Με τον πρωθυπουργό να βλέπει ότι η κρίση με τον αγροτικό κόσμο βυθίζει την κυβέρνηση σε ένα νέο κύκλο φθοράς, απομακρύνοντάς την ακόμα περισσότερο από τον διακαή πόθο της αυτοδυναμίας και κάνοντας όλο και πιο έντονη την πρωθυπουργική ανησυχία για τα σενάρια που θα προκύψουν μετά τις (πρώτες) κάλπες, για τις οποίες όλοι αυτή τη στιγμή προεξοφλούν ότι θα έχουν και επόμενους γύρους, ο Κυρ. Μητσοτάκης παίζει πλέον τα ρέστα του σε μια τακτική τριών κατευθύνσεων.

Κοινωνικός αυτοματισμός

Πρώτον, έχοντας δει στις δημοσκοπήσεις τη συμπαράσταση της κοινωνίας απέναντι στον ξεσηκωμένο αγροτικό κόσμο, αλλά και βλέποντας να μην βγαίνει στην κυβέρνηση η επιχείρηση διχασμού του μετώπου των αγροτών και τρομοκράτησής τους μέσα από απειλές διώξεων για το άνοιγμα στις μπάρες των διοδίων και ελέγχων για επιδοτήσεις, τα ποντάρει πια όλα για όλα στον κοινωνικό αυτοματισμό, προσπαθώντας να δαιμονοποιήσει τους αγρότες και να στρέψει τους πολίτες εναντίον τους, καλλιεργώντας κλίμα για σκληρή καταστολή σε βάρος τους.

Σε αυτό το πλαίσιο, είναι πολύ χαρακτηριστικές οι τοποθετήσεις που επέλεξε να κάνει ο πρωθυπουργός στο υπουργικό συμβούλιο, λέγοντας ότι «σε όσους προτιμούν ένα παράδοξο, να διεκδικούν αλλά να μην συζητούν και να μιλούν την ώρα που τους καλούμε σε διάλογο, θα το ξαναπώ: αυτή η κυβέρνηση σε εκβιασμούς δεν πρόκειται να υποκύψει και ούτε από την άλλη μεριά μπορούμε να μεροληπτήσουμε υπέρ μιας κοινωνικής ομάδος εις βάρος των υπολοίπων».

Στο ίδιο πλαίσιο θέλησε να πει πως «όλοι αυτοί οι συμπολίτες μας δεν πρέπει ούτε να ταλαιπωρηθούν, αλλά κυρίως δεν πρέπει να ρισκάρουν κανένα τροχαίο σε επικίνδυνες παρακαμπτηρίους. Και εδώ θέλω να είμαι απολύτως σαφής: τον πρώτο λόγο για την απελευθέρωση οποιουδήποτε δρόμου τον έχει η Τροχαία και η οδική ασφάλεια είναι πάντα η πρώτη και αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα», επιχειρώντας έτσι να ρίξει την ευθύνη στους αγρότες για την τακτική της Τροχαίας, επικαλούμενη λόγους ασφαλείας, να κλείνει τους δρόμους (στους οποίους οι ίδιοι οι αγρότες επέτρεπαν τη διέλευση των οχημάτων μέσα από τις κινητοποιήσεις τους) και να εκτρέπει την κυκλοφορία σε παρακαμπτήριες οδούς, προκαλώντας κυκλοφοριακό χάος.

Κλιμάκωση

Και αν σκεφτεί κανείς ότι στην καθημερινότητά τους, συχνά πυκνά οι οδηγοί υποχρεώνονται να περνούν στις εθνικές οδούς από μία ή δύο λωρίδες όταν γίνονται έργα ή υπάρχουν ατυχήματα, αλλά τώρα η πολιτεία δεν θέλησε να έρθει σε συνεννόηση με τους αγρότες προκειμένου να εξασφαλιστεί η ασφαλής διέλευση των οχημάτων μέσα από τα σημεία των κινητοποιήσεων, γίνεται αντιληπτό πως ενισχύεται η καταγγελία των αγροτών ότι το κλείσιμο των δρόμων από την αστυνομία γίνεται με εντολή του Μαξίμου και πως αποτελεί συνειδητή επιχείρηση ταλαιπωρίας του λαού και συκοφάντησης του αγώνα των αγροτών.

Με άλλα λόγια ότι αποτελεί την κλιμάκωση της επιχείρησης της κυβέρνησης να ενεργοποιήσει τον κοινωνικό αυτοματισμό σε βάρος των αγροτών.

«Μητσοτάκης ή χάος»

Το δεύτερο στο οποίο προχωρά ο Κυρ. Μητσοτάκης είναι η προσπάθεια να επαναφέρει στη δημόσια ατζέντα σκληρά διλήμματα και βασικά το περιβόητο «Μητσοτάκης ή χάος». Το αφήγημα δηλαδή ότι αν δεν κυβερνά ο ίδιος δεν θα υπάρχει σταθερότητα, επιχειρώντας έτσι να συσπειρώσει το ακροατήριό του εν όψει και των σοβαρών ανατροπών που αναμένεται να φέρει στο πολιτικό σκηνικό η δημιουργία νέων κομμάτων, όπως ένα κόμμα Τσίπρα, ένα κόμμα Σαμαρά, ή ένα κόμμα Καρυστιανού.

Εξ ου και ο πρωθυπουργός θέλησε να πει στο υπουργικό συμβούλιο, απευθυνόμενος στους υπουργούς του, ότι πρέπει «να θυμίζουμε σε κάθε συνομιλητή μας από πού ξεκινήσαμε, πού είμαστε και πόσο ασταθής είναι ο κόσμος γύρω μας και πόσο ασφαλής σε αντίστιξη είναι η πατρίδα μας».

Μάλιστα επέλεξε να πει επίσης στα μέλη της κυβέρνησης ότι «το 2026 είναι η χρονιά στην οποία ολοκληρώνεται το Ταμείο Ανάκαμψης και όλοι ξέρετε τους στόχους και τα ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα τα οποία πρέπει  να τηρηθούν», με την αναφορά αυτή να θεωρείται και ως προειδοποίηση προς τους υπουργούς του εν όψει του, αναμενόμενου από το νέο έτος, ανασχηματισμού.

Επιβολή «θετικής ατζέντας»

Και το τρίτο είναι η προσπάθεια του πρωθυπουργού να επαναφέρει τη λεγόμενη «θετική ατζέντα», την επιχείρηση δηλαδή προώθησης «θετικών» ειδήσεων με στόχο την ανάκαμψη, την οποία έχει πλέον κάνει στάχτη το μέτωπο της κυβέρνησης με τους αγρότες.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο Κυρ. Μητσοτάκης, θέλοντας να δώσει το κυβερνητικό στίγμα για το 2026, το οποίο χαρακτήρισε «ένα πλήρες έτος κυβερνητικής δουλειάς, ωσότου εισέλθουμε στο 2027, ένα έτος το οποίο προφανώς θα έχει προεκλογικά χαρακτηριστικά», επιχείρησε εκ νέου να επιβάλει μια «θετική ατζέντα», αλλά ακόμα και συγκεκριμένες αναφορές από το μήνυμα των εξαγγελιών του για τη νέα χρονιά εγείρουν συνειρμούς πολύ αρνητικούς για την κυβέρνηση, οι οποίοι σφίγγουν τον κλοιό της δυσαρέσκειας.

Ειδικότερα, ο πρωθυπουργός ξεκίνησε από τη συμφωνία που υπεγράφη για «23 νέους συρμούς, και intercity και προαστιακούς, μια συμφωνία αξίας μεγαλύτερης των 300 εκατομμυρίων ευρώ». Κάτι που φέρνει στο νου ότι τρία χρόνια μετά την τραγωδία των Τεμπών η κυβέρνηση δεν έχει καταφέρει να εγγυηθεί ένα ασφαλές σιδηροδρομικό δίκτυο, ενώ όχι μόνο δεν φαίνεται να αποδίδεται δικαιοσύνη για την υπόθεση των Τεμπών, αλλά προκύπτουν συνεχώς νέες αφορμές δυσπιστίας (όπως η έφοδος του ΣΔΟΕ στον Σύλλογο Συγγενών Θυμάτων Τεμπών ή οι καθυστερήσεις, οι συνεχείς -5 μέχρι σήμερα- διακοπές, και οι αμφισβητήσεις στις δηλώσεις παράστασης υποστήριξης κατηγορίας στη δίκη για τα χαμένα βίντεο).

Οι αναφορές

Η πρωθυπουργική αναφορά στη «συνεχιζόμενη μάχη με το «βαθύ κράτος»», φέρνει στο νου το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, τη νέα θεσμική παρωδία που, με ευθύνη της κυβέρνησης, εξελίσσεται στην εξεταστική (μετά από το άλλο φιάσκο της εξεταστικής για τα Τέμπη και μετά το κυβερνητικό μπλοκάρισμα της προανακριτικής για ΟΠΕΚΕΠΕ), την ατιμωρησία των υπευθύνων, αλλά και το σκάνδαλο των υποκλοπών, το οποίο έχει επανέλθει για τα καλά στη δημόσια ατζέντα, με την ανάδειξη, στην (πλημμεληματική) δίκη, των αποκαλύψεων για το ρόλο του Μαξίμου στην υπόθεση.

Δικαιοσύνη

Επιπλέον, η αναφορά του πρωθυπουργού στη «συνέχεια των σημαντικών μεταρρυθμίσεων στη Δικαιοσύνη», υπενθυμίζει το πρωτοφανές μεταπολιτευτικά κλίμα απόλυτης και εδραιωμένης πια στην κοινωνία δυσπιστίας απέναντι στη δικαστική εξουσία, που όχι μόνο δεν έχει δώσει απαντήσεις για σειρά σκανδάλων και σημαντικών υποθέσεων που απασχολούν την κοινή γνώμη, αλλά παρεμβαίνει ανοιχτά και με κάθε ευκαιρία στην πολιτική επικαιρότητα, υπερβαίνοντας τα όρια του θεσμικού της ρόλου. Μάλιστα το σοβαρό αυτό ζήτημα της αμφισβήτησης της Δικαιοσύνης από τους πολίτες έχουν θίξει στους κεραυνούς τους κατά του μεγάρου Μαξίμου, τόσο ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, όσο και ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος.

Επίσης η φράση του Κυρ. Μητσοτάκη για τη «σημαντική επιτάχυνση όλων των δράσεων για τη διόρθωση των υποδομών στη Θεσσαλία», αναφορικά με τα «σημαντικά έργα που θα υλοποιηθούν» το 2026, θυμίζει σε όλους (και κυρίως στους κατοίκους της περιοχής) ότι, χρόνια μετά τον Ντάνιελ, όχι μόνο δεν έχουν αποζημιωθεί οι πληγέντες, όχι μόνο τα αντιπλημμυρικά δεν έχουν ολοκληρωθεί, αλλά οι κάτοικοι τρέμουν για νέες καταστροφές κάθε φορά που βρέχει.

Η αναφορά κυβερνητικών πηγών (στο πλαίσιο των «σημαντικών μεταρρυθμίσεων» που βρίσκονται στον κυβερνητικό σχεδιασμό για το 2026) στη «νέα Αρχή για την Προστασία του Καταναλωτή και τον αποτελεσματικότερο έλεγχο αθέμιτων πρακτικών στην αγορά» (σ.σ. στον 6ο χρόνο διακυβέρνησης),  φέρνει βέβαια στο νου το πρόβλημα επιβίωσης που αντιμετωπίζει η κοινωνία με την ακρίβεια, το οποίο οι πολίτες βλέπουν να μην αντιμετωπίζεται και να δυσκολεύει όλο και περισσότερο την καθημερινότητά τους, ενώ βλέπουν και τα καρτέλ να ευημερούν ανενόχλητα.

Όσο για την αναφορά κυβερνητικών πηγών στο «σχέδιο» της κυβέρνησης «κατά της διαφθοράς», οι πολίτες γνωρίζουν βέβαια πολύ καλά τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα που παράγει η διακυβέρνηση του «επιτελικού κράτους». Εξ ου και πλέον τοποθετούν τη διαφθορά στις πρώτες θέσεις των προβλημάτων τους, όταν καλούνται να τα ιεραρχήσουν στις δημοσκοπήσεις.