Νέα Υόρκη: Ο διαβήτης στους ενήλικες φαίνεται να είναι ανεξάρτητος παράγοντας κινδύνου απώλειας της ακοής, σύμφωνα με μεγάλη πληθυσμιακή μελέτη που δημοσιεύεται στο Annals of Internal Medicine.
Νέα Υόρκη: Ο διαβήτης στους ενήλικες φαίνεται να είναι ανεξάρτητος παράγοντας κινδύνου απώλειας της ακοής, σύμφωνα με μεγάλη πληθυσμιακή μελέτη που δημοσιεύεται στο Annals of Internal Medicine.
Οι ερευνητές εξηγούν ότι η συχνότητα και η έκταση της εξασθένησης της ακοής μπορεί να είναι επαρκή στοιχεία για να δικαιολογήσουν την εξέταση ρουτίνας, ώστε τα επηρεασμένα άτομα να έχουν την ευκαιρία να υποβληθούν σε παρεμβάσεις ενίσχυσης της ακοής.
Παλαιότερη έρευνα είχε δείξει αυξημένη συχνότητα της απώλειας ακοής σε πάσχοντες από διαβήτη.
Η Δρ Καθλιν Μπέιμπριτζ από το Κοινωνικό και Επιστημονικό Σύστημα του Σίλβερ Σπρίνγκ στο Μέριλαντ μελέτησε στοιχεία από την έρευνα National Health and Nutrition Examination Survey (1999-2004) για να καθορίσει τον σχετικό κίνδυνο νευροαισθητηριακής απώλειας ακοής σε άτομα που είχαν αναφέρει ιστορικό διαβήτη.
Η ανάλυση συμπεριέλαβε 5.140 άτομα 20-69 ετών που υποβλήθηκαν σε ακουομετρία, 399 ανέφεραν διάγνωση διαβήτη. Συνολικά, 587 άτομα είχαν εξασθενημένη ακοή, οριζόμενη ως μέσο όριο καθαρού τόπου >25 ντεσιμπέλ.
Η προσαρμοσμένη στην ηλικία συχνότητα της χαμηλής έως μέτριας συχνότητας (έως και 2000 Hz) ακουστικής εξασθένησης ήπιας ή μεγαλύτερης σοβαρότητας στο χειρότερο αφτί ήταν 21,3% στην ομάδα του διαβήτη και 9,4% στην ομάδα ελέγχου των μη διαβητικών. Όμοιο πρότυπο παρατηρήθηκε και σε συχνότητες έως και 8.000 Hz (54,1% έναντι 32,0%, αντίστοιχα).
Η συχνότητα της ακουστικής εξασθένησης ήταν υψηλότερη μεταξύ των ατόμων με διαβήτη και των δύο φύλων, όλων των εθνοτικών ή φυλετικών ομάδων, της αναλογίας εισοδήματος-φτώχειας, και όλων των ηλικιακών ομάδων εκτός των ηλικιωμένων (60-69 ετών).
Τα άτομα με διαβήτη έχουν στατιστικά σημαντικά αυξημένες πιθανότητες να έχουν ακουστική εξασθένηση στο χειρότερο και καλύτερο αφτί σε όλα τα επίπεδα σοβαρότητας και συχνότητας. Η σχέση παραμένει σημαντική και μετά τον συνυπολογισμό άλλων παραγόντων κινδύνου περιλαμβανομένης της έκθεσης στον καπνό, τον θόρυβο ή τα ωτοτοξικά φάρμακα.