Στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου, συνήθως οι μεγάλοι σταρ με τους πρωταγωνιστικούς ρόλους είναι το κέντρο της προσοχής. Όμως υπάρχουν κι εκείνοι, οι δευτεραγωνιστές που υπηρετούν ήσυχα την τέχνη τους και όμως γίνονται αγαπητοί από το κοινό.

Ένας απ’αυτούς υπήρξε και ο Ζαννίνο, ένας ηθοποιός που διακρίθηκε κυρίως σε δεύτερους ρόλους αλλά κατάφερε να ξεχωρίσει και να γίνει δημοφιλής.

Τα νεανικά χρόνια

Ο Ζαννίνο ήταν ο κατά κόσμον Γιάννης Παπαδόπουλος. Γεννήθηκε στον Γαλατά της Κωνσταντινούπολης, στις 21 Αυγούστου 1923. Οι περιπέτειες του Παπαδόπουλου ξεκινούν από πολύ νωρίς, καθώς η οικογένειά του ήρθε αντιμέτωπη με τον ξεριζωμό. Με τη Συνθήκη της Λωζάννης και την ανταλλαγή των πληθυσμών Ελλάδας – Τουρκίας, η οικογένεια Παπαδόπουλου πήρε το δρόμο της προσφυγιάς. Ο μικρός Γιάννης μαζί με τους γονείς του, Θεόφιλο Παπαδόπουλο και Σοφία, έφτασαν στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν στη Δραπετσώνα του Πειραιά.

Δυστυχώς όμως, το 1937, ο Γιάννης Παπαδόπουλος χάνει τον πατέρα του. Αμέσως ξεκινάει την αναζήτηση εργασίας για να φροντίσει τη μητέρα του και τον εαυτό του. Ο έφηβος και εύσωμος Γιάννης κατάφερε να πιάσει δουλειά ως χορευτής στα μπαλέτα Ραμασόφ που πραγματοποιούσαν παραστάσεις σε διάφορα «καφέ – σαντάν» της εποχής. «Καφέ – σαντάν» (cafés chantant) ονομάζονταν παραδοσιακά καφενεία και ζυθοπωλεία των Αθηνών του Μεσοπολέμου που μετατρέπονταν σε χώρους θεάματος και νέων ειδών διασκέδασης. Τα «καφέ – σαντάν» ήταν γαλλικής προέλευσης και μέσα σε αυτά, έδιναν παραστάσεις τα καλλιτεχνικά «μπουλούκια» της εποχής.

Τα «βαφτίσια» του Ζαννίνο στη «Μάντρα του Αττίκ»

Οι αρχές της δεκαετίας του 1940 και ο πόλεμος, βρίσκουν τον νεαρό Παπαδόπουλο ακόμα χορευτή στα μπαλέτα. Ένα βραδύ, ο θίασος του θα πραγματοποιούσε εμφάνιση στη διάσημη «Μάντρα του Αττίκ». Ο Αττίκ σκόπευε να παρουσιάσει τον νεαρό χορευτή στο κοινό και ρώτησε το όνομά του. Το «Γιάννης» όμως δεν του άρεσε, καθώς το θεώρησε πολύ κοινότυπο και συνηθισμένο για καλλιτέχνη.

Τη στιγμή εκείνη, η διευθύντρια του μπαλέτου, Σοφία Ραμαζώφ αναφώνησε «Νίνο, φόρα τις άσπρες μπότες!» και ο Αττίκ απόρησε με την προσφώνηση. Έγινε φανερό πως το παρατσούκλι του Παπαδόπουλου στο μπουλούκι ήταν Νίνο και του το είχε δώσει η Ραμαζώφ. Ο Αττίκ αποκρίθηκε: «Τότε τι Γιάννης και κουραφέξαλα; Γιάννης δηλαδή Ζαν. Ζαν και Νίνο ίσον Ζαννίνο. Έτσι θα σε αναγγείλω, Ζαννίνο»

Έτσι, σύμφωνα με την ιστοσελίδα maxmag.gr, ο Αττίκ έγινε ο καλλιτεχνικός νονός του Παπαδόπουλου. Το όνομα Ζαννίνο έμεινε για πάντα. Από τότε, δεν ξαναχρησιμοποίησε το πραγματικό του όνομα που ξεχάστηκε. Το ψευδώνυμο Ζαννίνο χρησιμοποίησε αργότερα και η σύζυγος και η κόρη του. Με αυτό το όνομα έμελλε να μείνει γνωστός στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Ο χορευτής Ζαννίνο, σύντομα έγινε γνωστός στο χώρο της ηθοποιίας.