Ο σεξουαλικός προσανατολισμός σχετίζεται με τον κίνδυνο βουλιμίας
Νέα Υόρκη: Ο σεξουαλικός προσανατολισμός μπορεί να προβλέψει τα μελλοντικά βουλιμικά συμπτώματα, σύμφωνα με νέα νορβηγική μελέτη που δείχνει ότι οι μη ετερόφυλοι έφηβοι αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο βουλιμίας.
Νέα Υόρκη: Ο σεξουαλικός προσανατολισμός μπορεί να προβλέψει τα μελλοντικά βουλιμικά συμπτώματα, σύμφωνα με νέα νορβηγική μελέτη που δείχνει ότι οι μη ετερόφυλοι έφηβοι αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο βουλιμίας.
Όπως αναφέρεται στο επιστημονικό έντυπο International Journal of Eating Disorders, αν και οι δημοφιλείς αιτιολογίες όπως η ανικανοποίηση με την εικόνα του σώματος, η κακή αυτο-αντίληψη και το ιδεώδες του αδύνατου σώματος, σχετίζονται τόσο με τον σεξουαλικό προσανατολισμό όσο και με τα βουλιμικά συμπτώματα, δεν δρουν ως διαμεσολαβητές.
Αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι τα άτομα με ομοφυλόφιλο ή αμφιφυλόφιλο σεξουαλικό προσανατολισμό διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο αναρίθμητων ψυχιατρικών διαταραχών και συμπτωμάτων, περιλαμβανομένης της απόπειρας αυτοκτονίας, της χρήσης ουσιών, του άγχους και της κατάθλιψης.
Αλλες έρευνες έχουν επίσης διαπιστώσει ότι οι διατροφικές διαταραχές και οι ανησυχίες για το βάρος είναι συχνότερα μεταξύ των ανδρών με μη-ετεροφυλόφιλο προσανατολισμό συγκριτικά με αυτούς με ετεροφυλόφιλο προσανατολισμό.
Ο Δρ Λαρς Γουίτστρομ του Νορβηγικού Πανεπιστημίου Επιστημών και Τεχνολογίας του Τροντχάιμ μελέτησε κατά πόσο ο σεξουαλικός προσανατολισμός προβλέπει τα βουλιμικά συμπτώματα και αν οι παράγοντες κινδύνου όπως το ιδεώδες του αδύνατου σώματος και η κακή αυτό-αντίληψη, που έχουν σχετιστεί με τον μη-ετεροφυλόφιλο σεξουαλικό προσανατολισμό εξηγούν τον αυξημένο κίνδυνο.
Συνολικά 2.924 Νορβηγοί μαθητές Λυκείου συμπλήρωσαν ερωτηματολόγιο για τα βουλιμικά συμπτώματα, την σεξουαλική επαφή με ιδίου φύλου άτομο, το βαθμό της σεξουαλικής έλξης προς άτομα του ιδίου φύλου και τους προαναφερόμενους παράγοντες κινδύνους. Τα άτομα συμπλήρωσαν ταχυδρομικά ερωτηματολόγια πέντε χρόνια αργότερα. Όλοι οι συμμετέχοντες ήταν τουλάχιστον 15 ετών και είχε εξασφαλιστεί η συναίνεση των γονέων για τη συμμετοχή στη μελέτη.
Διακόσιοι δέκα μαθητές (7,3%) είχαν βουλιμικά συμπτώματα στην αρχή και 157 (5,4%) είχαν συμπτώματα και μετά από πέντε χρόνια.
Η συχνότητα των βουλιμικών συμπτωμάτων ήταν υψηλότερη στα κορίτσια παρά στα αγόρια και στα δυο χρονικά ορόσημα (8,8% έναντι 1,2%), αντίστοιχα. Συνολικά, 32,1% των συμμετεχόντων με βουλιμικά συμπτώματα στην αρχή εξακολουθούσαν να έχουν συμπτώματα και μετά από πέντε χρόνια.
Ογδόντα πέντε άτομα (2,9%) ανέφεραν σεξουαλικές εμπειρίες με άτομα του ιδίου φύλου πριν την έναρξη της μελέτης. Τυχαία σεξουαλική έλξη προς το αντίθετο φύλο αναφέρθηκε από το 9,0% των ατόμων, ενώ το 3,2% δήλωσε ότι ήταν αμφιφυλόφιλο ή ομοφυλόφιλο.
Η σεξουαλική εμπειρία με άτομα του ιδίου φύλου πριν τη μελέτη προέβλεπε τα βουλιμικά συμπτώματα μετά από πέντε χρόνια και στα δύο φύλα. Οι άνδρες που έλκονταν από άτομα του ιδίου φύλου την περίοδο της έναρξης της μελέτης ήταν πιθανότερο από τους ετεροφυλόφιλους να έχουν βουλιμικά συμπτώματα. Οι συσχετισμοί εξακολουθούσαν να είναι σημαντικοί και μετά τον έλεγχο των αρχικών βουλιμικών συμπτωμάτων και άλλων πιθανών παραγόντων κινδύνου.