπεδα λιπίνης παίζουν ρόλο στο γιατί κάποιοι άνθρωποι είναι περισσότερο επιρρεπείς στην αύξηση βάρους συγκριτικά με άλλους που καταναλώνουν τις ίδιες θερμίδες. Η επίδραση του γονιδίου στα επίπεδα του σακχάρου του αίματος και της ινσουλίνης ίσως μας δείχνουν τον δρόμο για νέες θεραπείες του διαβήτη», αναφέρεται σε ανακοίνωση τύπου της ερευνητικής ομάδας.