Στις ιστορίες του μάλλον μυθικού ήρωα, η μεταφορά πόρων από τους πλούσιους στους φτωχούς παρουσιάζεται με ηθικούς όρους. Αντίθετα, οι υπερφιλελεύθεροι υποστηρίζουν πως πρέπει να μειώνουμε τους φόρους για τους πλούσιους, ώστε να έχουν χρήματα και κίνητρο για να επενδύσουν και να πάει μπροστά η οικονομία.
Εγώ ως οικονομολόγος υποστηρίζω τον Ρομπεν αλλά για να καταλάβετε που το πάω πρέπει να σας εξηγήσω την έννοια του πολλαπλασιαστή (μη φοβάστε, είναι πολύ απλό).
Αν δώσω 100 ευρώ σε έναν φτωχό θα πάει να αγοράσει μακαρόνια, ψωμί, γάλα, κανένα φθηνό ρούχο και ίσως κάποιο καθαριστικό για το σπίτι. Αυθαίρετα αλλά όχι παράλογα υποθέτω πως τα 80 ευρώ θα δαπανηθούν σε ελληνικά προϊόντα και τα 20 σε εισαγόμενα. Τα 80 ευρώ λοιπόν θα ξαναμπούν στην οικονομία και γι’ αυτό τα αρχικά 100 ευρώ θα δημιουργήσουν τελικά κίνηση για 180 ευρώ στην αγορά.
Αν τώρα δώσω το ίδιο ποσό σε κάποιον πλούσιο θα αγοράσει κανένα εισαγόμενο ηλεκτρονικό gadget, επώνυμα επίσης εισαγόμενα ρούχα ή κάτι αντίστοιχο οπότε όλα τα χρήματα (εκτός ίσως από το κέρδος του εμπόρου) θα φύγουν έξω από την Ελλάδα.
Υπεραπλουστεύω φυσικά αλλά καταλαβαίνετε ποια είναι η γενική ιδέα. Οι φτωχοί αφήνουν τα χρήματά τους στην τοπική αγορά, ενώ οι πλούσιοι όχι. Τα χρήματα που ξοδεύουν όσοι έχουν χαμηλά εισοδήματα λοιπόν μας ωφελούν όλους περισσότερο και δεν πρέπει να τους τα περιορίζουμε.
Υπάρχουν βέβαια πολλοί παράγοντες που καθορίζουν την εξέλιξη της οικονομικής δραστηριότητας και ο ισχυρός πολλαπλασιαστής των απόρων και των χαμηλόμισθων αποτελεί μόνο έναν από τους πολλούς μηχανισμούς που κινητοποιούν την οικονομική δραστηριότητα. Και δεν βασίζεις ποτέ την οικονομική σου πολιτική σε μια μόνο μεταβλητή.
Ας μην ξεχνάμε την ύπαρξή του όμως. Οι πλούσιοι διαθέτουν πολλούς ικανούς υποστηρικτές για να επιχειρηματολογήσουν υπέρ τους. Οι φτωχοί συνήθως έχουν μόνο κάτι τρελαμένους επαναστάτες που (στα δικά μου αυτιά τουλάχιστον) σπάνια καταφέρνουν να αρθρώσουν συγκροτημένα, πειστικά και κατανοητά επιχειρήματα.