Η Συρία στο επίκεντρο συνάντησης Ερντογάν-Πούτιν στη Μόσχα την Τετάρτη
Ο πρωθυπουργός της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, θα μεταβεί την ερχόμενη Τετάρτη στη Μόσχα για μια συνάντηση εργασίας με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, με την κρίση στη Συρία να βρίσκεται στην κορυφή της ατζέντας. Η μη κυβερνητική οργάνωση Παρατηρητήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch, HRW) κατηγόρησε τις δυνάμεις του Σύρου προέδρου ότι χρησιμοποιούν βόμβες διασποράς σοβιετικής κατασκευής στη Χάμα.
Ο πρωθυπουργός της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, θα μεταβεί την ερχόμενη Τετάρτη στη Μόσχα για μια συνάντηση εργασίας με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, με την κρίση στη Συρία να βρίσκεται στην κορυφή της ατζέντας.
Οι δύο άνδρες «θα έχουν μια ευρεία ανταλλαγή απόψεων για τις σημαντικές περιφερειακές και διεθνείς εξελίξεις, αρχίζοντας από τη Συρία» αναφέρει ανακοίνωση του γραφείου του Τούρκου πρωθυπουργού.
Οι σχέσεις ανάμεσα στην Τουρκία και τη Συρία, πρώην συμμάχους, επιδεινώθηκαν πολύ από την αρχή της καταστολής στη Συρία, το Μάρτιο του 2011.
Ο Ερντογάν κατήγγειλε επανειλημμένα τις βιαιότητες των συριακών δυνάμεων και ζήτησε από τον πρόεδρο Μπασάρ αλ Άσαντ να εγκαταλείψει την εξουσία.
Η Τουρκία φιλοξενεί αυτή τη στιγμή περισσότερους από 37.000 Σύρους πρόσφυγες. Έχει επιτρέψει επίσης στους αντάρτες του Ελεύθερου Συριακού Στρατού να έχουν ελεύθερη πρόσβαση στο έδαφός της.
Η Ρωσία από την πλευρά της είναι ο κύριος σύμμαχος του καθεστώτος της Δαμασκού, μπλοκάροντας κάθε απόφαση του ΟΗΕ που καταδικάζει την καταστολή και αρνούμενη να σταματήσει την στρατιωτική υποστήριξη που προσφέρει στο καθεστώς του Άσαντ, παρά τις διεθνείς επικρίσεις.
Οι Ερντογάν και Πούτιν θα συζητήσουν επίσης «τις προόδους που έχουν πραγματοποιηθεί τελευταία στις τουρκορωσικές σχέσεις, οι οποίες προήχθησαν στο επίπεδο της ενισχυμένης σύμπραξης, καθώς και νέες δυνατότητες συνεργασίας» προστίθεται στην ανακοίνωση.
Η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής αερίου της Τουρκίας. Οι δύο χώρες υπέγραψαν το 2010 συμφωνίες που ενισχύουν τη διμερή συνεργασία, κυρίως στον ενεργειακό τομέα, θέτοντας στόχο να φτάσουν ως το 2015 ετήσιο όγκο συναλλαγών 100 δισ. δολαρίων. Οι διμερείς συναλλαγές έφτασαν το 2011 τα 30 δισεκατομμύρια δολάρια.
Για χρήση βομβών διασποράς κατηγορεί τη Συρία το HRW
Η μη κυβερνητική οργάνωση Παρατηρητήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch, HRW) κατηγόρησε τις δυνάμεις του Σύρου προέδρου, Μπασάρ αλ Άσαντ, ότι χρησιμοποιούν βόμβες διασποράς σοβιετικής κατασκευής στη Χάμα, στην κεντρική Συρία, όπου μαίνεται η εξέγερση εναντίον του καθεστώτος.
Σύμφωνα με την οργάνωση προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων η οποία εδρεύει στη Νέα Υόρκη, δύο βίντεο τα οποία αναρτήθηκαν στο Διαδίκτυο την 10η Ιουλίου απεικονίζουν «απομεινάρια βομβών διασποράς και το περίβλημα μιας βόμβας σοβιετικής κατασκευής που φαίνεται ότι βρίσκονταν στην Τζάμπαλ Σασνάμπου, μια ορεινή περιοχή βορειοδυτικά από τη Χάμα».
Ο Στιβ Γκους, επικεφαλής της διεύθυνσης της οργάνωσης για τα οπλικά συστήματα, σημείωσε ότι «εάν αυτό επιβεβαιωθεί, θα πρόκειται για το πρώτο τεκμήριο που αποδεικνύει τη χρήση από το συριακό στρατό αυτών των ιδιαίτερα επικίνδυνων όπλων».
Ένας ακτιβιστής είπε στην οργάνωση ότι αυτή η περιοχή στην κεντρική Συρία υφίσταται συστηματικούς σφοδρούς βομβαρδισμούς από τις χερσαίες δυνάμεις και την πολεμική αεροπορία της Συρίας εδώ και δύο εβδομάδες. Σύμφωνα με τον ίδιο, η ορεινή αυτή περιοχή είναι προπύργιο των ανταρτών, που βρίσκουν καταφύγιο σε πολλές σπηλιές.
Σύμφωνα με τους ειδικούς της HRW και του Διεθνούς Κέντρου Ανθρωπιστικής Αποναρκοθέτησης της Γενεύης (Centre international pour le déminage humanitaire, CIDHG) τα βίντεο επιδεικνύουν μια βόμβα διασποράς RBK-250, η οποία ρίπτεται συνήθως από αεροσκάφη, καθώς και περίπου 15 βομβίδια A0-1Sch που δεν έχουν εκραγεί. Τα οπλικά αυτά συστήματα είναι όλα σοβιετικής κατασκευής.
Η Συρία δεν έχει επικυρώσει τη Συνθήκη για τα όπλα διασποράς, η οποία απαγορεύει πλήρως τη χρήση, την παραγωγή, την αποθήκευση και την μεταφορά αυτής της κατηγορίας όπλων και προβλέπει την καταστροφή τους. Το κείμενο της συνθήκης είχε υιοθετηθεί από 107 κράτη στις 30 Μαΐου 2008 στο Δουβλίνο.