Το ζήτημα δεν είναι τα ενέσιμα: Μήπως τα πορτρέτα του Vanity Fair από το επιτελείο Τραμπ προκάλεσαν τη λάθος συζήτηση;
Η συζήτηση για τα πορτρέτα του Vanity Fair στάθηκε σε πρόσωπα και αισθητικές λεπτομέρειες. Όμως το ουσιαστικό ερώτημα αφορά το πώς η πολιτική εξουσία επιλέγει να προβάλλεται — και υπό ποιες συνθήκες
Όταν το Vanity Fair νωρίτερα αυτόν τον μήνα το εκτενές ρεπορτάζ του Κρις Γουίπλ για τον στενό κύκλο της διοίκησης του προέδρου των ΗΠΑ, δεν ήταν μόνο το περιεχόμενο των συνεντεύξεων που προκάλεσε συζήτηση.
Τις εβδομάδες που ακολούθησαν, μέχρι και σήμερα, οι φωτογραφίες που συνόδευαν το κείμενο — τραβηγμένες από τον φωτογράφο Κρίστοφερ Άντερσον — συζητήθηκαν όσο λίγες εικόνες πολιτικού περιεχομένου τα τελευταία χρόνια, ακριβώς επειδή διέφεραν από ό,τι έχει πλέον καθιερωθεί ως «κανονική» πολιτική εικόνα.
Αντί για επιμελώς σκηνοθετημένα πορτρέτα, οι εικόνες βασίστηκαν σε ακραία κοντινά πλάνα που καταγράφουν με ωμή ακρίβεια την υφή των προσώπων: πόρους, φλέβες, μακιγιάζ, σημάδια στο δέρμα.
Τα πρόσωπα που απεικονίζονται — η Σούζι Γουάιλς, η Καρολάιν Λίβιτ, ο Τζέι-Ντι Βανς και ο Μάρκο Ρούμπιο — εμφανίζονται χωρίς εμφανή ρετούς ή φίλτρα. Το αποτέλεσμα δεν ήταν αποκαλυπτικό με την κλασική έννοια, αλλά αρκετό για να προκαλέσει έντονες αντιδράσεις σε όλο το πολιτικό φάσμα.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη VANITY FAIR (@vanityfair)
Η πρόθεση του φωτογράφου
Ο ίδιος ο Άντερσον έχει εξηγήσει ότι η προσέγγισή του δεν ήταν ούτε τυχαία ούτε εχθρική. Ανήκει σε μια μακρά πρακτική που εφαρμόζει εδώ και χρόνια, επιχειρώντας να απομακρυνθεί από την εικόνα που παράγεται μέσω ομάδων επικοινωνίας και να καταγράψει αυτό που υπάρχει μπροστά στον φακό.
Δεν πρόκειται για αισθητικό πείραμα, αλλά για δημοσιογραφική επιλογή: να μην αφαιρεθούν λεπτομέρειες που υπάρχουν στην πραγματικότητα, ακόμη κι αν αυτές έρχονται σε σύγκρουση με τις προσδοκίες του κοινού.
Η απόφασή του να μη «διορθώσει» στοιχεία όπως τα σημάδια από ενέσιμα στα χείλη της Καρολάιν Λίβιτ παρουσιάστηκε ως άρνηση παρέμβασης, όχι ως πρόκληση.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη VANITY FAIR (@vanityfair)
Απόσταση, έλεγχος και πολιτική εικόνα
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι εικόνες είναι ουδέτερες ως προς την επίδρασή τους. Τα πολύ κοντινά πλάνα διαλύουν τη συνήθη απόσταση ανάμεσα στον θεατή και την πολιτική εξουσία.
Δεν προσφέρουν ερμηνεία, αλλά αφαιρούν το προστατευτικό περίβλημα της σκηνοθεσίας.
Σε ένα περιβάλλον όπου η πολιτική επικοινωνία βασίζεται στην απόλυτη διαχείριση της εικόνας, αυτή η μετατόπιση στο κάδρο αρκεί για να θεωρηθεί πολιτική πράξη.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη VANITY FAIR (@vanityfair)
Αντιδράσεις και επαναπλαισίωση
Οι αντιδράσεις που ακολούθησαν επιβεβαίωσαν ακριβώς αυτό. Στα κοινωνικά δίκτυα, οι φωτογραφίες σχολιάστηκαν κυρίως ως προς το αν ήταν «κολακευτικές» ή όχι.
Ορισμένοι τις είδαν ως έντιμη καταγραφή, άλλοι ως άδικες ή σκόπιμα επιθετικές.
Συντηρητικά μέσα υποστήριξαν ότι η επιλογή των συγκεκριμένων λήψεων εντάσσεται σε μια ευρύτερη προκατάληψη απέναντι στους Ρεπουμπλικανούς, ενώ άλλες αναλύσεις σημείωσαν ότι οι εικόνες ενισχύουν την αίσθηση αστάθειας και υπερβολής που συνοδεύει τη συγκεκριμένη διοίκηση.
Παράλληλα, κάποια από τα ίδια τα πρόσωπα επιχείρησαν να επαναπλαισιώσουν την εικόνα τους. Η Καρολάιν Λίβιτ δημοσίευσε φωτογραφίες από την προετοιμασία της πριν από εμφανίσεις, ενώ ο Μάρκο Ρούμπιο αντιμετώπισε το θέμα με χιούμορ, υιοθετώντας μία από τις φωτογραφίες ως εικόνα προφίλ. Αυτές οι κινήσεις δείχνουν πόσο άμεσα η εικόνα μετατρέπεται σε πεδίο διαχείρισης.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη VANITY FAIR (@vanityfair)
Αισθητική ως εργαλείο ισχύος
Η υπόθεση αποκτά μεγαλύτερο βάθος αν ιδωθεί μέσα από ένα βασικό χαρακτηριστικό της πολιτικής ταυτότητας του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ: τη σημασία που αποδίδει στην αισθητική ως στοιχείο πολιτικής ισχύος.
Για τον ίδιο, η εικόνα δεν λειτουργεί συμπληρωματικά της πολιτικής, αλλά ως οργανικό μέρος της. Αυτό έχει φανεί τόσο στη ρητορική του υπέρ μιας μνημειακής, «κλασικής» αρχιτεκτονικής για τα δημόσια κτίρια όσο και σε παρεμβάσεις στον ευρύτερο πολιτιστικό χώρο, με έμφαση στον τρόπο που μουσεία και εκθέσεις οφείλουν —κατά την αντίληψή του— να υπηρετούν μια συγκεκριμένη αφήγηση της αμερικανικής ιστορίας και ταυτότητας.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη VANITY FAIR (@vanityfair)
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η στάση του απέναντι στα πορτρέτα και τις εικαστικές αναπαραστάσεις της εξουσίας. Ο πρόεδρος έχει στο παρελθόν ασκήσει δημόσια πίεση για εικόνες που θεώρησε μη κολακευτικές, επιδιώκοντας διορθώσεις ή αντικαταστάσεις.
Το διακύβευμα σε αυτές τις περιπτώσεις δεν είναι απλώς προσωπικό ή αισθητικό, αλλά βαθιά συμβολικό: ποιος καθορίζει το οπτικό λεξιλόγιο της εξουσίας, ποια εκδοχή της ιστορίας προβάλλεται ως κυρίαρχη και ποια εικόνα του κράτους προσφέρεται στο δημόσιο βλέμμα.
Μπορούμε, άραγε, να πιστέψουμε ότι μια τόσο «μη κολακευτική» εικόνα του επιτελείου Τραμπ δεν πέρασε από έλεγχο;
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη VANITY FAIR (@vanityfair)
Τι τελικά αφήνουν πίσω τους οι εικόνες
Υπό αυτό το πρίσμα, τα πορτρέτα του Vanity Fair δεν χρειάζεται να ιδωθούν ούτε ως πρόκληση ούτε ως πράξη αντίστασης.
Δεν αποδομούν συνειδητά την εξουσία και δεν προτείνουν κάποιο εναλλακτικό αφήγημα. Απλώς αφαιρούν τα φίλτρα και αφήνουν το νόημα ανοιχτό.
Η αμηχανία που προκάλεσαν δεν προκύπτει από κάποια «αποκάλυψη», αλλά από το γεγονός ότι μετακινούν τα όρια του αποδεκτού κάδρου.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη VANITY FAIR (@vanityfair)
Η συζήτηση που άνοιξε δεν αφορά μόνο συγκεκριμένα πρόσωπα ή έναν συγκεκριμένο φωτογράφο. Αφορά τον τρόπο με τον οποίο η πολιτική εξουσία επιλέγει συστηματικά να προβάλλεται στη δημόσια σφαίρα, τα αισθητικά και επικοινωνιακά φίλτρα που θεωρούνται αναγκαία για τη διαμόρφωση κύρους και αξιοπιστίας, και τα όρια ανοχής της κοινής γνώμης απέναντι σε εικόνες που αποκλίνουν από αυτό το καθιερωμένο πρότυπο.
Σε μια εποχή απόλυτης επιμέλειας και φίλτρων, όπου η εικόνα της εξουσίας είναι προϊόν προσεκτικής σκηνοθεσίας, ακόμη και μια απλή καταγραφή, χωρίς εξωραϊσμό ή καθοδήγηση, αρκεί για να μετατραπεί σε πολιτικό γεγονός.
- Target: Οι «χαμηλές πτήσεις» φέρνουν γκρίνια στους επενδυτές
- Με ντέρμπι Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός ξεκινά το 2026 στην Ευρωλίγκα
- Τράπεζα της Ελλάδος: Τι αλλάζει στη στρατηγική της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό
- Ισοπαλία στο Μαρόκο – Μάλι (1-1), με τον Ελ Κααμπί βασικό
- Μπαρτζώκας: «Ήταν πολύ σημαντικό να κερδίσουμε»
- Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ – Νιούκαστλ 1-0: Τρίποντο με «υπογραφή» Ντόργκου




