Νέα μελέτη με χρήστες του Tinder ρίχνει φως στις σκοτεινές πτυχές των ψηφιακών γνωριμιών, αποκαλύπτοντας τα χαρακτηριστικά των χρηστών που καταφέρνουν να έχουν τις περισσότερες σεξουαλικές επαφές και τη μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε γυναίκες και άνδρες στη στρατηγική και τις επιλογές τους.

Η μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Cyberpsychology, Behavior, and Social Networking αποκαλύπτει ότι άντρες που δήλωσαν συχνές σεξουαλικές επαφές μέσω του Tinder συχνά παρουσίαζαν χαρακτηριστικά που συνδέονται με την ψυχοπάθεια, ενώ οι γυναίκες με περισσότερες ερωτικές επαφές είχαν πιο χαμηλά κριτήρια επιλογής συντρόφου.

Η έρευνα, υπό την καθοδήγηση των ψυχολόγων Lennart Freyth (από το Johannes Kepler University) και Peter K. Jonason (από το University of Cardinal Stefan Wyszyński), εξέτασε σχεδόν 500 γερμανόφωνους ενήλικες ηλικίας 16 έως 70 ετών.

Οι συμμετέχοντες, που επιλέχθηκαν διαδικτυακά, συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια που αξιολογούσαν τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς τους, τη χρήση του Tinder και άλλων εφαρμογών γνωριμιών, καθώς και τις ρομαντικές και σεξουαλικές τους επιλογές.

Τα αποτελέσματα για τον ανδρικό πληθυσμό είναι, αν μη τι άλλο, ανησυχητικά.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι άνδρες που έχουν τις περισσότερες πιθανότητες για περιστασιακές σεξουαλικές επαφές μέσω της εφαρμογής, σημειώνουν υψηλή βαθμολογία σε χαρακτηριστικά που συνθέτουν την περιβόητη «σκοτεινή τριάδα» της ψυχολογίας.

Αυτοί οι χρήστες έχουν χαμηλή ενσυναίσθηση, παρορμητικότητα και μια τάση να αντιμετωπίζουν τους άλλους ανθρώπους ως «αναλώσιμους» χαρακτήρες σε βιντεοπαιχνίδι.

Αυτοί οι άνδρες εμφανίζονται ως ιδιαίτερα χειριστικοί και συναισθηματικά αποστασιοποιημένοι, χρησιμοποιώντας την εφαρμογή ως ένα πεδίο επιβεβαίωσης της κυριαρχίας τους σημειώνει η μελέτη.

Όπως και σε άλλες μελέτες που σχετίζονται με τη σεξουαλική ψυχολογία, οι συμμετέχοντες αξιολογήθηκαν για τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας που ανήκουν στη «σκοτεινή τριάδα».

Ανάμεσα σε αυτά είναι ο ναρκισσισμός (υπερβολική αίσθηση αυτοσημαντικότητας, σύμφωνα με το Psychology Today), ο μακιαβελισμός (πονηριά και χειριστικότητα, σύμφωνα με το Journal of Psychology) και η ψυχοπάθεια, την οποία η American Psychological Association χαρακτηρίζει ως κατάσταση που περιλαμβάνει «χαμηλή ενσυναίσθηση και μεταμέλεια… παρορμητικότητα και, κάποιες φορές, επιθετική ή βίαιη συμπεριφορά».

Στον αντίποδα, οι γυναίκες που συμμετείχαν στην έρευνα δεν παρουσίασαν αυτά τα σκοτεινά χαρακτηριστικά προσωπικότητας. Αντιθέτως, εκείνες που κατέληξαν συχνότερα σε σεξουαλική επαφή με το ταίρι τους από την εφαρμογή, ήταν πιο πιθανό να νιώθουν θετικά για την εμπειρία τους.

Οι ερευνητές διατύπωσαν διάφορες θεωρίες γι’ αυτό, με κάποιες να υποστηρίζουν ότι οι γυναίκες ένιωθαν ενδυναμωμένες από τις επιλογές τους, ενώ άλλες εστιάζουν σε μια πιο κυνική προσέγγιση: τον συμβιβασμό με τη μετριότητα.

Μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα θεωρία που προέκυψε από τη μελέτη είναι αυτή της «πλάνης του χαμένου κόστους» (sunk cost effect). Όπως μια εταιρεία κυκλοφορεί ένα ελαττωματικό προϊόν επειδή έχει επενδύσει ήδη πολλά χρήματα σε αυτό, έτσι και μια γυναίκα, αφού έχει δαπανήσει χρόνο και ενέργεια στο φλερτ μέσω μηνυμάτων, μπορεί να αποφασίσει να προχωρήσει στην επαφή ακόμα και αν ο άνδρας δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες της.

Η λογική είναι απλή: «Αφού έφτασα ως εδώ, ας το ολοκληρώσω».

Η έρευνα αναδεικνύει μια θεμελιώδη διαφορά στρατηγικής ανάμεσα στα δύο φύλα. Οι άνδρες φαίνεται να παίζουν ένα «παιχνίδι αριθμών», κάνοντας swipe σε σχεδόν οποιαδήποτε προφίλ χωρίς ιδιαίτερη διάκριση, ελπίζοντας σε όσο το δυνατόν περισσότερες επιτυχίες.

Οι γυναίκες, από την άλλη, πλοηγούνται με μεγαλύτερη συναισθηματική πολυπλοκότητα. Αν και ξεκινούν με υψηλές προσδοκίες, φαίνεται να είναι πιο ευπροσάρμοστες στα δεδομένα. Αν ο άνδρας δεν είναι αυτό που περίμεναν από κοντά, δεν επιλέγουν την άμεση απόρριψη αλλά συχνά συνεχίζουν.

Σύμφωνα με το PsyPost, οι συγγραφείς της μελέτης Freyth και Jonason φαίνεται να μην εξεπλάγησαν ιδιαίτερα από το εύρημα ότι οι άντρες που κάνουν σεξ μέσω εφαρμογών γνωριμιών τείνουν να έχουν περισσότερα ή πιο έντονα ψυχοπαθητικά χαρακτηριστικά.

Παρά το γεγονός ότι η μελέτη βασίζεται σε προσωπικές αναφορές των χρηστών —κάτι που μπορεί να ενέχει στοιχεία υπερβολής ή ντροπής— το εύρος των ηλικιών που καλύπτει την καθιστά μία από τις πιο ολοκληρωμένες έρευνες για τη συμπεριφορά στις εφαρμογές γνωριμιών.

Τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι αυτές οι δυναμικές δεν αφορούν μόνο τους εικοσάρηδες της σύγχρονης εποχής, αλλά αποτελούν σταθερά μοτίβα συμπεριφοράς που διαπερνούν όλες τις γενιές των χρηστών των dating app.