Για τη ζωή του, τον… θάνατο και την συγγραφική του καριέρα μίλησε ο Γιάννης Ξανθούλης.

Όπως αποκάλυψε ο συγγραφέας, ποτέ δεν φοβήθηκε τον θάνατο, ενώ σημείωσε πως ακόμα και όταν ήταν παιδί, ονειρευόταν πώς θα ήταν η κηδεία του.

«Σαν παιδί, ονειρευόμουν την κηδεία μου. Πώς θα κλαίει η μαμά μου, ο μπαμπάς μου, οι μοδίστρες μας, οι φίλοι κι οι εχθροί μας. Ότι τα ζωντανά που έχουμε στο σπίτι θα πεθάνουν μόλις φύγει ο κύριός τους», είπε.

Πλέον, σημείωσε ότι στην ηλικία των 75 ετών, συμπεριφέρεται πολύ διαφορετικά στη ζωή του από ό,τι όταν ήταν νεότερος.

«Όταν είσαι νέος, δεν υπολογίζεις την καθημερινότητα. Σήμερα είμαι 75 ετών και ο χρόνος μετράει διαφορετικά. Χαίρομαι που έζησα μέχρι τα 75 μου. Έχεις μια άλλη εκτίμηση του χρόνου σε αυτή την ηλικία», πρόσθεσε.

«Τον εκτιμάς τον χρόνο από στιγμή σε στιγμή. Είναι πολύτιμος. Δεν ξαναρχόμαστε στην ίδια ζωή. Προσπαθείς να βρεις ένα στοιχείο που να σου δίνει την επίγευση της ελπίδας», υπογράμμισε.

«Τι να μου αρέσει σήμερα;»

«Παλαιότερα ο κόσμος ήταν πάρα πολύ αφελής. Δεν είχαν την υπερπληροφόρηση που έχουμε σήμερα. Εγώ βέβαια πιστεύω ότι και σήμερα είναι αφελής με αυτή την υπερπληροφόρηση, ελάχιστα πράγματα μένουν. Όλα είναι επιδερμικά, όλα είναι σαν σαχλός φλοιός και μένει μια σάχλα στο τέλος. Σε πολλούς αν και όχι πάντα, προς Θεού. Νομίζω ότι ζούμε σε μια ενδιαφέρουσα σαχλή εποχή. Τι να μου αρέσει σήμερα; Θέλω, δεν θέλω, την ζω» πρόσθεσε ο συγγραφέας και συμπλήρωσε:

«Όχι, δεν μου αρέσει καθόλου! Αυτές οι τεχνολογίες, αυτά τα μαραφέτια, όλα αυτά τα πάρε εδώ και κάνε το άλλο… Τα λάτρευα τα αεροδρόμια και τώρα δεν πιστεύω γιατί πρέπει να πατήσω 100 κουμπιά. Που δεν πρόκειται, να έρθουν όλοι οι υπάλληλοι να με βοηθήσουν. Έρχονται απελπισμένοι και το κάνουν εκβιαστικά».

«Ο κόσμος σήμερα θεωρείται μοντέρνος όταν είναι φορτωένος από εκατομμύρια φίρμες, όταν κάνει γκαλερί τα χέρια του με τα τατουάζ… Σαν κινούμενη γκαλερί! Κάποιος είχε πει ότι η μόδα είναι δυο φορές γελοία. Μία όταν αρχίζει και μία όταν τελειώνει και αυτό είναι μια μεγάλη αλήθεια» πρόσθεσε, επίσης, ο Γιάννης Ξανθούλης στο ψυχαγωγικό μαγκαζίνο της δημόσιας τηλεόρασης.