Το Channel 4 επανέρχεται σε ένα από τα πιο φορτισμένα ζητήματα της σύγχρονης ιστορίας: μπορεί – και κυρίως πρέπει – η τηλεόραση να επιχειρεί τη γενετική «αποκωδικοποίηση» του Αδόλφου Χίτλερ; Το δίωρο ντοκιμαντέρ Hitler’s DNA: Blueprint of a Dictator φιλοδοξεί να φωτίσει βιολογικές και ιστορικές πτυχές του δικτάτορα, αλλά γρήγορα συναντά ηθικά και επιστημονικά όρια.

Το Channel 4 είχε επιχειρήσει αντίστοιχο εγχείρημα το 2014, όταν στο Dead Famous DNA πλήρωσε τον αρνητή του Ολοκαυτώματος Ντέιβιντ Ίρβινγκ για μια τούφα που παρουσιαζόταν ως «μαλλιά του Χίτλερ» και στη συνέχεια αποδείχθηκε πως δεν άνηκε στην κόμη του. Αυτήν τη φορά, όμως, οι παραγωγοί εντόπισαν κάτι που πραγματικά μπορούσαν να αναλύσουν: ένα κομμάτι υφάσματος ποτισμένο με αίμα από τον καναπέ όπου αυτοκτόνησε ο Χίτλερ, το οποίο φυλασσόταν σε μουσείο στο Γκέτισμπεργκ της Πενσιλβάνια.

Παρότι κανένας εν ζωή συγγενής δεν θέλησε να δώσει νέο DNA, ένα παλιότερο επίχρισμα σάλιου από άνδρα συγγενή – ληφθέν δέκα χρόνια πριν για άλλη δημοσιογραφική έρευνα – ταυτίστηκε απόλυτα με το χρωμόσωμα Υ του δείγματος. Έτσι, οι ερευνητές απέκτησαν τη βεβαιότητα ότι το αίμα ήταν όντως του Χίτλερ.

Η εβραϊκή καταγωγή και το σύνδρομο Kallmann

Στο επιστημονικό κομμάτι συμμετέχει η γενετίστρια Τούρι Κινγκ, γνωστή από την ταυτοποίηση του Ριχάρδου Γ΄, ενώ ο ιστορικός Άλεξ Κέι από το Πανεπιστήμιο του Πότσνταμ πλαισιώνει την ανάλυση. Όπως σημειώνει ο Guardian, κάποια ευρήματα είναι σημαντικά. Το ντοκιμαντέρ καταρρίπτει οριστικά τον μύθο περί εβραϊκής καταγωγής του Χίτλερ, ο οποίος επιβίωνε επί δεκαετίες και αναζωπυρώθηκε ακόμη και σε πρόσφατες δηλώσεις, όπως εκείνες του Σεργκέι Λαβρόφ.

Παράλληλα, οι γενετικές ενδείξεις φαίνεται να συγκλίνουν σε μια πιθανή διάγνωση: ότι ο Χίτλερ έπασχε από το σπάνιο σύνδρομο Kallmann, μια διαταραχή που επηρεάζει την έναρξη και την ολοκλήρωση της εφηβείας. Η συγκεκριμένη υπόθεση δεν προκύπτει αυθαίρετα· συνδέεται με ιατρικά δεδομένα της δεκαετίας του 1920, όταν ο Χίτλερ εξετάστηκε στη φυλακή του Λάντσμπεργκ και καταγράφηκε να έχει δεξιά κρυψορχία, εύρημα που ενδέχεται να σχετίζεται με ορμονικές ανωμαλίες. Το Kallmann συνοδεύεται συχνά από χαμηλά ή ασταθή επίπεδα τεστοστερόνης, κάτι που μπορεί να έχει επιπτώσεις στη σωματική ανάπτυξη αλλά και στη διάθεση και συμπεριφορά.

Οι ερευνητές του ντοκιμαντέρ δεν αξιοποιούν το εύρημα αυτό για να προχωρήσουν σε απλουστευτικές ψυχολογικές ερμηνείες. Ωστόσο, όπως σημειώνει ο Guardian, μια τέτοια πληροφορία θα μπορούσε να προσφέρει ένα πρόσθετο επίπεδο κατανόησης γύρω από το πώς ένα πιθανό αίσθημα σωματικής ανεπάρκειας ή μια αίσθηση προσωπικού ελλείμματος ενδέχεται να επηρέασαν την ψυχολογική συγκρότηση του Χίτλερ. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για ένα στοιχείο που απαιτεί προσεκτική και αυστηρά ιστορική ανάγνωση — όχι βιαστικά συμπεράσματα ή προεκτάσεις που δεν μπορεί να στηρίξει η επιστήμη.

Εκεί όπου το ντοκιμαντέρ εκτροχιάζεται

Η πραγματική ένταση αρχίζει όταν το πρόγραμμα επιχειρεί να αποδώσει ψυχιατρικές και νευροαναπτυξιακές «προδιαθέσεις» μέσα από πολυγονιδιακό δείκτη κινδύνου (PRS). Οι δημιουργοί του ντοκιμαντέρ υποστηρίζουν ότι το DNA του Χίτλερ δείχνει αυξημένες ενδείξεις για ΔΕΠ-Υ, αυτιστικές συμπεριφορές, αντικοινωνική τάση και υψηλή πιθανότητα σχιζοφρένειας.

Ωστόσο, οι PRS δεν έχουν σχεδιαστεί για να χρησιμοποιούνται σε ατομικές αξιολογήσεις, πόσο μάλλον σε ιστορικά πρόσωπα. Ο Guardian επισημαίνει ότι εδώ το ντοκιμαντέρ κινείται σε επισφαλές έδαφος, αφού τα ευρήματα που παρουσιάζει δεν επιτρέπουν τέτοιες ερμηνείες.

Οι προειδοποιήσεις των ειδικών

Ο γενετιστής Ντέιβιντ Κέρτις υπογραμμίζει ότι οι πολυγονιδιακοί δείκτες δείχνουν μόνο τάσεις σε μεγάλους πληθυσμούς και δεν μπορούν να αποδώσουν με ακρίβεια ψυχιατρικές πιθανότητες για ένα συγκεκριμένο άτομο.

Ο ψυχολόγος Σάιμον Μπάρον-Κοέν προειδοποιεί ότι τέτοιες συνδέσεις εγκυμονούν «μεγάλο κίνδυνο στιγματισμού», ειδικά όταν εμπλέκονται διαταραχές όπως ο αυτισμός ή η ΔΕΠ-Υ.

Όταν τα επιστημονικά δεδομένα παρουσιάζονται με τρόπο που επιτρέπει στο κοινό να τα παρερμηνεύσει, η συζήτηση μπορεί εύκολα να εκτροχιαστεί, οδηγώντας είτε σε στοχοποίηση νευροδιαφορετικών ανθρώπων είτε, αντίστροφα, σε αδικαιολόγητη «εξανθρώπιση» του Χίτλερ.

Η δεοντολογία και η μεγάλη ειρωνεία

Ένα ακόμη σημείο που προκαλεί αντιδράσεις είναι το γεγονός ότι το Channel 4 προχώρησε στην προβολή του προγράμματος πριν ολοκληρωθεί η επιστημονική διαδικασία αξιολόγησης (peer review) των ευρημάτων στο Lancet. Για μια παραγωγή που ετοιμάστηκε επί επτά χρόνια, η επιλογή αυτή δημιουργεί εύλογα ερωτήματα για τις προτεραιότητες της ομάδας.

Η μεγαλύτερη ειρωνεία βρίσκεται στο εξής: ο ίδιος ο Χίτλερ είχε οικοδομήσει μια ολόκληρη ιδεολογία πάνω στη βιολογική μοίρα, στην αντίληψη ότι «το αίμα καθορίζει τον άνθρωπο» και στη δήθεν επιστημονική νομιμοποίηση του ρατσισμού. Το να επιχειρεί σήμερα ένα τηλεοπτικό δίκτυο να ερμηνεύσει την προσωπικότητά του μέσω γενετικών «προδιαθέσεων», ακόμη και αθέλητα, κινδυνεύει να αγγίξει επικίνδυνα την ίδια λογική.

*Με πληροφορίες από: The Guardian