«Εμείς, στην πατρίδα μου, την Κρήτη, δεν έχουμε μάθει να σκύβουμε το κεφάλι».

Αυτός ήταν ο Νίκος Ξυλούρης. Και στην παράσταση «Ο Αρχάγγελος της Κρήτης», που έφεραν στο σανίδι η Stages Network και τα Αθηναϊκά Θέατρα, αυτό αποτυπώθηκε πάνω στη σκηνή του κατάμεστου Θεάτρου Ήβη με τρόπο αδιαμφισβήτητο.

Λίγο μετά τις 7:20 το απόγευμα της Πέμπτης, η είσοδος του θεάτρου γέμισε από το πλήθος που είχε συγκεντρωθεί για να παρακολουθήσει την πρεμιέρα της πρώτης -στην ιστορία- θεατρικής παράστασης αφιερωμένης στη ζωή και το έργο του σπουδαίου μουσικού.

«Γιατί εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε, αδελφέ μου, από τον κόσμο.
Εμείς τραγουδάμε για να ενώσουμε τον κόσμο.»

Ο Αρχάγγελος της Κρήτης

Η παράσταση ξεκινά με σκηνές που αναπαριστούν τη ζωή του μικρού, τότε, Νίκου Ξυλούρη: ενός παιδιού που «δεν τα ’θελε τα γράμματα», παρά μόνο μια λύρα. Μια λύρα που του χάρισε ο πατέρας του, ο Ψαρογιώργης, και που έμελλε να ανοίξει τον δρόμο σε μια φωνή που δεν τραγούδησε ποτέ για να ξεχωρίσει, αλλά για να συναντήσει τις ψυχές των ανθρώπων. Και το έκανε.

Το παράπονό του πατέρα του; Δεν ήταν καλός μαθητής.

Η βεβαιότητά του; Όπου κι αν πήγαινε ο Νίκος Ξυλούρης, ακόμη κι από παιδί, όλοι τον ακολουθούσαν – σαν «κλωσσού» που πίσω της τρέχουν τα μικρότερα κοτόπουλα, περιμένοντας να ακούσουν την αλήθεια, μέσα από την αλληγορία των Ριζίτικων.

Κι έτσι έγινε. Ο Νίκος Ξυλούρης, από τα Ανώγεια μέχρι την Αθήνα, από τις μπουάτ μέχρι τις πύλες του Πολυτεχνείου, τραγουδούσε κι ο κόσμος κρεμόταν από κάθε του λέξη, σαν να ήταν ιερή.

«Κρυφό σχολειό μας λένε γιατί λέμε την αλήθεια, όχι ψώματα!», ακούγεται χαρακτηριστικά στη σκηνή, για το «κομμουνισμένο Μεγάλο μας Τσίρκο».

«Σε ψηλό βουνό, σε ριζιμιό χαράκι
κάθεται έν’ αϊτός βρεγμένος, χιονισμένος
και παρακαλεί τον ήλιο ν’ ανατείλει
Ήλιε ανάτειλε, ήλιε λάμψε και δώσε
για να λιώσουνε χιόνια ’πού τα φτερά μου
και τα κρούσταλλα απού τ’ ακράνυχά μου»

Στον ρυθμό του Ψαρονίκου

Η αίθουσα του θεάτρου μεταμορφώνεται σε χώρο συλλογικής μνήμης. Σε κάθε στίχο του «Ερωτόκριτου» και της «Ξαστεριάς», οι ψίθυροι του κοινού ενώνονται μυσταγωγικά. Τα πατώματα τρίζουν από τα χτυπήματα των ποδιών σε κάθε μαντινάδα, σε κάθε μελωδία του Ξυλούρη, του Ξαρχάκου και του Μαρκόπουλου. Κι αν γυρίσει κανείς να κοιτάξει γύρω του, βλέπει μάτια βουρκωμένα. Μάτια που μαρτυρούν συναισθήματα απλόχερα μοιρασμένα από τον «Ψαρονίκο» – έναν άνθρωπο που έζησε με έναν και μόνο σκοπό: την ανθρωπιά.

Δεν τον ένοιαζαν τα λεφτά. «Μια παρέα και λίγα λεφτά να την κερνάς», αυτό του έφτανε.

Υπό την καθοδήγηση της Άλκηστης Πρωτοψάλτη και με την εμπνευσμένη ερμηνεία του Αιμιλιανού Σταματάκη, η Ζαχαρένια Πετράκη και ο Νικορέστης Χανιωτάκης καταφέρνουν να μας «τηλεμεταφέρουν» στην Αθήνα των μαύρων χρόνων της Χούντας, στις πύλες του Πολυτεχνείου, στους αγώνες, αλλά και στα τελευταία χρόνια ενός θρύλου που η Ελλάδα δεν μπορεί -και δεν πρέπει- να ξεπεράσει ποτέ. Του μουσικού που συνδύασε «το βυζαντινό, με το κρητικό και το λαϊκό», που δεν ήξερε να διαβάζει, αλλά οι στίχοι «χαράσσονταν» στην καρδιά του μονομιάς.

Σημαντικό βάρος στην αφήγηση σηκώνουν και οι ερμηνείες του Μέμου Μπεγνή και του Μιχάλη Αεράκη, αλλά και της Ελευθερίας Πάλλα στον ρόλο της συζύγου του μουσικού. Ο πρώτος με μια εσωτερική, μετρημένη ένταση, ο δεύτερος με τη βαθιά, δωρική του παρουσία, συνθέτουν μορφές που δεν λειτουργούν απλώς ως ρόλοι, αλλά ως ζωντανές μνήμες μιας εποχής και η τρίτη σε μια ήσυχη αλλά καθοριστική σκηνική παρουσία· μια μορφή που δεν μένει στο περιθώριο, αλλά φωτίζει τον άνθρωπο πίσω από τον μύθο.

Στα χρόνια της Χούντας, ο Νίκος Ξυλούρης, ύψωσε τη φωνή του απέναντι σε καθετί που καταπατούσε την ελευθερία των πολιτών. «Βενιζελικός γεννήθηκα και Βενιζελικός θα πεθάνω», βροντοφώναζε με περηφάνεια, από την αρχή έως το τέλος της ζωής του.

Μια ζωή, αν μη τι άλλο, ηρωική· μια ζωή δεμένη με τα οδοφράγματα. «Ετσά ’ναι μωρέ οι ήρωες;» έλεγε για τον εαυτό του. «Εδώ είμαι και δεν έχω ούτε μια γρατσουνιά.»

«Κάλλια `χω σε με θάνατο παρ’ άλλη με ζωή μου
Γιά σέναν εγεννήθηκε στον κόσμο το κορμί μου»

Ένας θρύλος δεν πεθαίνει ποτέ

Κατά τη διάρκεια της παράστασης ακούς ψιθύρους: «Ανατρίχιασα». Φωνές: «Μπράβο!». Βλέπεις ανθρώπους να κουνούν διαρκώς το κεφάλι τους στον ρυθμό που όριζε εκείνος που τραγουδούσε όπου υπήρχαν σφυροδρέπανα – κι όπου δεν υπήρχαν.

Στο τέλος, η Ουρανία Μελαμπιανάκη-Ξυλούρη, η γυναίκα του, ανεβαίνει στη σκηνή. Η γυναίκα χάρη στην οποία μπορέσαμε να ρίξουμε μια προσωπική ματιά στη ζωή ενός ανθρώπου που πολλοί από εμάς δεν είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε.

«Εψές όπου βασίλεψα πίσω από μια ραχούλα
άκ᾿σα γυναίκεια κλάματα κι αντρώς τα μοιργιολόγια
γι᾿ αυτά τα ηρωικά κορμιά στον κάμπο ξαπλωμένα
και μέσ᾿ το αίμα το πολύ είν᾿ όλα βουτηγμένα
για την πατρίδα πήγανε στον Άδη, τα καημένα»


«Ήταν πάρα πάρα πολύ καλή παράσταση. Εξαιρετική. Από ό,τι περίμενα, να μην πω δέκα φορές παραπάνω… πολλές φορές παραπάνω. Ευχαριστώ όλον τον κόσμο που τον έχει ζωντανό 45 χρόνια», δήλωσε η χήρα του σπουδαίου μουσικού.

Στην έξοδο, βλέπεις κόσμο να σκουπίζει τα δάκρυά του, σαν να τον έχασε ξανά.

Κι αυτή είναι η απόδειξη πως ο Νίκος Ξυλούρης ζει ακόμη – και θα συνεχίσει να ζει όσο τρίζουν τα πατώματα από τη μουσική του.

Ως «Αρχάγγελος της Κρήτης», μια φωνή που συνεχίζει να στέκεται απέναντι στον φόβο και τη λήθη.

* Προπώληση εισιτηρίων στο inTickets.