Μια εντυπωσιακή και ανησυχητική στροφή στις επαγγελματικές φιλοδοξίες των γυναικών καταγράφει η νέα μεγάλη έρευνα της LeanIn.org και της McKinsey & Co., η οποία παρουσιάστηκε στο Bloomberg και έρχεται να ανατρέψει όσα γνωρίζαμε την τελευταία δεκαετία για την πορεία των γυναικών στον χώρο εργασίας στις ΗΠΑ.

Μετά από χρόνια όπου η συζήτηση γύρω από το «lean in» –το κάλεσμα της Σέριλ Σάντμπεργκ, η οποία διετέλεσε ανώτερο στέλεχος της Meta, το 2013 προς τις γυναίκες να επιδιώξουν ενεργά την ανέλιξη– μονοπωλούσε τον δημόσιο διάλογο, σήμερα το τοπίο δείχνει να αλλάζει δραματικά: οι γυναίκες «απομακρύνονται» από την προοπτική της προαγωγής, όχι επειδή στερούνται φιλοδοξίας, αλλά επειδή νιώθουν ότι το σύστημα παύει να τις στηρίζει.

Τα αποτελέσματα της έρευνας

Σύμφωνα με τα στοιχεία που ήρθαν στο φως, μόλις το 69% των γυναικών σε θέσεις εισαγωγικού επιπέδου δηλώνουν ότι επιθυμούν να εξελιχθούν επαγγελματικά. Το ποσοστό ανεβαίνει στο 82% στις μεσαίες βαθμίδες και στο 84% στα ανώτερα στελέχη – σημαντικά χαμηλότερα όμως από τα αντίστοιχα ποσοστά των ανδρών (80%, 86% και 92%). Πρόκειται για το πρώτο καταγεγραμμένο «χάσμα φιλοδοξίας» στα 11 χρόνια της έρευνας Women in the Workplace. Μέχρι σήμερα, γυναίκες και άνδρες εμφανίζονταν εξίσου πρόθυμοι να διεκδικήσουν την επόμενη θέση ευθύνης.

Τι έχει αλλάξει; Η Σάντμπεργκ δηλώνει στο Bloomberg ότι οι γυναίκες δεν έχουν χάσει την επιθυμία για εξέλιξη – την έχει χάσει όμως το σύστημα για εκείνες. Όπως σημειώνει, περίπου το 20% των εταιρειών που συμμετείχαν στην έρευνα παραδέχθηκαν ότι δεν διαθέτουν πια καμία συγκεκριμένη πολιτική ή πρόγραμμα στήριξης της γυναικείας επαγγελματικής ανάπτυξης. «Όταν οι εταιρείες δεν κάνουν το σωστό για όλους τους εργαζόμενους, ωθούν τις γυναίκες να απομακρυνθούν», σχολιάζει χαρακτηριστικά.

Voir cette publication sur Instagram

Une publication partagée par Lean In (@leaninorg)

Η υποχώρηση των προγραμμάτων DEI

Το εύρημα δεν είναι τυχαίο. Σύμφωνα με τους αναλυτές που μίλησαν στο Bloomberg, η υποχώρηση των προγραμμάτων διαφορετικότητας, ισότητας και συμπερίληψης (DEI) έχει επιταχυνθεί κατά τη δεύτερη θητεία του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει ταχθεί ανοιχτά υπέρ της κατάργησής τους, χαρακτηρίζοντάς τα «παράνομα». Τα προγράμματα αυτά, που στοχεύουν στη διασφάλιση ίσων ευκαιριών, στην καταπολέμηση των προκαταλήψεων και στη δημιουργία πραγματικά συμπεριληπτικών εργασιακών περιβαλλόντων, έχουν μειωθεί αισθητά τα τελευταία χρόνια.

Η έρευνα δείχνει ότι κατά τη δεύτερη θητεία του Τραμπ, η πίεση για περιορισμό ή ακόμη και κατάργηση των πρωτοβουλιών αυτών οδήγησε πολλές εταιρείες να παγώσουν ή να ακυρώσουν πολιτικές που κάποτε θεωρούνταν βασικοί μοχλοί ενδυνάμωσης των γυναικών.

Έτσι, προγράμματα καθοδήγησης, επαγγελματικής ανάπτυξης, sponsorship και εκπαίδευσης στη διαφορετικότητα –που λειτουργούσαν ως δομική στήριξη για όσες επιθυμούσαν να προχωρήσουν ιεραρχικά– φθίνουν, αφήνοντας τις γυναίκες με λιγότερα εργαλεία και λιγότερη ορατότητα στις κρίσιμες διαδικασίες λήψης αποφάσεων.

Συγκεκριμένα, η υποστήριξη των εταιρειών προς τη γυναικεία εκπροσώπηση έπεσε στο 67% το 2025 από το ιστορικό υψηλό του 88% το 2017. Πάνω από μία στις δέκα εταιρείες έχει ήδη μειώσει ή διακόψει προγράμματα επαγγελματικής καθοδήγησης, χορηγιών, κατάρτισης ή άλλων μηχανισμών που στοχεύουν στην προώθηση γυναικών σε θέσεις ευθύνης.

Αξίζει η προαγωγή;

Την ίδια στιγμή, η καθημερινότητα των εργαζόμενων γυναικών δυσκολεύει: το κόστος φροντίδας παιδιών έχει εκτοξευθεί, οι οικογενειακές υποχρεώσεις τους βαραίνουν δυσανάλογα σε σύγκριση με τους άνδρες, ενώ η επιστροφή στο γραφείο –μετά την πανδημία– έχει συχνά καταργήσει τη μία μορφή ευελιξίας που τις βοηθούσε να ισορροπούν.

Πολλές, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, αναρωτιούνται πλέον αν αξίζει να κυνηγούν μια προαγωγή σε ένα περιβάλλον που δεν εξελίσσεται μαζί τους.

Οι άνδρες  έχουν διπλάσιες πιθανότητες να προωθηθεί το όνομά τους

Ένας ακόμη κρίσιμος παράγοντας είναι η έλλειψη «σπονσόρων». Οι άνδρες, όπως καταγράφει η έρευνα, έχουν διπλάσιες πιθανότητες από τις γυναίκες να διαθέτουν πολλαπλούς υποστηρικτές μέσα στην εταιρεία – ανθρώπους που θα προωθήσουν το όνομά τους, θα ανοίξουν πόρτες και θα υπερασπιστούν την επαγγελματική τους πορεία στα κέντρα αποφάσεων. Οι γυναίκες όχι μόνο έχουν λιγότερους τέτοιους συμμάχους, αλλά δηλώνουν ότι στις εισαγωγικές και μεσαίες βαθμίδες αισθάνονται λιγότερο ασφαλείς να αναλάβουν ρίσκα ή να εκφραστούν ανοιχτά.


«Το εταιρικό τοπίο της Αμερικής δείχνει ότι κάνει πίσω στη δέσμευσή της προς τις γυναίκες – και οι γυναίκες δείχνουν ότι το αισθάνονται. Ο συνδυασμός είναι εκρηκτικός», σημειώνει η Ρέιτσελ Τόμας, διευθύνουσα σύμβουλος του LeanIn.org, μιλώντας στο Bloomberg.

Η έκθεση καταλήγει με σαφείς προειδοποιήσεις αλλά και συγκεκριμένες συστάσεις: οι εταιρείες πρέπει να επανεξετάσουν τις πολιτικές τους, να διευρύνουν τις δεξαμενές ταλέντου, να προσφέρουν ισότιμη πρόσβαση σε επαγγελματική καθοδήγηση και χορηγίες, να ενισχύσουν τα δίκτυα υποστήριξης εργαζομένων και να επενδύσουν σε μια κουλτούρα πραγματικής ένταξης. Όχι μόνο για τις γυναίκες, αλλά για τη βιωσιμότητα των ίδιων των οργανισμών τους.

Η έρευνα δείχνει καθαρά ότι η συζήτηση για τη θέση της γυναίκας στην εργασία μπαίνει σε νέα φάση: όχι πια για το αν οι γυναίκες κάνουν «lean in», αλλά για το αν οι εταιρείες στέκονται στο ύψος των περιστάσεων.