Γενετικά «καταδικασμένοι» να ζουν λιγότερο οι άνδρες
Λονδίνο: Οι άνδρες είναι φορείς της ίδιας της αυτοκαταστροφής τους στα γονίδια τους και συγκεκριμένα στο σπέρμα τους, σύμφωνα με στοιχεία ιαπωνικής μελέτης που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Human Reproduction.
Λονδίνο: Οι άνδρες είναι φορείς της ίδιας της αυτοκαταστροφής τους στα γονίδια τους και συγκεκριμένα στο σπέρμα τους, σύμφωνα με στοιχεία ιαπωνικής μελέτης που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Human Reproduction.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Γεωργίας του Τόκιο με επικεφαλής τον Δρ Τομοχίρο Κονο μελετούσαν ποντίκια όταν διαπίστωσαν ότι ένα συγκεκριμένο γονίδιο, αν και το έχουν και τα δύο φύλα, είναι ενεργό μόνο στους άνδρες.
Πιστεύουν ότι αυτό το συγκεκριμένο γονίδιο, δίνει στα αρσενικά τρωκτικά την δυνατότητα να αναπτύσσονται περισσότερο, αλλά με αντάλλαγμα την μακροζωία τους.
Αν και η μελέτη είναι πειραματική, οι επιστήμονες πιστεύουν ότι μπορεί να έχει απήχηση σε όλα τα θηλαστικά, περιλαμβανομένων των ανθρώπων.
Εξέτασαν τα πειραματόζωα που είχαν προκύψει από το γενετικό υλικό δύο θηλυκών ποντικιών, και κανενός αρσενικού. Αυτό επετεύχθη με χειραγώγηση του DNA των ωαρίων των ποντικιών ώστε να γονίδια να συμπεριφέρονται ως εκείνα του σπέραμτος.
Το τροποποιημένο γενετικό υλικό εμφυτεύτηκε στα ωράρια ενηλίκων θηλυκών ποντικών για την δημιουργία εμβρύων. Το αποτέλεσμα ήταν απόγονοι απόλυτα ελεύθεροι από γενετικό υλικό κληροδοτημένο από αρσενικό ποντίκι, που επέζησαν κατά το ένα τρίτο επιπλέον από τα ποντίκια με φυσιολογικό γενετικό υλικό.
Τα ποντίκια από δύο μητέρες ήταν σημαντικά ελαφρύτερα και μικρότερα κατά την γέννα. Αλλά φάνηκαν να έχουν καλύτερο λειτουργικό ανοσοποιητικό σύστημα.
Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι το κλειδί του μυστηρίου είναι το γονίδιο Rasgrf1 που κληροδοτείται στους απογόνους από τον πατέρα.
Αν και μεταβιβάζεται σε αρσενικά και θηλυκά εξίσου, στα δεύτερα είναι ανενεργό μέσω της διαδικασίας που ονομάζεται «αποτύπωση χαρακτηριστικών».
Ο Δρ Κόνο εξηγεί ότι «γνωρίζαμε εδώ και καιρό ότι ορισμένες γυναίκες τείνουν να ζουν περισσότερα χρόνια από τους άνδρες σε όλες σχεδόν τις χώρες και οι γενετικές αυτές διαφορές ως προς την μακροζωία αφορούν επίσης και σε άλλα είδη θηλαστικών.
Ωστόσο, η αιτιολογία της διαφοροποίησης αυτής δεν είναι γνωστή και συγκεκριμένα δεν είναι ξεκάθαρο κατά πόσο η μακροζωία στα θηλαστικά ελέγχεται από την γονιδιακή σύσταση μόνο του ενός ή και των δύο γονέων.
Τα αποτελέσματα που δείχνουν ότι οι φυλετικές διαφορές ως προς την μακροζωία που πηγάζουν από γονιδίωμα, καταδεικνύουν την καθοριστική επίδραση του σπέρματος στην μακροζωία των θηλαστικών.»
Η μελέτη πάντως ίσως απαντά στο ερώτημα «κατά πόσο η μακροζωία στα θηλαστικά ελέγχεται από τη σύσταση του γονιδιώματος μόνο του ενός ή και των δύο γονέων και ίσως γιατί οι γυναίκες πλεονεκτούν έναντι των ανδρών ως προς το προσδόκιμο επιβίωσης.»