Το ημερολόγιο γράφει 21 Φεβρουαρίου 1968 και στην παμπ Admiral Nelson του Λονδίνου επικρατεί γιορτινή ατμόσφαιρα. Ο Μικ Μίνι, περιτριγυρισμένος από δημοσιογράφους και φίλους του ακούει το τραγούδι του τενόρου Τζακ Ντόιλ, ενώ απολαμβάνει ένα πλούσιο γεύμα και πίνει ένα μεγάλο ποτήρι μπύρας. Ξέρει ότι αυτά θα είναι τα τελευταία του, τουλάχιστον για τις επόμενες 61 ημέρες.

Λίγη ώρα αργότερα, θα μπει σε ένα ξύλινο φέρετρο, έξι άνθρωποι θα το πάρουν στους ώμους τους, θα το βγάλουν στους δρόμους του Κίλμπουρν -της «πρωτεύουσας» της ιρλανδικής κοινότητας του Λονδίνου- και θα καταλήξουν στο σημείο ταφής που είχε επιλεγεί. Εκεί ο Μικ Μίνι θα έμενε θαμμένος κάτω από τη γη για τους επόμενους δύο μήνες, έχοντας έναν και μόνο στόχο  – να σπάσει το παγκόσμιο ρεκόρ του αμερικανού Κάντρι Μπιλ Γουάιτ που άντεξε 55 μέρες κάτω από τη γη.

Φωτογραφία από το ντοκομαντέρ Beo Faoin bhFód (Buried Alive)

Η μόδα των «ζωντανών πτωμάτων» και το όνειρο του Μικ Μίνι

Μπορεί σήμερα το… challenge να θάβεσαι ζωντανός κάτω από τη γη να μοιάζει κάτι εντελώς σουρεάλ, ωστόσο τότε ήταν πολύ διαδεδομένο. Όλα ξεκίνησαν τη δεκαετία του 1920 από την Καλιφόρνια, προτού τα «ζωντανά πτώματα» (όπως αποκαλούσε ο Τύπος αυτούς που το δοκίμαζαν) αρχίσουν να εμφανίζονται σε όλο τον κόσμο.

Ο Μικ Μίνι, γέννημα θρέμμα του Τιπερέρι, δεν είχε αρχικά σκοπό να γίνει «ζωντανό πτώμα» – το όνειρό του ήταν να ασχοληθεί με την πυγμαχία. Ένας τραυματισμός, ωστόσο, θα του κόψει κάθε ελπίδα για επαγγελματική καριέρα και ο νεαρός Ιρλανδός ήξερε ότι είχε μόνο έναν δρόμο να ακολουθήσει: να αφήσει τη γυναίκα του στην Ιρλανδία και πάει στο Λονδίνο για να σκάβει τούνελ.

Ένα ατύχημα που είχε μια μέρα στη δουλειά, με αποτέλεσμα να μείνει μερικές ώρες παγιδευμένος μέσα σε ένα τούνελ, θα του δώσει την ιδέα να σπάσει το παγκόσμιο ρεκόρ των «ζωντανών πτωμάτων».

Έτσι το 1968, ο 33χρονος Μικ -χωρίς καν να ειδοποιήσει την έγκυο γυναίκα του στο Ταπερέρι που θα μάθει την είδηση από το ραδιόφωνο- θα συνεργαστεί με τον επιχειρηματία και παλιό καλλιτέχνη τσίρκου Μάικλ «Μπάτι» Σουγκρούε προκειμένου να θαφτεί για τις επόμενες 61 ημέρες στη λονδρέζικη γη.

Έχοντας γεμίσει το φέρετρο με φαγητό και νερό, έχοντας ανοίξει μια τρύπα στο «πάτωμα» ώστε να μπορεί να κάνει την… ανάγκη του και έχοντας περασμένη μια τηλεφωνική γραμμή, προκειμένου να έχει επαφή με τον έξω κόσμο, ο Μικ Μίνι ξεκίνησε τον δρόμο για τη δόξα και τα πλούτη.

«Κοιμήθηκα υπέροχα χθες το βράδυ» θα πει την δεύτερη μέρα μιλώντας στο τηλέφωνο με τον δημοσιογράφο ενός αγγλικού καναλιού που κάλυπτε το γεγονός. Και στις 22 Απριλίου το φέρετρο θα ξεθαφτεί, θα μεταφερθεί στην παμπ Admiral Nelson και ο Μικ Μίνι θα βρει φορώντας γυαλιά ηλίου και λέγοντας «θα μπορούσα να μείνω ακόμα 100 ημέρες».

Φωτογραφία: RTÉ

Ο εγχείρημα πέτυχε, ο στόχος απέτυχε

Ο Μίνι πίστευε ότι αυτό ήταν το εισιτήριό του για τη δόξα και τα πλούτη, αλλά έκανε λάθος. Η υποτιθέμενη εμπορική συμφωνία που είχε με τη Gillette δεν ενεργοποιήθηκε ποτέ. Η παγκόσμια περιοδεία που του είχαν υποσχεθεί δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Ούτε καν στο βιβλίο Γκίνες δεν μπήκε, καθώς στο γεγονός δεν πήγε κανένας επίσημος κριτής για να επιβεβαιώσει το παγκόσμια ρεκόρ.

Ο Μικ Μίνι κατηγόρησε για όλα αυτά τα λάθη τον συνεργάτη του Μάικλ «Μπάτι» Σουγκρούε – αλλά δεν άλλαξε τίποτα. Επέστρεψε στην Ιρλανδία με άδειες τσέπες.

Τελικά, κατάφερε να βρει δουλειά στο συμβούλιο της κομητείας του Κορκ.«Ο πατέρας μου ήταν ένας περήφανος Θα μπορούσε να ζήσει μια κανονική ζωή, αλλά όλο αυτό τον έκανε να νιώθει ότι ήταν ξεχωριστός» λέει η κόρη του Μαίρη Μίνι στο ντοκιμαντέρ Beo Faoin bhFód (Buried Alive) του TG4.

// Κεντρική φωτογραφία από το ντοκομαντέρ Beo Faoin bhFód (Buried Alive)