Προγεννητικοί παράγοντες ίσως αυξάνουν τον κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη μετέπειτα
Νέα Υόρκη: Όμοιο κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη τύπου ΙΙ έχουν οι διζυγωτικοί ή μονωογενείς δίδυμοι, γεγονός που σημαίνει ότι συγκεκριμένοι προγεννητικοί παράγοντες συντελούν στην εκδήλωση της νόσου στα μετέπειτα στάδια της ζωής του ανθρώπου.
Νέα Υόρκη: Όμοιο κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη τύπου ΙΙ έχουν οι διζυγωτικοί ή μονωογενείς δίδυμοι, γεγονός που σημαίνει ότι συγκεκριμένοι προγεννητικοί παράγοντες συντελούν στην εκδήλωση της νόσου στα μετέπειτα στάδια της ζωής του ανθρώπου.
Όπως αναφέρεται στο επιστημονικό έντυπο Diabetes ερευνητές του Διαβητολογικού Κέντρου Steno της Δανίας συνέκριναν ίδιας ηλικίας και φύλου ζευγάρια διδύμων με άλλους συνομηλίκους και διαπίστωσαν ότι οι δίδυμοι είχαν υψηλότερα ποσοστά κοιλιακής παχυσαρκίας και προβλημάτων με τον μεταβολισμό του σακχάρου του αίματος.
Επίσης είχαν σχεδόν τριπλάσια συχνότητα του διαβήτη τύπου ΙΙ καθώς και 60% υψηλότερο κίνδυνο εκδήλωσης της πάθησης την προσεχή δεκαετία.
Επιπλέον αξίζει να σημειωθεί ότι τα αποτελέσματα ήταν όμοια μεταξύ διζυγωτικών και μονωογενών διδύμων: σχεδόν το 16% των διζυγωτικών και το 17% των μονωογενών διδύμων είχε διαβήτη τύπου ΙΙ στην αρχή, συγκριτικά με το 6% των ενηλίκων που δεν είχε δίδυμο αδερφό.
Και όταν το ένα μέλος των διζυγωτικών διδύμων είχε την πάθηση, οι πιθανότητες να εκδηλώσει και το άλλο μέλος της ασθένεια μέχρι την ηλικία των 84 ετών ήταν στο 70%, σε ίση συνάρτηση με τις πιθανότητες που είχαν τα μονωογενή δίδυμα και πολύ υψηλότερες από το 35% που είχε δείξει άλλη μελέτη για τα αδέλφια.
Επειδή τα διζυγωτικά δίδυμα μοιράζονται εξίσου κοινά γονίδια με τα μη δίδυμα αδέρφια, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι κάτι συμβαίνει στο εμβρυϊκό περιβάλλον, παρά στα γονίδια και προκαλείται αυτή η αυξημένη συχνότητα διαβήτη στα δίδυμα.
Τα δίδυμα παιδιά έχουν διαφορετικό και πιο ανεπιθύμητο εμβρυϊκό περιβάλλον από τα μονότοκα παιδιά γεγονός που ίσως βοηθά στο να εξηγήσουμε τον αυξημένο κίνδυνο διαβήτη τύπου ΙΙ.
Για παράδειγμα, υπάρχει πολύ γνωστή σχέση μεταξύ χαμηλού σωματικού βάρους γέννησης και υψηλότερου κίνδυνο διαβήτη μετέπειτα.
Το χαμηλό σωματικό βάρος γέννησης έχει σχετιστεί με άλλες παθήσεις της ενήλικης ζωής, όπως η υπέρταση. Οι ερευνητές εικάζουν ότι το χαμηλό σωματικό βάρος γέννησης και άλλοι σχετικοί παράγοντες περιλαμβανομένης της ανεπαρκούς διατροφής και της περιορισμένης ανάπτυξης ενδομητρίως, μπορεί να «προγραμματίζουν» το αναπτυσσόμενο μεταβολικό σύστημα με τέτοιο τρόπο ώστε να καθίσταται τελικά περισσότερο ευάλωτο σε διαταραχές όπως ο διαβήτης.
Δεν είναι ξεκάθαρο ποιοι προγεννητικοί παράγοντες μπορεί να είναι το «κλειδί» του μετέπειτα κινδύνου εκδήλωσης διαβήτη, κατά πόσο δηλαδή η μητρική διατροφή για παράδειγμα, ή τα σχετιζόμενα με την εγκυμοσύνη προβλήματα υγείας, όπως η αναιμία και η υπέρταση, παίζουν ρόλο.
Τέλος είναι πιθανόν παράγοντες των πρώιμων σταδίων της ζωής του ατόμου όπως η γρήγορη ανάπτυξη των χαμηλού βάρους νεογνών να παίζουν κάποιο ρόλο στην μετέπειτα εκδήλωση του διαβήτη.