«Κινδυνεύουμε να γίνουμε απάνθρωποι λόγω της κρίσης» λέει στο in.gr ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης
Είναι χαμογελαστός, γλυκός, ευγενικός. Ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης είναι ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας. Μετά τη συνέντευξη, μάς συνοδεύει στην εξώπορτα και μας αποχαιρετά. Μερικά δευτερόλεπτα μετά, ξανανοίγει. «Παιδιά, καλό δρόμο» μας λέει. Όσο και αν φοβάται ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που εγκυμονεί η οικονομική κρίση είναι να γίνουμε απάνθρωποι, ο ίδιος δεν πρόκειται να μείνει ποτέ απαθής. «Αυτό που βάζω μέσα μου σαν αντιβίωση σε αυτή την χρηματιστηριακή ίωση που μας έχει πιάσει είναι ότι δεν αναζητώ χρηματιστηριακούς όρους για να γίνω ευτυχισμένος, ακολουθώ πιο εσωτερικούς δρόμους που με καλύπτουν πολύ περισσότερο» λέει σε συνέντευξή του στο in.gr. Δείτε τη συνέντευξη σε βίντεο
Είναι χαμογελαστός, γλυκός, ευγενικός. Ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης είναι ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας. Μετά τη συνέντευξη, μάς συνοδεύει στην εξώπορτα και μας αποχαιρετά. Μερικά δευτερόλεπτα μετά, ξανανοίγει. «Παιδιά, καλό δρόμο» μας λέει. Όσο και αν φοβάται ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που εγκυμονεί η οικονομική κρίση είναι να γίνουμε απάνθρωποι, ο ίδιος δεν πρόκειται να μείνει ποτέ απαθής. «Αυτό που βάζω μέσα μου σαν αντιβίωση σε αυτή την χρηματιστηριακή ίωση που μας έχει πιάσει είναι ότι δεν αναζητώ χρηματιστηριακούς όρους για να γίνω ευτυχισμένος, ακολουθώ πιο εσωτερικούς δρόμους που με καλύπτουν πολύ περισσότερο» λέει σε συνέντευξή του στο in.gr, με αφορμή την έξοδο στις αίθουσες της «Νήσου 2».
- Την επιτυχία της πρώτης «Νήσου» την περιμένατε; (σ.σ. έκοψε 250.000 εισιτήρια)
Την περίμενα, γιατί ήταν μια άκρως ελληνική ταινία και μιλούσε για όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας. Για την καχυποψία, τη διπλωματία, την πονηριά, τη λαμογιά. Ήταν όμως και οι ηθοποιοί, η Σίφνος, η παραγωγή… Όλα συνετέλεσαν στην επιτυχία αυτή.
- Πώς ελήφθη η απόφαση για μια συνέχεια;
Στην πρώτη ταινία είχαμε περάσει ονειρεμένα. Αν δεν μπορεί κανείς να κάνει ένα σίκουελ μιας επιτυχίας όπως η Νήσος, τι άλλο θα μπορούσε να προτείνει; Σε εποχές όπως οι σημερινές αξίζει μια ελληνική κωμωδία να κάνει εισιτήρια και να φέρει τον κόσμο στις αίθουσες, γιατί τον χρειαζόμαστε.
- Στην πρώτη ταινία οι τέσσερις βασικοί ήρωες χάνουν την εξουσία τους. Πού τους βρίσκουμε στη δεύτερη ταινία;
Στη Νήσο 2 ο δήμαρχος και ο αστυνομικός βρίσκονται στη φυλακή, ο παπάς έρχεται να εξομολογήσει κάποιον που πεθαίνει και ο δάσκαλος επιστρέφει ως δασκάλα. Και όλοι αυτοί κυνηγούν έναν θησαυρό.
- Εμείς οι Έλληνες αναγνωρίζουμε τη «λαμογιά», της ασκούμε κριτική, αστειευόμαστε με αυτήν, αλλά φαίνεται πως δεν μπορούμε να την ξορκίσουμε. Γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό;
Είναι η ιδιοσυγκρασία μας τέτοια. Έχουμε συνηθίσει πάρα πολύ στον μεσάζοντα, στους διαπλεκόμενους. Έχουμε συνηθίσει στις καθημερινές μας υποθέσεις να δίνουμε ένα φακελάκι ή ένα χαράτσι, να μεταχειριζόμαστε κάποιους που μεταχειρίζονται κάποιους άλλους για να κερδίσουμε κάτι. Ο Έλληνας ζει πάντα με την επικεφαλίδα: «Να ψοφήσει ο γάιδαρος του γείτονα», δηλαδή με έναν πολύ κακώς εννοούμενο ανταγωνισμό που δεν βοηθά να ξεκινήσουν καινούρια πράγματα. Πάντα κοιτάμε το συμφέρον μας, πώς μπορούμε με λιγότερα να κερδίσουμε περισσότερα. Δυστυχώς, έτσι είναι ο Έλληνας.
- Φέτος πρωταγωνιστείτε στο θέατρο και πάλι στον «Caveman», ενώ σκηνοθετείτε το «Μοναξιά στην Άγρια Δύση». Ποιον από τους δύο ρόλους προτιμάτε, εκείνον του ηθοποιού ή εκείνον του σκηνοθέτη;
Και η υποκριτική και η σκηνοθεσία είναι άκρως γοητευτικές. Όσο μεγαλώνω, όμως, ξαναγυρίζω στην λογική του ηθοποιού γιατί ο ηθοποιός παραμένει πάντα παιδί, ενώ ο σκηνοθέτης αρχίζει και μου φαίνεται λίγο σοβαροφανής. Πριν από δυο χρόνια έλεγα το αντίθετο, βέβαια. Για μένα όταν παίζω –κυρίως κωμωδία- είναι σαν ένα καθημερινό πάρτι, το ευχαριστιέμαι πάρα πολύ, λειτουργώ σαν μωρό παιδί. Μπορεί όσο μεγαλώνω να περάσω ξανά μόνο στην πλευρά του ηθοποιού. Όπως είπε ο Άντονι Χόπκινς: «Με το θέατρο έμαθα να ξορκίζω τους παιδικούς μου εφιάλτες». Έτσι συμβαίνει με τους καλλιτέχνες, στη σκηνή βγάζουμε πολύ σαβούρα και αυτό το ευχαριστιέμαι πάρα πολύ.
- Ο Caveman έχει να κάνει με τις ερωτικές σχέσεις. Εσείς είστε πολλά χρόνια με τη σύζυγό σας (σ.σ. την ηθοποιό Έφη Μουρίκη). Πώς προσεγγίζετε το θέμα των σχέσεων των δύο φύλων;
Οι γυναίκες έχετε μια πιο σφαιρική αντίληψη για τα πράγματα από ότι εμείς οι άνδρες. Προσπαθώ ακόμα να καταλάβω τη γυναικεία ιδιοσυγκρασία. Τη σέβομαι, την αγαπώ, τη λατρεύω, αλλά μερικές φορές με κουράζει. Όλος αυτός ο γυναικείος συναισθηματισμός είναι πολύ γοητευτικός, αλλά είναι σαν τσουνάμι που καλύτερα να παρακολουθείς από μακριά, γιατί όσο πιο κοντά πλησιάζεις μπορεί να σε αρπάξει και να σε αναποδογυρίσει. Αυτές, βέβαια, είναι καθημερινές ασκήσεις που με «γυμνάζουνε» για να γίνομαι καλύτερος στη σχέση μου. Έμαθα από τον Caveman, αλλά έδωσα και εγώ λύσεις σε κάποια θέματα που πρότεινε το έργο, καθώς είμαι πλέον 50άρης, ζω με τον ίδιο άνθρωπο πολλά χρόνια, γνωρίζω πολύ καλά τα ζητήματα που πραγματεύεται η παράσταση. Πάντως, χωρίς τις γυναίκες και χωρίς τις διαφορές μας, θα είχαμε πλήξει όλοι μας.
- Οι ερωτικές σχέσεις είναι λοιπόν ένα από τα θέματα που θέλει να δει ο θεατής…
Ναι, και είναι προτιμότερες από τις οικονομικές σχέσεις που μας προτείνουν.
- Τι άλλο νομίζετε ότι θέλει να δει ο θεατής;
Ο θεατής ψάχνει ανάταση ψυχής. Μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας, μπορώ να πω ότι αυτό που θέλει ο θεατής είναι να ταξιδέψει, να σταματήσει για δύο ώρες να σκέφτεται, να φύγει από την παράσταση και τότε να αρχίσει να σκέφτεται. Όταν το καταφέρουμε αυτό, έχει γίνει κάτι μαγικό. Όμως, η ενέργεια του ηθοποιού δεν πρέπει να υπερβαίνει του θεατή, ούτε του θεατή να υπερβαίνει στη δικιά μας. Τότε μόνο καταφέρνουμε να τον παρασύρουμε στο παιχνίδι μας.
- Δεν πιστεύετε ότι η ενέργεια του ενός συμπαρασύρει τον άλλο; Αν δηλαδή εσείς είστε σε κακή μέρα, ο θεατής δεν μπορεί να σας «ταρακουνήσει»;
Δεν υπάρχει κακή μέρα για τον ηθοποιό. Δεν έχω την πολυτέλεια να είμαι σε κακή μέρα. Εσείς ξυπνάτε το πρωί και θέλετε να έρθετε το βράδυ να με δείτε. Πρέπει να σας κάνω να ταξιδέψετε, να γελάσετε. Ένας ηθοποιός είναι παραμυθάς. Όπως παλιά που μας έλεγαν οι γιαγιάδες μας τα παραμύθια και ταξιδεύαμε, άνοιγε η φαντασία μας και βλέπαμε τις εικόνες.
{{{ moto }}}
- Μιλήστε μας για την παράσταση που σκηνοθετείτε, τη «Μοναξιά στην Άγρια Δύση».
Το έργο είναι του ΜακΝτόνα, ενός καυστικού, σύγχρονου συγγραφέα. Είναι για δυο αδέλφια που αγαπούν ο ένας τον άλλο, αλλά δεν μπορούν να το δείξουν. Στην παράσταση παίζουν τέσσερα νέα παιδιά. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα που βάλαμε με τη γυναίκα μου. Είπαμε ότι αν δεν επιχειρήσουμε εμείς που είμαστε κάποια χρόνια στον χώρο να βγάλουμε καινούριους ανθρώπους, τότε ποιος θα το κάνει; Οι πολιτικές αποκλείεται. Για να μη λειτουργήσουμε κι εμείς σαν πολιτικοί που καθίσαμε στην καρέκλα και θα την αφήσουμε μόνο όταν μας πάνε τέσσερις, προτιμήσαμε να στήσουμε μια παραγωγή στις δύσκολες εποχές με νέα παιδιά. Τα χαίρομαι πολύ. Είναι ταλαντούχα, δίνουν το 100%, είναι αποφασισμένα να κάνουν σωστά τη δουλειά τους. Όχι απαραίτητα να γίνουν πρωταγωνιστές, αλλά να κάνουν σωστά τη δουλειά τους.
- Ποια ελληνική ταινία είδατε πρόσφατα που σας άρεσε;
Το «Τανγκό των Χριστουγέννων». Ήταν μια απλή ταινία, όμορφη, για μια έναν ανεκπλήρωτο έρωτα. Μια πολύ καλή δουλειά, ελπίζω να γίνουν και άλλες τέτοιες. Τώρα θέλω να αγοράσω μια κάμερα και να γυρίσω και εγώ μια ταινία. Έτσι απλά.
- Πώς έγινε η γνωριμία σας με το θέατρο;
Στη ζωή μου συνέβησαν δύο μαγικά πράγματα. Το πρώτο είναι το πώς ξεκίνησα να γίνω ηθοποιός και το δεύτερο το πώς γνώρισα τη γυναίκα μου. Θυμάμαι, είχε πρωτοδημιουργηθεί η Πειραματική Σκηνή της Τέχνης στη Θεσσαλονίκη και ανέβαζαν το Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας. Εγώ ήμουν τότε ακόμα μαθητής στην τελευταία τάξη Λυκείου. Εκεί δούλευε ένας ηθοποιός, ο Χρήστος Αρνομάλλης, που έχει πεθάνει και ήταν πολύ φίλος του αδελφού μου. Στην ομάδα ήταν όλα παιδιά του κρατικού θεάτρου, ήταν ο Σεργιανόπουλος, η Καραμπέτη. Πήγα ένα βράδυ να δω την παράσταση, πήγα δεύτερο βράδυ, πήγα τρίτο βράδυ. Σιγά-σιγά άρχισα να τους βοηθάω στο ηχητικό μέρος. Υπήρχαν τότε τα μπομπινόφωνα με τα καρούλια και εγώ τους πατούσα τα κουμπιά για τη μουσική. Κάποια στιγμή πήγαν στο θέατρο Αυλαία. Ένα βράδυ που τέλειωσε η παράσταση πήγα να παραδώσω τις μπομπίνες, έφυγα από τον εξώστη που ήμουνα και πέρασα από τη σκηνή. Ξέρετε τι γίνεται; Όταν το κοινό φεύγει, η ενέργεια του είναι ακόμα μέσα στην αίθουσα. Όταν, λοιπόν, πέρασα από τη σκηνή, ανατρίχιασα. Και είπα: «Εδώ είναι το σπίτι μου, βρήκα το καταφύγιό μου». Και από εκείνη τη στιγμή δεν έχω κάνει τίποτα άλλο στη ζωή μου. Έτσι συνέβη, σχεδόν μαγικά.
- Με τις τηλεοπτικές «Βαρβαρότητες» ήρθε η αναγνωρισιμότητα. Πώς την αντιμετωπίσατε τότε; Πώς την αντιμετωπίζετε ακόμα;
Πάντα μου άρεσε η αναγνωρισιμότητα, δεν προτιμώ μια μοναχική, μοναστική ζωή, αποκλεισμένος στην τέχνη μου. Τότε, όμως, κατάλαβα ότι αυξήθηκαν οι ευθύνες μου απέναντι στον κόσμο. Δεν έπρεπε να μη μείνω απαθής στη φιλαυτία και την αυταρέσκεια μου. Οπότε άρχισα να δουλεύω ακόμα πιο πολύ. Με τις «Βαρβαρότητες» άνοιξαν οι πόρτες του θεάτρου και έπρεπε να αποδείξω ότι καλά έκαναν και άνοιξαν. Και μετά άρχισα να γίνομαι ανάγκη στον θεατή και έπρεπε να αποδείξω ότι καλά έκανα που έγινα ανάγκη, έπρεπε να γίνομαι καλύτερος για να έχω μια πορεία μέσα στα επόμενα χρόνια. Οι «Βαρβαρότητες» ήταν ο δρόμος για να έρθω κοντά στον θεατή, να γίνω ο άνθρωπός τους. Και μου αρέσει πολύ να γίνομαι ο άνθρωπός τους. Δεν τσιγκουνεύομαι την καλημέρα μου στους θεατές. Δεν έχει αλλάξει τίποτα από τότε που ξεκίνησα. Μόνο που ασπρίσαν τα μαλλιά μου.
- Ποια είναι η καλύτερη συμβουλή που σας έχουν δώσει και που δεν σχετίζεται απαραιτήτως με τη δουλειά σας;
Η καλύτερη συμβουλή που έχω ακούσει ήταν ότι πρέπει να μάθω να αγαπάω. Και νομίζω ότι το έχω καταφέρει μετά από τόσα χρόνια.
- Μια ενδεχόμενη αποτυχία πώς την αντιμετωπίζετε;
Την ώρα που συμβαίνει, σαφώς με στεναχωρεί, αλλά αυτομάτως με συσπειρώνει για να γίνω καλύτερος και να προσπαθήσω. Πιστεύω ότι έχω δουλέψει πολύ για να καταφέρω πράγματα, ενώ άλλοι ηθοποιοί ήταν πολύ πιο έτοιμοι από μένα. Αποτυχία, όμως, δέχομαι μόνο την καλλιτεχνική, όχι την οικονομική, δεν με αφορά η οικονομική αποτυχία. Τώρα πια ξέρω ποια είναι τα προσόντα μου, πού είμαι καλύτερος και αυτό θα κάνω από δω και πέρα. Δεν θρέφω καμιά αυταπάτη ότι μπορώ να κάνω τα πάντα. Μπορώ να κάνω κάποια πράγματα καλά και σε αυτά θα μείνω.
- Πώς σας επηρεάζει η οικονομική κρίση και πώς βλέπετε να επηρεάζει τους συμπολίτες μας;
Φυσικά, με έχει επηρεάσει. Το μόνο που βάζω μέσα μου σαν αντιβίωση σε αυτή την χρηματιστηριακή ίωση που μας έχει πιάσει –γίναμε όλοι οικονομολόγοι- είναι ότι δεν αναζητώ χρηματιστηριακούς όρους για να γίνω ευτυχισμένος, ακολουθώ πιο εσωτερικούς δρόμους που με καλύπτουν πολύ περισσότερο. Αυτό είναι το μόνο μου καταφύγιο για να αντιμετωπίσω την κρίση. Το επικίνδυνο δεν είναι να μην έχουμε λεφτά στην τσέπη, ο Έλληνας έχει συνηθίσει να μην έχει και λεφτά στην τσέπη. Το επικίνδυνο είναι να επιδράσει η κρίση στη συνείδησή μας και να γίνουμε απάνθρωποι, να μην μας νοιάζει ο συνάνθρωπος μας. Σήμερα συμβαίνουν πράγματα στο κέντρο, οι άνθρωποι κοιμούνται έξω στους δρόμους, δεν έχουν να φάνε και εμείς περνάμε από δίπλα και είμαστε απαθείς. Αυτοί είναι οι «μοντέρνοι πειραματιστές», όπως τους λέω, που στοχεύουν στη συνείδηση μας και θέλουν να μας κάνουν απάνθρωπους, να μη με νοιάζει τίποτα και κανένας, να μας κάνουν να κλειστούμε σπίτια μας, να με νοιάζει μόνο η γυναίκα μου και εγώ και οι άλλοι ας πάνε να καούνε. Και αυτό είναι πολύ επικίνδυνο. Αυτά όλα μου δημιουργούν μια αγωνιστικότητα. Δεν είμαι αποκοιμισμένος, μου αρέσει να αγωνίζομαι για κάποια πράγματα και κυρίως για τη δουλειά μου. Ναι, υπάρχει κρίση, αλλά δεν θα κάνω πίσω σε τίποτα. Θα προσπαθήσω όσο μπορώ να δημιουργώ. Αλλιώς χωρίς δημιουργία δεν μπορώ να ζήσω.
- Πείτε μας ένα «όνειρο» που έχετε για το μέλλον και επανέρχεται συχνότερα από όλα.
Να σας απαντήσω κάπως ποιητικά. Να σταματήσω να νοσταλγώ και να μπορώ να βλέπω καθημερινά τα μάτια μικρών παιδιών. Γιατί είναι χαρούμενα και γιατί διαβάζουν την πραγματικότητα μέσα από μια άλλη οπτική. Αυτό.
Η «Νήσος 2» έρχεται στις αίθουσες στις 22 Δεκεμβρίου. Ο «Caveman» παρουσιάζεται στο θέατρο Coronet για πέμπτη χρονιά (τρίτη με τον Βλ.Κυριακίδη). Η παράσταση «Μοναξιά στην Άγρια Δύση» παρουσιάζεται στο Νέο Ελληνικό Θέατρο Γιώργου Αρμένη, στα Εξάρχεια.
Αγγελική Στελλάκη
Newsroom ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ
- Υπάρχει ζωή χωρίς social media; Όλος ο κόσμος παρακολουθεί τα παιδιά της Αυστραλίας
- Νομπέλ Λογοτεχνίας: Ο Σεφέρης, ο Ελύτης και «Η Συναυλία των Υακίνθων»
- Διονύσης Σχοινάς: Κάνει «Μαύρα Χριστούγεννα» με το νέο ανατρεπτικό τραγούδι του
- Συναγερμός στο Μαξίμου από τις συνεχιζόμενες αγροτικές κινητοποιήσεις – Έκτακτη σύσκεψη υπό τον Μητσοτάκη
- Ο Ολυμπιακός φροντίζει για το ευρωπαϊκό του μέλλον: Τι σημαίνει το «προσπέρασμα» στη Μπόντο
- «Αλ Τσαντίρι Νιουζ» με τον Λάκη Λαζόπουλο: Έρχεται η τελευταία εκπομπή για το 2025




