Υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους η τροφή υποστηρίζει τον εγκέφαλό μας να κάνει πολλές σημαντικές λειτουργίες, συμπεριλαμβανομένης της μνήμης και της συγκέντρωσής μας. Μια ισορροπημένη διατροφή μπορεί επίσης να είναι ένα ισχυρό στήριγμα για την ψυχική μας υγεία. Αλλά ποιες άμεσες επιπτώσεις έχει στον εγκέφαλό μας ένα μεγάλο χριστουγεννιάτικο γεύμα;

Τι συμβαίνει όταν τρώμε υπερβολικά;

Όταν τρώμε, διάφορα σήματα σε όλο το σώμα συνεργάζονται για να ενημερώσουν τον εγκέφαλό μας ότι είμαστε χορτάτοι – μεταξύ άλλων, από ορμόνες που απελευθερώνονται από το έντερο και μεταβολίτες (μόρια που διασπούν την τροφή για ενέργεια).

Αυτές οι ορμόνες σηματοδοτούν επίσης την απελευθέρωση ινσουλίνης από το πάγκρεας για τον έλεγχο του σακχάρου στο αίμα μας. Όλη αυτή η διαδικασία ονομάζεται «καταρράκτης κορεσμού».

«Αυτά τα σήματα προέρχονται από διαφορετικά μέρη του εντέρου και λειτουργούν σε ελαφρώς διαφορετικά χρονικά πλαίσια», λέει στο BBC ο Tony Goldstone, κλινικός αναπληρωτής καθηγητής στο Imperial College του Λονδίνου και ενδοκρινολόγος.

Αυτός ο καταρράκτης ορμονών, που εκκρίνονται από το έντερο και το πάγκρεας και στέλνουν σήματα στον εγκέφαλο, μπορεί επίσης να σχετίζεται με την αίσθηση υπνηλίας που νιώθουμε μετά από ένα μεγάλο γεύμα (που ονομάζεται «μεταγευματική υπνηλία»). Αλλά οι ακριβείς μηχανισμοί πίσω από αυτή την υπνηλία δεν είναι ακόμη καλά κατανοητοί, εξηγεί ο Aaron Hengist, μεταδιδακτορικός επισκέπτης στο National Institutes of Health στις ΗΠΑ.

Πιστεύεται ευρέως ότι αυτό το συναίσθημα – γνωστό ως «food coma» – είναι σε μεγάλο βαθμό μια επίδραση του αίματος που ταξιδεύει μακριά από τον εγκέφαλο και προς το στομάχι. Αλλά η έρευνα δείχνει ότι η ροή του αίματος δεν μειώνεται μετά από ένα μεγάλο γεύμα.

Ωστόσο, χρειάζεται περισσότερη έρευνα για να κατανοήσουμε την υπνηλία μετά το γεύμα, τονίζει ο Hengist. «Η απόκριση της ορμόνης του εντέρου είναι ένα κοκτέιλ – δεν γνωρίζουμε ποιες συγκεκριμένες ορμόνες μπορούν να προκαλέσουν υπνηλία σε ποια κέντρα του εγκεφάλου», εξηγεί.

Είναι επιβλαβές να τρώμε υπερβολικά;

Το να τρώμε υπερβολικά περιστασιακά έχει εκπληκτικά μικρό αντίκτυπο στον μεταβολισμό μας, σημειώνει ο Hengist. Το 2020, δημοσίευσε τα αποτελέσματα μιας μελέτης που εξέτασε τι συμβαίνει όταν οι άνθρωποι τρώνε πέρα από το επίπεδο της πληρότητας και όταν τρώνε μέχρι το σημείο να νιώθουν ότι θα… σκάσουν.

Δεκατέσσερις υγιείς άνδρες εθελοντικά έφαγαν μεγάλη ποσότητα πίτσας σε μια συνεδρία. Σε μια επίσκεψη, τους ζητήθηκε να φάνε μέχρι να είναι εντελώς χορτάτοι, και σε μια άλλη επίσκεψη όσο περισσότερο μπορούσαν. Στη δεύτερη περίπτωση, έφαγαν διπλάσια ποσότητα πίτσας.

Μετρήθηκαν οι ορμόνες τους, η όρεξη, η διάθεση και οι μεταβολικές αντιδράσεις τους για τέσσερις ώρες μετά τα γεύματα. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα δεν ήταν υψηλότερα από ό,τι μετά από ένα κανονικό γεύμα, ούτε και η ποσότητα λίπους στο αίμα τους.

«Μας εξέπληξε ότι, παρά τη διπλή πρόσληψη ενέργειας, το σώμα ρύθμιζε εξαιρετικά καλά το σάκχαρο στο αίμα. Διαπιστώσαμε ότι το σώμα εργαζόταν σκληρά για να το κάνει αυτό, εκκρίνοντας περισσότερη ινσουλίνη και διάφορες εντερικές ορμόνες. που βοηθούν στην απελευθέρωση ινσουλίνης και στέλνουν σήματα ότι είμαστε χορτάτοι», όπως λέει,

Αν και η μελέτη αφορά μόνο νέους υγιείς άνδρες, δείχνει ότι μια μεμονωμένη υπερβολή δεν είναι τόσο επιβλαβής όσο θα περίμενε κανείς. Ωστόσο, δεδομένου ότι η μελέτη διεξήχθη μόνο σε νέους υγιείς άνδρες, η έρευνα δεν μπορεί να επεκταθεί στον γενικό πληθυσμό.

Έχει σημασία πώς τρώμε υπερβολικά;

Ενώ μια φορά κατανάλωσης μεγάλης ποσότητας πίτσας μπορεί να μην είναι άμεσα επιβλαβής, υπάρχει έρευνα που δείχνει ότι πολλές ώρες ή μια μέρα εορταστική όπως τα Χριστούγεννα, με ένα λουκούλειο γεύμα, μπορεί να αρχίσει να διαταράσσει το μεταβολισμό και να επιβαρύνει το σώμα, κάτι που με τη σειρά του θα μπορούσε να επηρεάσει τον εγκέφαλο.

Το 2021, μια μελέτη που εξέταζε την υπερφαγία για παρατεταμένη περίοδο βρήκε πολύ διαφορετικά αποτελέσματα. Η μελέτη τιτλοφορείται «The tailgate study», που πήρε το όνομά της από την αμερικανική παράδοση των πάρτι προ-αθλητικών παιχνιδιών που περιλαμβάνουν την κατανάλωση πολλών φαγητών και αλκοόλ.

Οι ερευνητές προσπάθησαν να επαναλάβουν αυτή την παράδοση δίνοντας σε 18 υπέρβαρους αλλά υγιείς άνδρες αλκοολούχα ποτά και τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, ζαχαρούχα, όπως μπέργκερ, πατατάκια και κέικ, για να καταναλωθούν μέσα σε ένα απόγευμα. Πήραν κατά μέσο όρο 5.087 θερμίδες μέσα στις πέντε ώρες. Οι εξετάσεις αίματος και ήπατος αποκάλυψαν ότι οι περισσότεροι από τους άνδρες είχαν αυξημένο λίπος στο συκώτι μετά το γεύμα τους.

Γιατί ένα μεγάλο γεύμα δεν μας επηρεάζει;

Η εξέλιξη μπορεί να βοηθήσει κατά κάποιο τρόπο στην κατανόηση του γιατί μπορεί να μην είναι πολύ επιβλαβές να τρώμε υπερβολικά μια στις τόσες – και πώς το έντερο και ο εγκέφαλός μας έχουν εξελιχθεί για να επικοινωνούν μεταξύ τους όταν χρειάζεται να φάμε.

Όταν πεινάμε, πολλά πράγματα μπαίνουν στο παιχνίδι για να μας οδηγήσουν να φάμε, λένε οι ειδικοί, για παράδειγμα, η διάθεσή μας μπορεί να αλλάξει και να νιώθουμε «πεινασμένοι». Είναι επίσης πιο πιθανό να λαχταρούμε τροφές με μεγαλύτερη πυκνότητα ενέργειας.

Η έρευνα δείχνει ότι η πείνα είναι μια αρκετά αποτρεπτική κατάσταση και ίσως οι άνθρωποι τρώνε για να απαλλαγούν από αυτήν.

Έχει σημασία τι τρώμε;

Μελέτες σε ποντίκια δείχνουν ότι μια διατροφή πλούσια σε θερμίδες μακροπρόθεσμα μπορεί να επηρεάσει τη μνήμη και τη μάθηση. Στους ανθρώπους, οι έρευνες είναι λιγότερες, λέει η Stephanie Kullmann από το Πανεπιστήμιο του Tübingen στη Γερμανία.

Μια μελέτη, ωστόσο, δίνει κάποια εικόνα για το τι συμβαίνει στον εγκέφαλό μας όταν υπερκαταναλώνουμε τροφές πλούσιες σε ζάχαρη και λιπαρά. Δεν περιορίστηκε σε ένα γεύμα, αλλά διήρκεσε πέντε ημέρες. Ωστόσο, τα ευρήματά της θα μπορούσαν ενδεχομένως να εφαρμοστούν σε μικρότερο βαθμό σε μικρότερες περιόδους υπερφαγίας, σύμφωνα με την Kullmann.

Δεκαοκτώ υγιείς άνδρες ακολούθησαν μια διατροφή υψηλών θερμίδων για πέντε ημέρες, με πολύ επεξεργασμένα σνακ πλούσια σε λίπος και ζάχαρη (περίπου 1.200 θερμίδες περισσότερες ανά ημέρα). Οι 11 άνδρες στην ομάδα ελέγχου δεν άλλαξαν τη διατροφή τους.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η υψηλή θερμιδική πρόσληψη επηρέασε τον τρόπο που ο εγκέφαλος ανταποκρινόταν στην ινσουλίνη, επηρεάζοντας την αντίδραση σε οπτικά ερεθίσματα τροφίμων και τη μνήμη. Ένας εγκέφαλος ανθεκτικός στην ινσουλίνη δεν μειώνει σωστά την όρεξη και την πρόσληψη τροφής, δηλαδή τα σήματα που λένε «σταμάτα να τρως όταν χόρτασες».

Έρευνες δείχνουν ότι σε άτομα που πάσχουν από παχυσαρκία, ο υποθάλαμος και τα συστήματα ανταμοιβής του εγκεφάλου – τα οποία βοηθούν στη ρύθμιση της πρόσληψης τροφής – μπορεί να διαταραχθούν.

Στους συμμετέχοντες στη μελέτη του Kullmann ζητήθηκε να επιστρέψουν στην κανονική τους διατροφή μετά τις πέντε ημέρες, αλλά μία εβδομάδα αργότερα, περαιτέρω δοκιμές έδειξαν πως η μνήμη και τα γνωστικά μέρη του εγκεφάλου τους εξακολουθούσαν να είναι λιγότερο ευαίσθητα από ό,τι πριν ξεκινήσουν τη δίαιτα με τις υψηλότερες θερμίδες.

Είναι λοιπόν εντάξει να «ξεφύγουμε» τα Χριστούγεννα;

Είναι καλά τεκμηριωμένο ότι οι παρατεταμένες περίοδοι κατανάλωσης – ειδικά τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη και κορεσμένα λιπαρά – δεν είναι καλές για τον εγκέφαλο. Ενώ υπάρχουν λιγότερες μελέτες που εξετάζουν τις επιπτώσεις μιας μεμονωμένης γιορτής στο σώμα μας, τα υπάρχοντα στοιχεία δείχνουν πως δεν είναι επιζήμια για τον εγκέφαλό μας.

«Η μελέτη μας δείχνει ότι η εφάπαξ απόλαυση δεν είναι τόσο επιζήμια όσο θα περίμενε κανείς, επομένως απολαύστε το χριστουγεννιάτικο γεύμα σας», λέει χαρακτηριστικά ο Hengist.

Ωστόσο, προσθέτει, κάτι περισσότερο από αυτό μπορεί να αρχίσει να επιβαρύνει το σώμα. Ακόμη και πέντε ημέρες μπορεί να είναι αρκετές για να έχουν πιο μακροχρόνιες επιπτώσεις στον εγκέφαλο, σύμφωνα με την έρευνα του Kullman.