Το πρώτο αναγνωστικό που γράφτηκε στη δημοτική περιοδεύει ανά την Ελλάδα μέσα από παραδοσιακά μουσικά όργανα, ήχους και 3d animation. Σε σκηνοθεσία Βασίλη Μαυρογεωργίου, Τα Ψηλά Βουνά του Ζαχαρία Παπαντωνίου, που είχαν παρουσιαστεί κατά τη χειμερινή σεζόν στο θέατρο Ακροπόλ, πραγματοποιούν καλοκαιρινές στάσεις.
Μια παρέα παιδιών του Δημοτικού, μετά την προτροπή του δασκάλου τους, περνούν το καλοκαίρι μόνα στα βουνά της Ευρυτανίας. Μέσα από τις ιστορίες και τις εμπειρίες τους, μαθαίνουν τη φύση, την επιβίωση, τη συμμετοχή σε μια ομάδα, και κυρίως την προσφορά.
Η παράσταση ζωντανεύει εικόνες ξεχασμένες, αλλά και ζωγραφιές του αναγνωστικού. Τα Ψηλά Βουνά προκάλεσαν λυσσαλέες αντιδράσεις και κάηκαν δηµοσίως από τις κυβερνήσεις µετά το 1920. Το βιβλίο επέστρεψε στα σχολεία µε τη νέα εκπαιδευτική µεταρρύθµιση της κυβέρνησης Βενιζέλου το 1929 και το 1933. Το 1974 Τα Ψηλά Βουνά ξανατυπώθηκαν για τα δηµοτικά σχολεία της Μεταπολίτευσης. Σήµερα είναι η πρώτη επιλογή στα προγράµµατα φιλαναγνωσίας.
«Ένα από τα πράγματα για τα οποία μιλά το βιβλίο φυσικά και είναι η οικολογία και η υποχρέωσή μας απέναντι στη φύση. Δεν είναι μόνο το τι μπορούμε να πάρουμε από τη φύση αλλά και το τι οφείλουμε να δίνουμε εμείς σε αυτή. Άλλο ένα σημαντικό στοιχείο για το οποίο, επίσης, μιλά είναι το πώς ο άνθρωπος μεταμορφώνεται μέσα από τη φύση γιατί δεν έχει την ασφάλεια της πόλης, και αναγκαστικά βλέπει το συνάνθρωπό του ως σύντροφο και ως κάποιον με τον οποίο πρέπει να ζει στο πλαίσιο μιας ανταλλακτικής κοινωνίας. Δημιουργείται ένα ζήτημα επιβίωσης και ο συνάνθρωπος μετατρέπεται σε συνεργάτης και βοηθός. Και το βιβλίο μιλά για μια παρέα παιδιών που ανακαλύπτει τι σημαίνει η έννοια της συνεργασίας και της ομάδας και πώς είναι να αγαπάς ακριβώς γιατί ζεις κάτι βαθύτερο με τον άλλον σε ένα μέρος που είναι όμορφο και φιλόξενο ταυτόχρονα», είχε δηλώσει ο κ. Μαυρογεωργίου στο in.gr για την παράσταση.
«Η παράσταση χρησιμοποιεί και το animation, αλλά στην πραγματικότητα προσπαθεί να κρατήσει τις φόρμες που έχουν τα σχέδια του πλοίου. Είναι όλα δηλαδή σαν τρισδιάστατες φόρμες ξεκολλημένες μέσα από τις ζωγραφικές που υπάρχουν», είχε, ακόμη, προσθέσει.