Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024
weather-icon 21o
Easy Rider - Κριτική

Easy Rider – Κριτική

Σίγουρα ο Peter Fonda δεν φαντάστηκε ποτέ ότι εκείνη η μικρή ιδέα για σενάριο, που περιέγραφε μια βόλτα με φίλους πάνω σε μηχανές, θα έμενε στην ιστορία ως μια από τις πιο cult ταινίες της νέας εποχής του αμερικανικού κινηματογράφου, του περιβόητου «New Hollywood Cinema» με τον τίτλο Easy Rider: Ξένοιαστος Καβαλάρης. Η ταινία αυτή […]

Σίγουρα ο Peter Fonda δεν φαντάστηκε ποτέ ότι εκείνη η μικρή ιδέα για σενάριο, που περιέγραφε μια βόλτα με φίλους πάνω σε μηχανές, θα έμενε στην ιστορία ως μια από τις πιο cult ταινίες της νέας εποχής του αμερικανικού κινηματογράφου, του περιβόητου «New Hollywood Cinema» με τον τίτλο Easy Rider: Ξένοιαστος Καβαλάρης. Η ταινία αυτή αποτελεί σταθμό στην αμερικανική κινηματογραφία, τόσο για τη θεματική της όσο και για τη γραφή και την τεράστια εμπορική της επιτυχία. Στοίχισε μόλις 340.000 δολάρια και απέφερε κέρδη 19 εκατομμύρια δολάρια. Όλα ξεκίνησαν το Σεπτέμβριο του 1967, όταν ο Fonda είδε μια μεγάλη αναμνηστική φωτογραφία του, μπροστά σε μια μηχανή. Η πρώτη ιδέα του σεναρίου άρχισε να δημιουργείται. Ο Peter Fonda συνάντησε στη Γαλλία εκείνη την εποχή τον Terry Southern (σεναριογράφο του «Dr. Strangelove»), ο οπoίος ενθουσιάστηκε με την ιδέα, και αποφάσισαν να δουλέψουν μαζί το σενάριο. Αφού τέλειωσαν την πρώτη πρόχειρη μορφή, αποφάσισαν να πάνε στο Hollywood προς αναζήτηση παραγωγού. Ο Dennis Hopper, φίλος και συνεργάτης του Fonda, είχε απογοητευτεί από τους ρόλους που έπαιζε και σκεφτόταν σοβαρά να εγκαταλείψει την ηθοποιία. Ο Fonda τού έδωσε την ευκαιρία να πρωτοσκηνοθετήσει. Ο ίδιος ανέλαβε παραγωγός, ενώ θα έπαιζαν και οι δύο.
Ο Peter Fonda πήγε στην εταιρεία BBS, των Bob Rafelson και Burt Schneider, έπειτα από σύσταση του φίλου του, του Jack Nicholson. Όταν η BBS ανέλαβε την παραγωγή, ο Nicholson άρχισε να συμμετέχει στο ρόλο του εκπροσώπου της εταιρείας στην παραγωγή. Στα γυρίσματα της Νέας Ορλεάνης, ο ηθοποιός που θα έπαιζε αρχικά τον George Hanson αποσύρθηκε και ο Nicholson πήρε τη θέση του. Μέχρι τότε, οι Fonda, Hopper και Nicholson είχαν δουλέψει μαζί σε διάφορες ταινίες χαμηλού προϋπολογισμού, αλλά ήταν η πρώτη φορά που συνεργάστηκαν τόσο στενά. Στο μεταξύ, ο Nicholson είχε εμφανιστεί σε κάποιες «δεύτερες» ταινίες, χωρίς να καταφέρει να ξεχωρίσει και μάλιστα, η βασική του επαγγελματική δραστηριότητα ήταν περισσότερο σεναριογράφος και εκτελεστής παραγωγής παρά ηθοποιός. Σε αυτή την ταινία κλέβει την παράσταση από τους δύο πρωταγωνιστές και η καριέρα του αλλάζει άρδην. Μάλιστα, την εποχή εκείνη, ο Nicholson σκεφτόταν να ανοίξει δική του εταιρεία παραγωγής. Κερδίζει υποψηφιότητες για Όσκαρ και για τα βραβεία BAFTA, ενώ δημιουργεί μεγάλη αίσθηση στο φεστιβάλ Καννών. Λέγεται ότι στο φεστιβάλ περπάτησαν και οι τρεις στο κόκκινο χαλί, φορώντας στολές του Νότου από τον Εμφύλιο Πόλεμο της Αμερικής. Ο Dennis Hopper κέρδισε, εκεί, το βραβείο του πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη.
Η τεράστια εμπορική επιτυχία της ταινίας θεωρήθηκε από το Hollywood υπόσχεση μιας συνταγής που θα ξανάφερνε λεφτά, και πρόδρομος για παρόμοιου τύπου ταινίες. Πολύ αργότερα, όσο περνούσαν τα χρόνια, οι κριτικοί -κυρίως- και οι παραγωγοί συνειδητοποίησαν ότι η καινοτομία της ταινίας (δηλαδή ο χαμηλός προϋπολογισμός) δεν ήταν η οικονομική φόρμουλα για τις μελλοντικές ταινίες «μεγάλο κέρδος από μικρό προϋπολογισμό», αλλά η γραφή της, η αφήγηση, η φόρμα. Όμως, τότε, σε εκείνη τη σημαντική καμπή της αμερικανικής κινηματογραφίας, δεν μπορούσαν ακόμα να το καταλάβουν.
Τα τέλη της δεκαετίας του ’60 για τον αμερικανικό κινηματογράφο σήμαναν μια τεράστια αλλαγή στον τρόπο παραγωγής των ταινιών. Η τηλεόραση είχε συρρικνώσει κατά πολύ την επισκεψιμότητα των αιθουσών και οι εταιρείες παραγωγής είχαν στραφεί προς τα τηλεοπτικά προϊόντα για να επιβιώσουν. Παράλληλα, οι ανώδυνες ταινίες που κατασκευάζονταν βάσει παλαιότερων συνταγών δεν έβρισκαν πλέον κοινό. Ο κόσμος είχε αλλάξει με τον πόλεμο του Βιετνάμ. Οι νέοι κινηματογραφιστές, επηρεασμένοι από το γαλλικό νέο κύμα, το οποίο πρότεινε ελευθερία έκφρασης και συγχρόνως εμπορικότητα, αρχίζουν να ψάχνουν για εναλλακτικές λύσεις παραγωγής. Αρχίζουν να αντιλαμβάνονται ότι μπορούν να αποκοπούν από τα στούντιο και να γυρίσουν ταινίες μικρού κόστους για το πλατύ κοινό. Πολλοί μαζεύονται γύρω από τον Roger Corman και αρχίζουν να κάνουν φθηνές ταινίες. Άλλοι, όπως στην περίπτωση του «Ξένοιαστου Καβαλάρη», είναι τελείως ανεξάρτητοι.
Οι ήρωες έχουν αρχίσει να γίνονται αντιήρωες. Οι αντιήρωες είναι συνήθως άτομα χαμένα, χωρίς προσανατολισμό, αποτυχημένα, και οι ταινίες δεν έχουν, βεβαίως, happy end. H κοινωνία μέσα στην οποία ζουν είναι στείρα και για το λόγο αυτό επαναπροσδιορίζουν τη σχέση τους με τη φύση, με τους ανοιχτούς χώρους, και αρνούνται τα στολίδια ενός ολόκληρου ψεύτικου κόσμου. Ο χαρακτήρας γίνεται πιο ουσιαστικός παράγοντας σε σχέση με την πλοκή. Παράλληλα, αυτές οι ταινίες προτείνουν μια ανανέωση της κινηματογραφικής γραφής. Αργές κινήσεις, γρήγορα cut, ακίνητες εικόνες, χρήση ασπρόμαυρου και έγχρωμου μαζί, επιθετική χρήση του ήχου σε σχέση με την εικόνα. Σταματά η χρήση αντισηπτικών χώρων, όπως τα στούντιο, όπου μπορούσαν να ελέγξουν τις αντιξοότητες της πραγματικότητας: φυσικός χαμηλός φωτισμός για το γύρισμα και ηχητικός θόρυβος της πόλης. Οι νέες ταινίες αυτά τα τεχνικά προβλήματα τα κάνουν στοιχεία τους. Μικρά συνεργεία αρχίζουν να βγαίνουν στους δρόμους, για να μην έχουν το κόστος των στούντιο. Τα μηχανήματα ήταν μικρότερα και ελαφρύτερα, χωρούσαν σε ένα φορτηγάκι, και οι ταινίες άρχισαν να γίνονται στο δρόμο. Σε αυτά τα στοιχεία οφείλεται κατά ένα μέρος και ο ορισμός road movie.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο γεννιέται ο «Ξένοιαστος Καβαλάρης». Σε αυτή την ταινία, δύο άντρες, έμποροι ναρκωτικών γυρίζουν τη χώρα με δύο Harley Davidson, σαν δύο μοντέρνοι καουμπόηδες. Ο ένας λέγεται Waytt (σαν τον Waytt Erp) και ο άλλος Bill (σαν τον Billy the Kid). Ταξιδεύουν με το νέο μοναχικό και συμβολικό μέσο, τη μηχανή, αντί για άλογα. Δεν είναι καλά παιδιά, γιατί πωλούν ναρκωτικά, είναι βαποράκια, αλλά παρ’ όλα αυτά, είναι γοητευτικοί και συμπαθείς. Είναι σίγουρο ότι θα πεθάνουν, διότι ο νόμος κερδίζει πάντα σε σχέση με την παρανομία, αλλά δεν θα πεθάνουν στη φυλακή, ή οπουδήποτε αλλού, έγκλειστοι, θα πεθάνουν ελεύθεροι, συγκινώντας το κοινό. Ο θάνατος δε του αλκοολικού δικηγόρου, που προηγείται, φορτίζει συγκινησιακά το θεατή, διότι, όπως και να το κάνουμε, ένας αλκοολικός δικηγόρος με κοντά μαλλιά, είναι ευκολότερο σημείο αναφοράς για το κοινό της εποχής, ίσως και για το κοινό του σήμερα, από ότι δύο μακρυμάλληδες μηχανόβιοι. Η ταινία, με αυτό τον τρόπο γίνεται περισσότερο συναισθηματική μεταφορά, παρά γραμμική ιστορία, εξ ου και το ελλιπές σενάριο. Δεν την ενδιαφέρει τόσο η πλοκή όσο η σύνδεση του παλιού με το καινούριο. Ο πολιτισμός μεταφράζεται στην επαρχιακή λογική, οι γκάνγκστερ και οι καουμπόηδες ορίζονται συμβολικά με το πέρασμα από το άλογο στη μηχανή, και όλος ο τρόπος ζωής της Αμερικής του τότε, κρίνεται. Ακόμη και το κοινόβιο δεν τους παρέχει ειρήνη, χαρά και ελευθερία, παρά μόνο ο δρόμος, και αυτός όχι για πολύ. Η διασκέδαση έχει εμπορευματοποιηθεί, όπως και ο έρωτας. Το «μότο» τους ήταν: A man went looking for America and couldn’t find it anywhere… Η σκηνή της χρήσης LSD είναι χωρίς σενάριο και μάλιστα με ευρήματα που δημιουργήθηκαν εκείνη τη στιγμή, όπως το αγκάλιασμα του αγάλματος από τον Fonda και το πραγματικό του ξέσπασμα για τη μητέρα του, που αυτοκτόνησε όταν αυτός ήταν 10 χρονών. Ο Fonda ήθελε να κοπεί αυτή η σκηνή, αλλά ο Hopper επέμενε να μείνει, και έμεινε. Κάποιες μπομπίνες του φίλμ, μάλιστα, «πήραν φως», ανοίχτηκαν, δηλαδή, πριν από την ώρα τους, σχεδόν καταστράφηκαν, αλλά σε αυτή την ταινία, σε αυτή την τόσο φθηνή παραγωγή, όλα μπορεί κανείς να τα εκμεταλλευτεί και το εκμεταλλεύτηκαν. Αυτές οι σκηνές έχουν ένα μυστήριο άσπρο φως που, τελικά προσθέτει μια γοητεία στη σκηνή. Κάτι παρόμοιο συνέβηκε και στη σκηνή του καρναβαλιού. Η συγκεκριμένη σκηνή έχει αυτή την ιδιαίτερη χρωματική «πατίνα», διότι είχε γυριστεί με μηχανή 16mm. Οι Fonda και Hopper δεν μπόρεσαν να κλείσουν κανονικό συνεργείο εκείνη την ημέρα και το γύρισμα έγινε σχεδόν ανοργάνωτα. Αποτελούσε, δε, το δοκιμαστικό γύρισμα για να πειστεί η BBS ότι μπορούν να κάνουν την ταινία και να τους χρηματοδοτήσει. Πολλοί ήταν οι αυτοσχεδιασμοί σε αυτή την ταινία. Διάχυτος αυθορμητισμός, μεγάλη ελευθερία γυρίσματος και τελικά, σπουδαίο αποτέλεσμα. Το τικ του Nicholson ήταν αυθόρμητο, το αντέγραψε από κάποιον που είδε εκεί στο δρόμο. Τη φωτογραφία έκανε ο άγνωστος τότε οπερατέρ, ουγγρικής καταγωγής, Lazlo Covacs, αργότερα διευθυντής φωτογραφίας πολλών γνωστών ταινιών, όπως «Ο γάμος του καλύτερού μου φίλου», «Η Μάσκα», «Ghostbusters» και άλλων. Τότε, ήταν υποχρεωμένος από τα συνδικάτα να φιλμάρει ταινίες Β’ κατηγορίας και συνεργαζόταν με τους νέους σκηνοθέτες. Η μαεστρία του όμως είναι ήδη εμφανής. Είναι ιδιαίτερα δύσκολο να παρακολουθείς δύο μηχανές που κινούνται, να μην τις χάνεις ποτέ από το κάδρο και οι κινήσεις της κινηματογραφικής μηχανής να δένουν αρμονικά με τις κινήσεις των δύσκαμπτων Harley Davidson. Όσο για τη μουσική της ταινίας, δεν μπορούμε να πούμε τίποτε απολύτως. Είμαστε σίγουροι ότι όλοι όσοι την έχουν δει τη θυμούνται, και όσοι δεν την έχουν δει τη γνωρίζουν. Στην εκδοχή του DVD που κυκλοφορεί, η νέα μείξη Dolby Digital 5.1, προσδίδει μια απολαυστικότατη διάσταση.
To Easy Rider είναι μια ταινία που σίγουρα πρέπει να δείτε και να ξαναδείτε. Πέρα από την γοητεία που ασκεί ακόμα και σήμερα αυτή η αισθητική του τέλους της δεκαετίας του ’60 και των αρχών του ’70, αποτέλεσε το εφαλτήριο για μια σειρά σημαντικών ταινιών που ακολούθησαν. Τότε αποφάσισε ο Coppola με το συμμαθητή του από τη σχολή και φίλο του, τον George Lucas, να ανοίξει τη δική του ανεξάρτητη εταιρεία παραγωγής, τη Zeotrope, και ο δρόμος για τον «Νονό» άνοιξε. Χωρίς την εντυπωσιακή επιτυχία του «Ξένοιαστου Καβαλάρη» ίσως οι παραγωγοί του παλιού Hollywood να μην είχαν αντιληφτεί ότι οι αλλαγές ήταν επιτακτικές.

Sports in

O Τζόλης των 17 γκολ και η… αδικία του Πογέτ (vids)

Ο Γκουστάβο Πογέτ δεν έκανε σωστή διαχείριση στο ματς με τη Γεωργία και αυτό φαίνεται από τον Χρήστο Τζόλη, που είναι ο πιο φορμαρισμένος Έλληνας παίκτης αυτή τη στιγμή και ήταν εκτός αποστολής.

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ ΜΜΕ Α.Ε.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024