Ενώ στην Ευρώπη χιλιάδες αγρότες δείχνουν την οργή τους για την ανέχεια στην οποία τους καταδικάζουν Βρυξέλλες και κυβερνήσεις -πχ. μείωση χρημάτων Ταμείου Συνοχής-, μια μικρή κομητεία στις ΗΠΑ, στέκεται γνήσιο παράδειγμα που μπορεί να καταλήξει στη φτώχεια μια κοινωνία, δίχως ανάπτυξη, ακόμα και αν λαμβάνει επιδοτήσεις και ενισχύσεις.

Μέχρι τη δεκαετία του 1950 η κομητεία ΜακΝτάουελ στη Δυτική Βιρτζίνια, συγκαταλεγόταν στις κορυφαίες περιοχές παραγωγής άνθρακα στις ΗΠΑ.

Σε ρεπορτάζ της Washington Post περιγράφεται πως ξεκίνησε η παρακμή όταν εισέβαλε η αυτοματοποίηση και αυτό σήμαινε λιγότερους ανθρακωρύχους και οι ανταγωνιστικές πηγές ενέργειας περιόρισαν τη ζήτηση για άνθρακα. Η κατάσταση κατέρρευσε στα μέσα της δεκαετίας του 1980, όταν η U.S. Steel έκλεισε σχεδόν από τη μια μέρα στην άλλη τις πολυάριθμες εξορυκτικές της δραστηριότητες εδώ.

Η απασχόληση εκτός γεωργίας έχει καταρρεύσει κατά 78% από το 1975, καθώς ο άνθρακας εξορύσσεται με μηχανές, δίχως να υπάρχει άλλη βιομηχανία να τον έχει αντικαταστήσει. Βέβαια έχουν μείνει ελάχιστα ανθρακωρυχεία στην κομητεία.

Οι ίδιες απότομες πλαγιές που κάποτε βοήθησαν την κομητεία ΜακΝτάουελ να ευημερήσει μέσω του άνθρακα δυσκολεύουν τη δημιουργία μεταφορικών διαδρόμων που απαιτούνται για βιώσιμες νέες επιχειρήσεις, δήλωσε η Γκέιλ Μάντσιν, συμπρόεδρος της Appalachian Regional Commission, ενός ΄κρατικού φορέα που χρηματοδοτεί προγράμματα οικονομικής ανάπτυξης.

Ως αποτέλεσμα, έργα συχνά ξεκινούν, μόνο και μόνο για να σταματήσουν όταν τελειώσει η χρηματοδότηση.

Οι κάτοικοι μειώθηκαν κατά 67%

Πλέον ο πληθυσμός της συρρικνώθηκε από λίγο πάνω από 51.000 σε περίπου 17.000, μιας και δεν υπάρχουν άλλες οικονομικές δραστηριότητες να στραφεί ο κόσμος.

Οι βασικοί εργοδότες είναι η κυβέρνηση, το εκπαιδευτικό σύστημα της κομητείας και το νοσοκομείο. Σύμφωνα με το Economic Innovation Group, το 54% του συνολικού προσωπικού εισοδήματος της κομητείας το 2022 προερχόταν από μεταβιβάσεις μέσω κυβερνητικών προγραμμάτων, από τα 10 υψηλότερα ποσοστά στις ΗΠΑ. Το ποσοστό αυτό ήταν κάτω από 20% στη δεκαετία του 1970 και είναι κατά 36% υψηλότερο από τον εθνικό μέσο όρο.

Στις δεκαετίες που ακολούθησαν, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει διοχετεύσει πάνω από 3,6 δισ. δολ. για να αμβλύνει τις δυσκολίες, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Economic Innovation Group, δίχως να περιλαμβάνονται τα περίπου 13 δισ. δολάρια επιπλέον σε πληρωμές Κοινωνικής Ασφάλισης, Medicare και Medicaid.

Περίπου τα 2/3 των νοικοκυριών με παιδιά εξακολουθούν να λαμβάνουν κουπόνια τροφίμων και το εκτιμώμενο διάμεσο οικογενειακό εισόδημα κινείται γύρω στις 35.000 δολάρια.

Αυτό-βοήθεια

Έτσι, όπως αναφέρει η Washington Post, οι αποτυχίες διέτρεξαν κόμματα και κυβερνήσεις με κάποιους να παρατηρούν ότι η βοήθεια έμοιαζε περισσότερο με «αντιμετώπιση έκτακτης ανάγκης» παρά με τη μακροπρόθεσμη επένδυση που χρειαζόταν. Άλλοι λένε ότι οι ερειπωμένες υποδομές περιόρισαν την οικονομική ανάπτυξη.

Αν και οι προσπάθειες των κατοίκων είναι μικρές συγκρίσει με τα κυβερνητικά προγράμματα και την άλλοτε ακμάζουσα βιομηχανία άνθρακα, κάποιες ντόπιες πρωτοβουλίες γεννούν ελπίδα για ανανέωση, τροφοδοτούμενη από ένα από τα ελάχιστα σταθερά χαρακτηριστικά του τόπου: την ανθεκτικότητα, αναφέρει το αμερικανικό δημοσίευμα.

Με περιορισμένα φορολογικά έσοδα για να στηριχθούν τοπικές πρωτοβουλίες ή υποδομές, έχει αναπτυχθεί ένα δίκτυο μη κερδοσκοπικών οργανώσεων. Πολλές χρηματοδοτούνται από ομοσπονδιακές επιχορηγήσεις και ιδιωτικές δωρεές και διοικούνται από ντόπιους. Οι περισσότερες αναγκάστηκαν να βρουν πώς θα συνεχίσουν όταν τα κρατικά χρήματα τελειώσουν.

«Υπάρχει ένα πράγμα που οι άνθρωποί μας το ξέρουν: αν ξεκινήσει ένα κυβερνητικό πρόγραμμα, σίγουρα θα περικοπεί ή θα τελειώσει», είπε ο Ράνταλ Τζόνσον, του οποίου η μη κερδοσκοπική οργάνωση, Council of the Southern Mountains, είχε πιέσει για το πρόγραμμα κουπονιών τροφίμων εδώ πίσω στη δεκαετία του ’60.

«Επιδιώκουν την αυτοδυναμία επειδή ξέρουν ότι τα ορυχεία ανοίγουν και κλείνουν και τα κυβερνητικά προγράμματα τελειώνουν», πρόσθεσε. «Αλλά πάντα θα βρουν τρόπο να φροντίσουν τα παιδιά τους».

Καλλιεργώντας τα δικά τους προϊόντα

Η μη κερδοσκοπική οργάνωση Economic Development Greater East (EDGE) άρχισε να μετατρέπει μια έκταση 350 στρ. σε εκπαιδευτικό αγρόκτημα.

Τα τελευταία πέντε χρόνια εκπαίδευσε περίπου 60 άτομα στην καλλιέργεια ορεινών κοιλάδων. Οι συμμετέχοντες περνούν μήνες μαθαίνοντας πώς να φυτεύουν οπωρώνες, να εκτρέφουν ζώα ελεύθερης βοσκής και να συλλέγουν σιρόπι από πυκνώσεις σφενδαμιών και συκομουριών. Πουλούν τα προϊόντα σε λαϊκές αγορές και σε κατοίκους ή τα χρησιμοποιούν για να θρέψουν τις οικογένειές τους.

«Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία να είναι μέρη όπως η κομητεία ΜακΝτάουελ “έρημοι τροφίμων”», είπε ο Ταρτ, ο οποίος έχει βάλει πάνω από 100.000 δολάρια από δικά του χρήματα στο εγχείρημα. «Αυτά τα μέρη έχουν τη δυνατότητα να παράγουν τεράστιες ποσότητες τροφής».

Βέβαια, κάτι τέτοιο δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση, καθώς περίπου το 60% της γης στην κομητεία ανήκει σε εταιρείες που δεν εδρεύουν εκεί — μεταξύ τους σιδηροδρομικές και μεταλλευτικές που δεν ενδιαφέρονται να εκμισθώσουν γη στους κατοίκους.

Εκπαιδεύονται να χτίζουν σπίτια

Στην πόλη Κίμπολ, οι κάτοικοι προσπαθούν να δώσουν νέα πνοή στην κοινότητά τους μετά το κλείσιμο του Walmart πριν από σχεδόν 10 χρόνια.

Η πόλη, της οποίας ο πληθυσμός μειώθηκε από πάνω από 1.500 σε περίπου 250 μετά την αποχώρηση των εταιρειών άνθρακα, απέκτησε το συμβόλαιο ιδιοκτησίας του ακινήτου της εταιρείας και οι τοπικοί ηγέτες άρχισαν να συνεργάζονται με μια μη κερδοσκοπική οργάνωση της Δυτικής Βιρτζίνια που προσπαθεί να αναζωογονήσει πρώην κοινότητες άνθρακα.

«Η Κίμπολ, και μεγάλο μέρος της αγροτικής Απαλαχίας, βρίσκεται σε κομβικό σημείο, όπου έχει αυτή την καταπληκτική ευκαιρία να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό της», είπε η Τζένι Τότεν, πρώην κάτοικος που βοήθησε να συνδεθούν οι τοπικοί ηγέτες με την οργάνωση.

Καταρτίστηκε σχέδιο συνεργασίας με έναν επενδυτή για να μετατραπεί το κτίριο σε εργοστάσιο κατασκευής τροχοφόρων/κινητών κατοικιών. Το εργοστάσιο σκοπεύει να εκπαιδεύει ντόπιους να χτίζουν τα σπίτια και να τα αποστέλλουν σε όλη την κομητεία και την πολιτεία.

Προμηθεύοντας ακόμα και δικό τους νερό

Ακόμα και το καθαρό νερό έχει χαθεί σε ορισμένες περιοχές, επειδή οι δήμοι δεν μπορούσαν να συντηρήσουν τους σωλήνες. Οι οδηγίες για βράσιμο νερού είναι συχνές. Μια κοινότητα, το Keystone, ήταν υπό τέτοια οδηγία για μια δεκαετία έως το 2022, όταν εντάχθηκε σε νέο σύστημα της κομητείας.

Το νερό σε πολλά σπίτια έχει μια σκουριασμένη πορτοκαλί απόχρωση από σίδηρο και μαγγάνιο στο έδαφος ή από διάβρωση των σωληνώσεων, και μυρίζει άσχημα από το θείο. Οι άνθρωποι συχνά μαζεύουν νερό για μαγείρεμα από πηγές στην άκρη του δρόμου και από σωλήνες αποστράγγισης που προεξέχουν από τις πλαγιές.

Η Μέιβις Μπρούστερ διευθύνει το McDowell County Public Service District, τη μεγαλύτερη υπηρεσία κοινής ωφέλειας της κομητείας, που εξυπηρετεί περίπου 3.500 σπίτια και επιχειρήσεις. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες δουλεύει για να φέρει καθαρό νερό σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους με ελάχιστους πόρους.

Περνά τις μέρες της «συναρμολογώντας σαν παζλ» κρατικές και ομοσπονδιακές πηγές χρηματοδότησης για νέα συστήματα ύδρευσης και απαντώντας στις συχνές κλήσεις κατοίκων για το πότε θα συνδεθούν, με κάποιους να πεθαίνουν πριν προλάβει να βρει λύση. «Όταν επιτέλους μπουν οι γραμμές στο έδαφος και ανοίξει το νερό, αλλάζει τη ζωή», είπε.

Ο Μπραντ Ντέιβις, πρώην δημοσιογράφος που σήμερα ηγείται πέντε εκκλησιών των Ενωμένων Μεθοδιστών στην κομητεία,  οργανώνει ανά δύο εβδομάδες διανομές νερού για ανθρώπους που ως επί το πλείστον δεν ανήκουν στο σύστημα ύδρευσης της κομητείας. Εκκλησίες των Ενωμένων Μεθοδιστών από γειτονική κομητεία δωρίζουν 50 κούτες εμφιαλωμένου νερού κάθε μήνα, τις οποίες ο ίδιος και ενορίτες παραδίδουν σε κατοίκους.