Πλήγματα ακριβείας σε βασικά λιμάνια και ενεργειακές εγκαταστάσεις, αποκλεισμός και έλεγχος της νησιωτικής δημοκρατίας της Ταϊβάν από μονάδες όλων των κλάδων των κινεζικών Ενόπλων Δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένου ενός αεροπλανοφόρου.

‘Όχι, δεν ξέσπασε πόλεμος στην Ασία.

Ήταν το σενάριο των ευρείας κλίμακας στρατιωτικών ασκήσεων -με πραγματικά πυρά και προσομοιωμένους στόχους- που πραγματοποίησε αιφνιδιαστικά η Κίνα στο Στενό της Ταϊβάν, στο πρώτο διήμερο του Απριλίου.

Η κωδική ονομασία «Strait Thunder-2025A» υποδηλώνει ότι το Πεκίνο σχεδιάζει προσεχώς κι άλλες ανάλογες ασκήσεις ως επίδειξη ισχύος.

Χαρακτήρισε τα γυμνάσια που μόλις ολοκληρώθηκαν «σοβαρή προειδοποίηση και δυναμικό περιορισμό κατά της ανεξαρτησίας της Ταϊβάν».

Μόλις προ δύο εβδομάδων εν τω μεταξύ η Κίνα είχε στείλει μεγάλο αριθμό drones και πλοίων προς το νησί, στο πλαίσιο εντατικοποίησης των στρατιωτικών ασκήσεών της.

Καταδεικνύοντας πόσο οριακές έχουν γίνει οι συνθήκες, η Ταϊπέι αυτή τη φορά απάντησε με την προληπτική ανάπτυξη αεροπορικών και ναυτικών δυνάμεων στο πλαίσιο «άσκησης ταχείας αντίδρασης».

Τα επίγεια πυραυλικά συστήματα του νησιού ενεργοποιήθηκαν επίσης.

Η νέα κλιμάκωση της έντασης στο Στενό της Ταϊβάν -ζωτικής σημασίας οδό για την παγκόσμια ναυτιλία- έχει στο φόντο τις γεωπολιτικές αναδιατάξεις διεθνώς στην εποχή Τραμπ 2.0.

Παγίως εδώ και χρόνια, αλλά με ανησυχητικά αυξανόμενη συχνότητα εσχάτως, η περιοχή αποτελεί πιθανό σημείο ανάφλεξης μεταξύ της Κίνας και των ΗΠΑ, σημαντικότερου εταίρου ασφαλείας της Ταϊβάν.

Στο «παζλ» προστίθενται άλλωστε όλο και περισσότερα «κομμάτια».

«Τακτικές εκφοβισμού»

Με την κυβέρνηση Τραμπ να εστιάζει το στρατηγικό ενδιαφέρον της στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, με στόχο την ανάσχεση της Κίνας, η ηγεσία της Ταϊπέι ανεβάζει διαρκώς τους τόνους.

Λίγο πριν συμπληρώσει ένα χρόνο στο αξίωμα, ο πρόεδρος της Ταϊβάν Λάι Τσινγκ-τε αποκάλεσε πρόσφατα την Κίνα «ξένη εχθρική δύναμη» και ανακοίνωσε δέσμη 17 μέτρων για την αντιμετώπιση της επιρροής και των κατασκοπευτικών επιχειρήσεων του Πεκίνου.

Ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Πιτ Χέγκσεθ, μόλις ολοκλήρωσε εν τω μεταξύ περιοδεία στην Ασία, εκτοξεύοντας απειλές προς το Πεκίνο για «ισχυρή και αξιόπιστη αποτροπή» στα Στενά της Ταϊβάν και ασκώντας παράλληλα πιέσεις στους περιφερειακούς συμμάχους της Ουάσιγκτον για δραστική αύξηση των αμυντικών τους δαπανών.

Τα δε νέα κινεζικά γυμνάσια συνέπεσαν χρονικά -και προφανώς όχι τυχαία- με την επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών της Κίνας, Ουάνγκ Γι στη Μόσχα, εν μέσω επαναπροσέγγισης της Ρωσίας και των ΗΠΑ, με άξονα το ουκρανικό.

Η Μόσχα και το Πεκίνο «συνεχώς εμβαθύνουν τη συνολική στρατηγική εταιρική σχέση συντονισμού τους για μια νέα εποχή», δήλωσε -σύμφωνα με το κρατικό κινεζικό πρακτορείο Xinhua- ο Ουάνγκ Γι στη συνάντησή του με τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντίμιρ Πούτιν.

«Φίλοι για πάντα, ποτέ εχθροί» ήταν το μότο του, χαιρετίζοντας επίσης τα σημάδια εξομάλυνσης των σχέσεων μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας.

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αντίθετα καταδίκασε απερίφραστα τις «τακτικές εκφοβισμού και την αποσταθεροποιητική συμπεριφορά της Κίνας» στο Στενό της Ταϊβάν.

Υπογράμμισε την πλήρη αντίθεση της Ουάσιγκτον «στις μονομερείς αλλαγές στο status quo, μεταξύ άλλων μέσω βίας ή εξαναγκασμού».

Πλάνα από τα κινεζικά γυμνάσια στα ανοιχτά της Ταϊβάν σε προβολή σε γιγαντοοθόνη έξω από ένα εμπορικό κέντρο στο Πεκίνο (REUTERS/Florence Lo)

Τεστ αντοχής

Η εν εξελίξει διαμάχη μεταξύ Πεκίνου και Ταϊπέι χρονολογείται από το 1949, όταν οι εθνικιστικές δυνάμεις του Κουομιτάνγκ υπό τον Τσιάνγκ Κάι-σεκ κατέφυγαν στην Ταϊβάν, ηττημένες στον κινεζικό εμφύλιο από τις κομμουνιστές του Μάο Τσε Τουνγκ.

Μέχρι και σήμερα, ελάχιστα κράτη -κυρίως στον Ειρηνικό, στην Καραϊβική και το Βατικανό- αναγνωρίζουν ως ανεξάρτητη χώρα την Ταϊβάν, με το όνομα «Δημοκρατία της Κίνας».

Η Κίνα θεωρεί το νησί μέρος της επικράτειάς της, απειλώντας να το θέσει υπό τον έλεγχό της ακόμη και με τη βία εάν χρειαστεί.

Οι εντάσεις μεταξύ Πεκίνου-Ταϊπέι έχουν κλιμακωθεί αφότου ο Λάι Τσινγκ-τε ανέλαβε προεδρικά καθήκοντα στην Ταϊβάν, τον Μάιο του 2024, κλιμακώνοντας τη ρητορική για υπεράσπιση της κυριαρχίας του νησιού.

Βασικός πάντως αποδέκτης της εντεινόμενης επίδειξης δύναμης από την Κίνα δεν είναι η ηγεσία της Ταϊπέι, αλλά οι ΗΠΑ.

Αποτελεί κοινή πεποίθηση ότι το Πεκίνο μετρά επί της ουσίας τα όρια ανοχής και δέσμευσης της νέας κυβέρνησης του απρόβλεπτου Ντόναλντ Τραμπ τόσο απέναντι στην Ταϊβάν, όσο και στους περιφερειακούς συμμάχους της Ουάσιγκτον.

Παγίως έως και τώρα, ο Λευκός Οίκος τηρεί επισήμως την πολιτική της «Μίας Κίνας».

Διατηρεί ωστόσο τακτική «στρατηγικής ασάφειας» ως προς το εάν θα υπερασπιζόταν την Ταϊβάν σε περίπτωση κινεζικής επίθεσης.

Στο μεσοδιάστημα την εξοπλίζει.

Αντιμέτωπη με την αυξανόμενη κινεζική απειλή, η Ταϊπέι έχει παραγγείλει νέους πυραύλους, αεροσκάφη και άλλα όπλα από τις ΗΠΑ, ενώ ενισχύει τη δική της αμυντική βιομηχανία.

«Ο πόλεμος μπορεί να περιμένει»;

Αναλυτές εκτιμούν ότι η Κίνα δεν είναι ακόμη έτοιμη να πάρει το ρίσκο μιας εισβολής, παρά τα όλο και πιο πυκνά συχνά

Συνδυάζονται με έναν διπλωματικό και οικονομικό πόλεμο, κυβερνοεπιθέσεις, καθώς και εκστρατείες παραπληροφόρησης και προπαγάνδας.

Οι τελευταίες ευρείας κλίμακας ασκήσεις για παράδειγμα ενδύθηκαν επικοινωνιακά από μια πλημμυρίδα βίντεο του κινεζικού στρατού.

Αρκετά ήταν σε πολεμικό κλίμα, με βόμβες να πέφτουν βροχή στην Ταϊβάν σαν σε βιντεοπαιχνίδι, με μουσική επένδυση και τίτλους όπως «Νικήστε το κακό».

Αυτό ωστόσο που έκανε τη μεγαλύτερη αίσθηση ήταν ένα animation, που παρουσιάζει τον 65χρονο πρόεδρο Λάι Τσινγκ-τε σαν σκουλήκι πιασμένο με ξυλάκια να ψήνεται σε φλόγες που έχουν ζώσει την Ταϊβάν.

Στους τίτλους αναφέρεται: «Παράσιτο στο δρόμο προς την τελική καταστροφή».

Σύμφωνα με τελευταία έκθεση του υπουργείου Άμυνας στην Ταϊβάν, η κατάκτηση του νησιού αποτελεί τεράστια πρόκληση ακόμη και για τον ταχέως εξοπλιζόμενο Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό της Κίνας.

Παραμένει ωστόσο ασαφές προς τα που εν τέλει γέρνει το «ζύγι» του Πεκίνου για τους κινδύνους και τα οφέλη.

Με τον Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, οι ΗΠΑ δείχνουν να αποσύρονται όλο και περισσότερο από τη διεθνή σκηνή.

Η δε Κίνα καταγράφει λεπτομερώς τη συναλλακτική διαπραγματευτική τακτική της νέας ηγεσίας της Ουάσιγκτον έναντι της Μόσχας στο ουκρανικό.

Ο αναθεωρητισμός της έναντι των Ευρωπαίων συμμάχων στο ΝΑΤΟ επίσης δεν περνά απαρατήρητος από τους εταίρους ασφαλείας των ΗΠΑ στην Ασία.

Πλέον δεν θεωρούνται a priori παράλλογοι οι φόβοι ο Τραμπ να χρησιμοποιήσει ενδεχομένως την Ταϊβάν ως διαπραγματευτικό χαρτί απέναντι στο Πεκίνο, ενόσω εντείνει τους εμπορικούς πολέμους του κατά πάντων.

Συμμάχων και εχθρών.

Είναι υπό αυτό το πρίσμα άλλωστε που η Κίνα, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα είχαν την περασμένη Κυριακή πρώτη φορά εδώ και πέντε χρόνια συνομιλίες με επίκεντρο την ενίσχυση της οικονομικής και εμπορικής συνεργασίας.