Σε μια κρίσιμη γεωπολιτική συγκυρία για την ασφάλεια της Γηραιάς Ηπείρου, με τον πόλεμο στην Ουκρανία να διανύει τον τέταρτο χειμώνα εν μέσω διπλωματικής ασάφειας στη μεσολάβηση των ΗΠΑ για τον τερματισμό του, η μια μετά την άλλη χώρες στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη βιώνουν το τελευταίο διάστημα ημέρες πολιτικού αναβρασμού.

Από τη Σλοβακία και την Ουγγαρία, μέχρι τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, αλλά και τη Λιθουανία -όλες χώρες μέλη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ- η λαϊκή αγανάκτηση φουντώνει, εν μέσω σκανδάλων διαφθοράς και καταγγελιών για αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις.

Στο φόντο είναι ο νέος Ψυχρός Πόλεμος, που πλέον δεν εκτείνεται μόνο μεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας, αλλά και στους ίδιους τους κόλπους του ΝΑΤΟ, στην εποχή Τραμπ 2.0

Με την ΕΕ διχασμένη και αμήχανη μπροστά στις ευρύτερες εξελίξεις, η προοπτική πολιτικής αναταραχής, και δη στα ανατολικά της σύνορα, συνιστά μια νέα πρόκληση, εν μέσω πλήθους άλλων.

Αν και με διαφορετικό υπόβαθρο, συνδυαστικά οι αλυσιδωτές αντικυβερνητικές διαδηλώσεις των τελευταίων ημερών υπογραμμίζουν τις επίμονες προκλήσεις διακυβέρνησης στην περιοχή.

Συνολικά, αντικατοπτρίζουν ένα ευρύτερο κύμα απογοήτευσης ή κατά περίπτωση αφύπνισης των πολιτών.

Μένει να φανεί εάν πρόκειται για έναν «χειμώνα δυσαρέσκειας» ή την απαρχή μιας παρατεταμένης περιόδου πολιτικής ρευστότητας, την ώρα που οι κυβερνήσεις στις μεγαλύτερες δυνάμεις της ΕΕ -ήτοι στη Γερμανία και στη Γαλλία- περνούν από «σαράντα κύματα», με την Ακροδεξιά, ενισχυμένη, να καραδωκεί.

Οι Σλοβάκοι απέναντι στη δικαστική μεταρρύθμιση του Φίτσο

Σε μια από τις μεγαλύτερες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις στη Σλοβακία τον τελευταίο χρόνο, δεκάδες χιλιάδες πολίτες διαμαρτυρήθηκαν στις αρχές της εβδομάδας κατά της πολιτικής της κυβέρνησης συνασπισμού υπό τον λαϊκιστή αριστερό Ρόμπερτ Φίτσο.

Αυτή τη φορά αφορμή δεν ήταν η φιλορωσική εξωτερική πολιτική του -που βρίσκεται σε πλήρη ευθυγράμμιση με τον ακροδεξιό εθνικιστή πρωθυπουργό της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν- αλλά οι επίμαχες μεταρρυθμίσεις στο εγχώριο δικαστικό σύστημα που, όπως καταγγέλλεται, υπονομεύουν το κράτος δικαίου.

Θρυαλλίδα για τις διαδηλώσεις, που οργανώθηκαν από το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης, την σοσιαλ-φιλελεύθερη «Προοδευτική Σλοβακία», αποτέλεσαν οι νομοθετικές αλλαγές που ψήφισε εσπευσμένα στο κοινοβούλιο ο αριστερός-εθνικιστικός κυβερνητικός συνασπισμός στις αρχές του μήνα.

Περιλαμβάνουν την κατάργηση της Υπηρεσίας Προστασίας Πληροφοριοδοτών και τη χαλάρωση των κανόνων για όσους καταγγέλλουν παρατυπίες σε μια χώρα με ενδημική διαφθορά.

Το μέτρο, για το οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέφρασε «έντονη ανησυχία», μπήκε μεσοβδόμαδα στον «πάγο» από το Συνταγματικό Δικαστήριο της Σλοβακίας, προς επανεξέταση.

Στο μεσοδιάστημα, η κυβέρνηση Φίτσο είχε ήδη χαμηλώσει τον πήχη στον ποινικό κώδικα για τα οικονομικά αδικήματα, αναμόρφωσε τον δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα και επιδίωξε συνταγματικές αλλαγές υπέρ της εθνικής κυριαρχίας έναντι ορισμένων νόμων της ΕΕ.

Τον δε Οκτώβριο ο Φίτσο άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο ένταξης του αριστερού κόμματός του, Smer, στην ακροδεξιά ευρωομάδα «Πατριώτες για την Ευρώπη» του Όρμπαν, στοχεύοντας έτσι σε περαιτέρω ενίσχυση της συμμαχίας τους ενάντια στην ατζέντα των Βρυξελλών: από την παροχή στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία, έως την «πράσινη» μετάβαση στην Ευρώπη και τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+ και των μεταναστών.

Τούτων λεχθέντων, ο Φίτσο ανακοίνωσε μέσω του Χ ότι ο Αμερικανός πρόεδρος Τραμπ τον προσκάλεσε στην Ουάσιγκτον για την υπογραφή διμερούς συμφωνίας το επόμενο καλοκαίρι, εν μέσω των εορτασμών για τη 250ή επέτειο από την ανεξαρτησία των ΗΠΑ και τη διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου.

Ο Πέτερ Μαγιάρ, ηγέτης του ουγγρικού αντιπολιτευόμενου κόμματος Tisza, εκφωνεί ομιλία έξω από το Προεδρικό Μέγαρο στη Βουδαπέστη, κατά τη διάρκεια των τελευταίων αντικυβερνητικών διαδηλώσεων (REUTERS/Bernadett Szabo)

Η ηγεμονία Όρμπαν υπό αμφισβήτηση στην Ουγγαρία

Με κεντρικό σύνθημα «Παραιτηθείτε», δεκάδες χιλιάδες αντικυβερνητικοί διαδηλωτές κατέκλυσαν την Βουδαπέστη στα μέσα Δεκεμβρίου.

Αν και αφορμή ήταν νέες ανατριχιαστικές αποκαλύψεις για τα σκάνδαλα κακοποίησης παιδιών σε κρατικά ιδρύματα της Ουγγαρίας, στο στόχαστρο είναι η εδώ και 15 συναπτά έτη πολιτική ηγεμονία του ακροδεξιού εθνικιστή Βίκτορ Όρμπαν.

Ο μακροβιότερος εν ενεργεία πρωθυπουργός στις τάξεις της ΕΕ βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπος με ένα διογκούμενο κύμα λαϊκής δυσαρέσκειας και αμφισβήτησης, ενόψει των βουλευτικών εκλογών του 2026.

Στις κάλπες δεν διακυβεύεται μόνο το πολιτικό του μέλλον, αλλά και ο προσανατολισμός της Ουγγαρίας σε μια ολοένα και πιο διχασμένη, πλην όμως συγκεντρωτική ΕΕ.

Ηγούμενος των διαδηλώσεων ήταν, άλλη μια φορά, ο ευρωβουλευτής και ηγέτης της αντιπολίτευσης, Πέτερ Μαγιάρ, που προηγείται σταθερά στις δημοσκοπήσεις.

Παρουσίασε τα σκάνδαλα ως απόδειξη συστημικής διαφθοράς και ηθικής κατάρρευσης υπό τη μακρά διακυβέρνηση του Όρμπαν.

Αν και η δημόσια αγανάκτηση είναι γνήσια και εκτεταμένη, η κυβέρνηση της Ουγγαρίας αντιτείνει ότι η κλίμακα, ο χρόνος και η πολιτική δυναμική των διαμαρτυριών είναι μέρος μιας ευρύτερης πολιτικής αναμέτρησης, που εκτείνεται πέρα ​​από τα σύνορα της Ουγγαρίας και φτάνει μέχρι τις Βρυξέλλες.

Πλακάτ με την εικόνα της προέδρου του Ανώτατου Δικαστηρίου της Ρουμανίας με χειροπέδες, στη διάρκεια πορείας στήριξης δικαστών και εισαγγελέων στο Βουκουρέστι (Inquam Photos/Octav Ganea μέσω REUTERS)

Πολίτες υπέρ των ανεξάρτητων δικαστών στη Ρουμανία

Οι νέες καταγγελίες για ευρεία διαφθορά και όργιο πολιτικών πιέσεων στο δικαστικό σύστημα της Ρουμανίας δεν ήταν «κεραυνός εν αιθρία».

Ήταν ωστόσο η τελευταία «σταγόνα στο ποτήρι» για τους πολίτες μιας χώρας όμορης της Ουκρανίας και κομβικής σημασίας στην ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, η οποία μόλις βγήκε από έναν κύκλο πολιτικής αναταραχής με τις πρόσφατες προεδρικές εκλογές, τις καταγγελίες για «ρωσικό δάκτυλο» στην προεκλογική εκστρατεία και ένα κύμα ανόδου ακροδεξιών και εθνικιστικών κομμάτων.

Σήμερα, περισσότεροι από 170 δικαστές καταγγέλλουν ανοιχτά ότι το εγχώριο δικαστικό σύστημα τελεί υπό ομηρία, έπειτα από τις αποκαλύψεις του μέσου ερευνητικής δημοσιογραφίας Recorder για ωμές πολιτικές παρεμβάσεις σε υποθέσεις διαφθοράς υψηλού προφίλ.

Καθημερινές διαμαρτυρίες οργανώνονται από την περασμένη εβδομάδα, μετά την προβολή του σχετικού ντοκιμαντέρ, που συγκέντρωσε μέσα σε λίγες ημέρες πάνω από 5 εκατομμύρια προβολές στο YouTube, σε μια χώρα 19 εκατομμυρίων κατοίκων.

Βασικό αίτημα των διαδηλωτών είναι η παραίτηση της προέδρου του Ανώτατου Δικαστηρίου Λία Σαβονέα, του επικεφαλής της Εθνικής Διεύθυνσης Καταπολέμησης της Διαφθοράς (DNA) Mάριους Βοϊνεάγκ και του νυν υπουργού Εσωτερικών και πρώην υπουργού Δικαιοσύνης, Καταλίν Πρεντόιου.

Το Εφετείο του Βουκουρεστίου, ένα από τα δικαστήρια για τα οποία γίνεται ειδική μνεία στο ντοκιμαντέρ, έκανε λόγο για «δημόσια υποκίνηση σε στάση κατά της συνταγματικής τάξης».

Μια από τις δικαστές του ωστόσο παραιτήθηκε και κατήγγειλε δημόσια την άσκηση πολιτικών πιέσεων κεκλεισμένων των θυρών.

«Μας τρομοκρατούν με πειθαρχικά μέτρα», δήλωσε η Ραλούκα Μοροσάνου, επιβεβαιώνοντας όσα κατήγγειλε συνάδελφός της στο Recorder.

Εν μέσω λαϊκής οργής, ο φιλοευρωπαίος νέος πρόεδρος της Ρουμανίας, Νίκουσορ Νταν, προανήγγειλε διαβουλεύσεις με μέλη του δικαστικού σώματος στις 22 Δεκεμβρίου, αναγνωρίζοντας ότι η κλίμακα των καταγγελιών υποδηλώνει ότι «τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά».

Αυτά, ενώ η κυβέρνηση της Ρουμανίας μνημονεύει τη διαφθορά στα βασικά τρωτά σημεία στη νέα αμυντική στρατηγική της, που εγκρίθηκε από το κοινοβούλιο τον Νοέμβριο.

Από τις πρόσφατες ογκώδεις διαδηλώσεις κατά της διαφθοράς στη Βουλγαρία (REUTERS/Spasiyana Sergieva)

Πολιτικό ντόμινο στη Βουλγαρία

Παραμονής της ένταξης της Βουλγαρίας στη ζώνη του ευρώ, αρχής γενομένης από την 1η Ιανουαρίου, η Σόφια βυθίζεται στην πολιτική και κοινωνική κρίση.

Έπειτα από πανεθνικές, ογκώδεις διαδηλώσεις κατά του σχεδίου νέου προϋπολογισμού (του πρώτου σε ευρώ) και της ενδημικής διαφθοράς, ο κυβερνητικός συνασπισμός υπό τον κεντροδεξιό Ρόζεν Ζελιάζκοφ αποτελεί από τις 12 Δεκεμβρίου παρελθόν.

Παραιτήθηκε σχεδόν ένδεκα μήνες μετά την συγκρότησή του, λίγο πριν από την ψηφοφορία της έκτης πρότασης μομφής που κατέθεσε η αντιπολίτευση.

Η απόφαση της παραίτησης, σύμφωνα με τον Ζελιάζκοφ, αντανακλούσε τη «βούληση του λαού».

Το αποτέλεσμα είναι η παγίωση της πολιτικής αστάθειας σε μια χώρα -από τις φτωχότερες στην ΕΕ- που ετοιμάζεται να μπει στην ευρωζώνη.

Εξέλιξη που, εν μέσω κρίσης κόστους ζωής, την φοβάται ακόμη περισσότερο από την πολιτική αβεβαιότητα μεγάλο μέρος του πληθυσμού.

Τώρα, άλλη μια πρόωρη εκλογική αναμέτρηση -η όγδοη μέσα σε μόλις τέσσερα χρόνια- είναι η πλέον πιθανή, καθώς οι δύο μεγαλύτερες κοινοβουλευτικές παρατάξεις (το κεντροδεξιό GERB του πρώην πρωθυπουργού Μπόικο Μπορίσοφ και η νυν αντιπολιτευόμενη συμμαχία «Η Αλλαγή Συνεχίζεται-Δημοκρατική Βουλγαρία») έχουν ήδη αποκλείσει το ενδεχόμενο σχηματισμού νέας κυβέρνησης.

Τούτων λεχθέντων, η μόνη σταθερά στη Βουλγαρία των διευρυνόμενων κοινωνικών ανισοτήτων δείχνει σήμερα να είναι η απογοήτευση των ψηφοφόρων από την ενδημική διαφθορά, την αποτυχία διαδοχικών κυβερνήσεων να την εξαλείψουν και την αθέτηση της υπόσχεσης για βελτίωση του κράτους δικαίου σε μια χώρα κράτος-μέλος της ΕΕ από το 2007.

Διαδηλώσεις για την ελευθερία των ΜΜΕ στη Λιθουανία

Οι προωθούμενες αλλαγές στην επιλογή διοίκησης στον δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα LRT κατέβασαν τον κόσμο στους δρόμους στη Λιθουανία, στις αρχές του μήνα, με τους επικριτές του μέτρου να προειδοποιούν για πολιτικές παρεμβάσεις και απειλές για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης στη χώρα της Βαλτικής.

Χιλιάδες συγκεντρώθηκαν διαμαρτυρόμενοι έξω από το κοινοβούλιο στο Βίλνιους, ενώ καταγγελία στο διαδίκτυο κατά των προωθούμενων μεταρρυθμίσεων έχει συγκεντρώσει περισσότερες από 140.000 υπογραφές.

Πρόκειται για αριθμό ρεκόρ για τα εγχώρια δεδομένα.

Χαρακτηρίζουν τα προτεινόμενα μέτρα «μπουλντόζα».

Προειδοποιούν ότι οι μεθοδεύσεις της σημερινής κυβέρνησης συνασπισμού υπό τους Σοσιαλδημοκράτες -που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει το εθνικιστικό λαϊκιστικό κόμμα Nemuno Aušra- ανοίγουν το κουτί της Πανδώρας, καθιστώντας τον δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα πολιτικό φερέφωνο.

Πολλοί βλέπουν πίσω από το μέτρο «δάκτυλο» του Nemuno Aušra, που χρησιμοποιεί ευρωσκεπτικιστική, φιλορωσική και αντισημιτική ρητορική.

Καταγγέλλεται ευρέως ότι υπονομεύει την κοινωνική συνοχή, τις δημοκρατικές αξίες και τα δικαιώματα των μειονοτήτων.

Ο ηγέτης του, πρόσφατα καταδικασθείς για αντισημιτικές δηλώσεις, έχει χαρακτηρήσει τα μέσα ενημέρωσης «απειλή» και τάχθηκε υπέρ της υιοθέτησης νόμου περί «ξένων πρακτόρων», κατά το πρότυπο της Μόσχας.

Aκούγεται παράταιρο για χώρα της Βαλτικής, όπου το αντιρωσικό αίσθημα περισσεύει.

Στο μεσοδιάστημα, πάντως, η κυβέρνηση στο Βίλνιους χαλάρωσε το καθεστώς προστασίας της Σβετλάνα Τιχανόφσκαγια, αυτοεξόριστης ηγέτιδας της αντιπολίτευσης στη γειτονική Λευκορωσία.