Τι κι αν είχε κερδίσει βραβείο Όσκαρ; Δεν ήταν (και μάλλον δεν επιδίωξε ποτέ ο ίδιος να γίνει) από τα μεγάλα ονόματα του Χόλιγουντ. Στην Αγγλία ήταν γνωστός για τα ρεαλιστικά, δυσοίωνα και δραματικά ντοκιμαντέρ – και εκείνος έδειχνε πάντα να απολαμβάνει να τρομοκρατεί τους άλλους με τις αλήθειες του. Άλλωστε, αυτό που ονειρευόταν ο Πίτερ Γουότκινς ήταν να αλλάξει τον τρόπο που λειτουργούσε ο κινηματογράφος και τα μίντια.

Γεννημένος το 1935 στο Σάρρεϋ της νοτιοανατολικής Αγγλίας, είδε τα παιδικά του χρόνια να επηρεάζονται από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς η οικογένειά του μετακόμιζε συνεχώς. Τελειώνοντας το σχολείο αποφάσισε να σπουδάσει στην Βασιλική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης του Λονδίνου και με το που έκλεισε τα 20 του χρόνια, άρχισε να παρουσιάζει στο κοινό τις πρώτες του δημιουργίες.

Για περίπου μια δεκαετία ασχολήθηκε με τις ταινίες μικρού μήκους, προτού πάρει την απόφαση να παρουσιάζει ένα ολοκληρωμένο φιλμ σε λογική ντοκιμαντέρ. Η πρώτη μεγάλη ευκαιρία, όμως του Πίτερ Γουότκινς θα έρθει το 1965. Τότε το BBC θα του ζητήσει να φτιάξει ένα ντοκιμαντέρ για τις συνέπειες του πυρηνικού πολέμου, με αφορμή τα 20 χρόνια  από την ρίψη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι.

Ο τρόμος του The War Game

Ο 30χρονος σκηνοθέτης δεν θα πει όχι. Από τη μια είχε την ευκαιρία η δουλειά του να γίνει γνωστή σε όλη τη Βρετανία, από την άλλη θα έδειχνε σε όλους το ρεαλιστικό, γεμάτο δράμα κινηματογραφικό ύφος που χαρακτήριζαν τα έργα του.

Ωστόσο, τα πράγματα θα πάρουν μια διαφορετική τροπή από αυτή που είχε στο μυαλό του – το σενάριο έκανε λόγο για μια ολοκληρωτική πυρηνική επίθεση στη Βρετανία, που άφησε πίσω της εκατομμύρια νεκρούς και μια χώρα που μεταμορφώθηκε σε μια ραδιενεργή έρημο.

Για να δώσει περισσότερες δόσεις ρεαλισμού, ο Πίτερ Γουότκινς αποφάσισε να προσλάβει στον ρόλο του εκφωνητή στο ντοκιμαντέρ τον Μάικλ Άσπελ – που εκείνη την περίοδο ήταν η φωνή του BBC. Ο γνωστός  παρουσιαστής «χάρισε» στο φιλμ την απαραίτητη δραματική χροιά που ονειρευόταν ο σκηνοθέτης.

Το The War Game έμοιαζε τόσο αληθινό, που θα τρομοκρατήσει τη διεύθυνση του δικτύου. Το BBC θα αποφασίσει να το «θάψει» για δύο δεκαετίες, φοβούμενο ότι θα πανικοβληθούν οι θεατές.

Στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού, όμως, το φιλμ του Πίτερ Γουότκινς θα γνωρίσει μια διαφορετική αποδοχή, μετά την προβολή του σε διάφορα διεθνή φεστιβάλ. Το 1967 θα κερδίσει το βραβείο Όσκαρ στην κατηγορία Καλύτερο Ντοκιμαντέρ και εκείνος την αναγνώριση που θέλει κάθε δημιουργός.

Παρά την επιτυχία του, ο σκηνοθέτης δεν θα αλλάξει κατεύθυνση.  Τα έργα του θα συνεχίσουν στο ίδιο ρεαλιστικό και δραματικό στυλ, με πολιτικές αιχμές όπου εκείνος θεωρούσε απαραίτητο, που δεν είχαν ως στόχο τη διασκέδαση και τα βραβεία, αλλά την αφύπνιση των θεατών.

Ο Πίτερ Γουότκινς άφησε την τελευταία του πνοή στις 30 Οκτωβρίου, μια μέρα μετά τα 90ά γενέθλιά του, στο σπίτι του στην κεντρική Γαλλία, όπου έμενε για χρόνια μαζί με τη σύζυγό του Βίντα.