Περισσότερο ευρωπαϊκό, λιγότερο «έντονο» στην εμφάνιση αλλά σίγουρα πιο εξελιγμένο το νέο Civic (στην 9η γενιά του) συνεχίζει μια παράδοση επιτυχίας.
Με τιμές που ξεκινούν, στην Ελλάδα, από τα 16.800 ευρώ (στην έκδοση Comfort των 1.400 κ.εκ.) και 20.200 ευρώ (για την ίδια έκδοση εξοπλισμού στα 1.800 κ.εκ) η νέα ιαπωνική πρόταση στη μικρομεσαία κατηγορία, σχεδιάστηκε και εξελίχθηκε για την ευρωπαϊκή αγορά έχοντας ήδη ως πρότυπο τη σχεδίαση και την λειτουργικότητά του προκατόχου του.
Έτσι το μοντέλο του 2012 συνδυάζει την έντονη προσωπικότητα με τις δυνατότητες τροποποίησης του χώρου αποσκευών χάρη στα «magic seats», που εκτός από τις δυνατότητες αναδίπλωσης της πλάτης του πίσω καθίσματος περιλαμβάνουν και την αναδίπλωση του εδράνου του.
Η ομάδα εξέλιξης του νέου Civic έλαβε υπόψη τα «στοιχεία ταυτότητας» της όγδοης γενιάς, αποφασίζοντας να τα διατηρήσει και να τα βελτιώσει. «Το αυτοκίνητο μας πρέπει να είναι ασφαλές και ευκολοδήγητο, προσιτό οικονομικά και να προσφέρει μία καλή ισορροπία άνεσης και επιδόσεων» υποστήριξε ο Mitsuru Kariya, επικεφαλής του project «Civic 2012» στην αρχή της διαδικασίας.
Το μοντέλο που κυκλοφορούσε διέθετε πολύ καλά επίπεδα ευρυχωρίας και έναν από τους καλύτερους χώρους αποσκευών σε σχέση με τους ανταγωνιστές του. Γι’ αυτό, η έμφαση δόθηκε στη διατήρηση των συγκεκριμένων χαρακτηριστικών αλλά και στη βελτίωση του συνολικού πακέτου με αξιοποίηση των χώρων, παρά τη μείωση των συνολικών διαστάσεων.
Έτσι έχουμε μία νέα εξωτερική σχεδίαση, βελτιωμένη αεροδυναμική και μειωμένο βάρος που συντελούν στην αύξηση των συνολικών επιδόσεων του αυτοκινήτου.
Η ομάδα εξέλιξης του Civic στράφηκε μεταξύ άλλων σε οδηγούς του προηγούμενου μοντέλου ώστε να προσδιορίσει τα χαρακτηριστικά και τα προσόντα που έπρεπε να διατηρηθούν αλλά και τις προτεραιότητες για το νέο μοντέλο.
Οι οδηγοί εκθείαζαν το ιδιαίτερο στυλ και το σχήμα του αυτοκινήτου με τη φουτουριστική του εμφάνιση και την πρακτικότητα. Ωστόσο, είχαν την άποψη ότι η ορατότητα προς τα πίσω είχε περιθώρια βελτίωσης.
Στο εσωτερικό, το μοντέρνο ταμπλό έλαβε θετικές κριτικές, ωστόσο αμφισβητήθηκε η ποιότητα των υλικών. Όλοι εντυπωσιάστηκαν από την οδηγική εμπειρία, αλλά επεσήμαναν ότι ο θόρυβος από την ανάρτηση μπορούσε να μειωθεί για μεγαλύτερη οδηγική άνεση.
Η έρευνα αποκάλυψε ότι ένας τυπικός οδηγός Civic προσελκύεται από τη φρέσκια σχεδίαση σε συνδυασμό με τις σπορ επιδόσεις και τις προηγμένες τεχνολογίες. Το περιβάλλον, επίσης, ήταν ζήτημα υψηλής προτεραιότητας καθώς όλοι ζητούσαν μικρότερη κατανάλωση και χαμηλότερους ρύπους.
Επιγραμματικά, οι αλλαγές εστιάστηκαν εξωτερικά στο χαμηλότερο και φαρδύτερο αεροδυναμικό μονοκόμματο προφίλ, τη χαμηλότερη και φαρδύτερη μετωπική επιφάνεια και τα ανανεωμένα πίσω φωτιστικά σώματα.
Στο εσωτερικό οι αλλαγές αφορούν τα νέα υλικά στις επιφάνειες επαφής σε όλη την καμπίνα, τη νέα σχεδίαση του τιμονιού με εργονομικά χειριστήρια και το μαλακό δέρμα.
Αλλαγές, επίσης, έχουν γίνει στη νέα λειτουργική διάταξη του πίνακα οργάνων με το διζωνικό ταμπλό, και στην προσθήκη έγχρωμης οθόνης «i MID TFT». Επιπρόσθετα η κεντρική κονσόλα απέκτησε πολλαπλούς αποθηκευτικούς χώρους με θύρες USB/iPod/Aux για το ηχοσύστημα.
Από τις βελτιώσεις δεν εξαιρέθηκε ο τομέας της ασφάλειας. Έτσι προστέθηκαν φώτα ημέρας LED για πιο ευδιάκριτη παρουσία αλλά και σύστημα ανεφοδιασμού χωρίς τάπα για προστασία από επιλογή λανθασμένου καύσιμου (στα μοντέλα diesel).
Δεν λείπουν επίσης συστήματα όπως το ACC (Adaptive Cruise Control), το CMBS (Collision Mitigation Brake System και το σύστημα μεταβλητού περιοριστή ταχύτητας Variable Speed Limiter.
Μικρές αλλαγές έγιναν και στην ανάρτηση που περιλαμβάνουν τη χρήση υδραυλικών σαϊλεντμπλόκ για βελτιωμένη απόσβεση στην πίσω ανάρτηση και ημιάκαμπτου άξονα, τύπου «Η», για καλύτερη ευστάθεια.
Τέλος, έμφαση δόθηκε στην προστασία του περιβάλλοντος και στην οικονομία καυσίμου. Το νέο Civic εφοδιάζεται με τον «1400κοσάρι» i-VTEC βενζινοκινητήρα που εκπέμπει 129 γραμμ. CO2 / χλμ. αποδίδοντας 100 ίππους και 127 Nm ροπής στις 4.800 σ.α.λ.)
Πάνω από αυτόν βρίσκεται το μοτέρ βενζίνης των 1.800 κ.εκ. που εκλύει 137 γραμμ. CO2 / χλμ. αποδίδοντας 142 ίππους στις 6.500 σ.α.λ. και 174 Nm ροπής στις 4.300 σ.α.λ.
Υπάρχει επίσης το diesel μοτέρ i-DTEC των 2,2 λίτρων -το οποίο εκλύει 110 γραμμ. CO2 / χλμ., με απόδοση 150 ίππους και 350 Nm ροπής- το οποίο λόγω κυβισμού έχει μόνο φιλολογικό ενδιαφέρον για την ελληνική αγορά.
Οδηγώντας στον αυτοκινητόδρομο και για αρκετά χιλιόμετρα το νέο Civic, διαπιστώσαμε ότι προσφέρει περισσότερη άνεση και μεγαλύτερη αίσθηση ασφάλειας. Οι διαθέσιμοι χώροι είναι περισσότερο λειτουργικοί ενώ οι κινητήρες επιβεβαιώνουν στην πράξη την αναβάθμιση των επιδόσεων και την μείωση της κατανάλωσης.
Εμείς θα θέλαμε λίγη περισσότερη ησυχία στο εσωτερικό. Ο ήχος του κινητήρα περνά στον θάλαμο επιβατών ιδιαίτερα στις μεσαίες/υψηλές στροφές, ενώ το ίδιο συμβαίνει και με τον αεροδυναμικό θόρυβο.
Περισσότερα για το νέο Civic, στην αναλυτική δοκιμή που θα ακολουθήσει τις επόμενες ημέρες.