Ποικίλες προκλήσεις και προβλήματα του κλάδου έχει να αντιμετωπίσει το νεοσύστατο Πανελλήνιο Σωματείο Δισκοθετών που ολοκλήρωσε την πρώτη του γενική συνέλευση στις αρχές του μήνα, εκλέγοντας το πρώτο του Διοικητικό Συμβούλιο.

Το πανελλαδικό πλέον Σωματείο αποτελεί μετεξέλιξη και διεύρυνση του Σωματείου Δισκοθετών Θεσσαλονίκης, το οποίο είχε ιδρυθεί ύστερα από κινητοποιήσεις μελών του κλάδου που επιχειρούσαν να απαντήσουν στα βασικά προβλήματα που προέκυψαν την περίοδο της πανδημίας.

Αρχικά, μεγάλο μέρος του κλάδου υπόκειτο σε ανασφάλιστη εργασία, πράγμα που αντικειμενικά τους απέκλειε από το επίδομα στήριξης των 534 ευρώ που δόθηκε λόγω του lockdown. Ακολούθως, το σταδιακό άνοιγμα των καταστημάτων στην αρχή, έθεσε τους επαγγελματίες DJ σε ανεργία καθώς απαγορευόταν η μουσική, πράγμα που οδήγησε το Σωματείο Θεσσαλονίκης να διοργανώσει διαμαρτυρία έξω από συναυλία του Γιάννη Πάριου στο κατάμεστο Θέατρο Γης στη Θεσσαλονίκη. Όταν, δε, επανήλθε η μουσική, τα όρια και οι έλεγχοι υπήρξαν τόσο αυστηρά, που συχνά πολλοί DJs οδηγήθηκαν στο αυτόφωρο για αμελητέες παραβάσεις.

Και αν το πρόβλημα της μαύρης και ανασφάλιστης εργασίας έχει σταδιακά επιλυθεί με μία σειρά κρατικών πρωτοβουλιών από το 2015 μέχρι σήμερα, το δεύτερο ζήτημα παραμένει φλέγον. Σύμφωνα με τον εκλεγέντα Πρόεδρο του Πανελληνίου Σωματείου Δισκοθετών, Χρίστο Καλτσά, «τα 80 dB που είναι το όριο αντιστοιχούν στη φασαρία που κάνουν 30 άνθρωποι. Ένα μέσο εστιατόριο, χωρίς να παίζει μουσική, τα έχει ήδη υπερβεί. Πρόπερσι όλο το καλοκαίρι, τρέχαμε στη Θεσσαλονίκη γιατί έβαζαν αυτόφωρο DJs για 85 dB. Δεν μπορούσαμε να παίξουμε με αυτόν τον φόβο».

Το πρόβλημα των διώξεων κορυφώνεται τα καλοκαίρια, πράγμα που φαίνεται να συνδέεται με την ανάπτυξη των ξενοδοχείων και την αθρόα έλευση των τουριστών στην πόλη. Από την άλλη, ο κ. Καλτσάς αναγνωρίζει ότι υπάρχουν και μαγαζιά που πράγματι ενοχλούν. «Όταν έχεις μαγαζί σε roof garden που παίζει στα 110 dB, προφανώς και θα ενοχλεί. Υπάρχουν τέτοιοι ασυνείδητοι και παίρνει η μπάλα και τους υπόλοιπους».

Μεροκάματα και οργάνωση

Ωστόσο, σε ένα ζήτημα που αφορά το επάγγελμα των DJs, η πανδημία υπήρξε απλό και ανεπαίσθητο διάλειμμα: τις αμοιβές. Πολλά μεροκάματα για DJs ακόμα κυμαίνονται κοντά στα 50 ευρώ σε ένα μπαρ, αμοιβή που περιλαμβάνει και πολλά πρόσθετα αφανή έξοδα για τους επαγγελματίες του κλάδου: τις ώρες προετοιμασίας, τη νόμιμη αγορά μουσικής και έναν εξοπλισμό -υπολογιστές, controllers και ακουστικά- που οφείλει να είναι λειτουργικός και σύγχρονος.

Σύμφωνα με τον κ. Καλτσά, αυτό εξαναγκάζει πολλούς DJ να ασκούν το επάγγελμα συμπληρωματικά, παράλληλα με κάποια πρωινή δουλειά. Το Πανελλήνιο Σωματείο Δισκοθετών βρίσκεται σε συζητήσεις με εργατολόγο για να εξετάσουν τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσαν να διεκδικήσουν συλλογικά καλύτερες αμοιβές. Η μεγαλύτερη πρόκληση φαίνεται να είναι ότι κάθε επαγγελματίας διαπραγματεύεται το δικό του μεροκάματο με αποτέλεσμα τα μαγαζιά συχνά να προτιμούν τη φθηνότερη επιλογή.

Μέχρι στιγμής το Σωματείο αριθμεί περίπου 100 μέλη, τα περισσότερα με έδρα τη Βόρεια Ελλάδα, αλλά υπάρχουν 150 εκκρεμείς αιτήσεις από μέλη που θα εξεταστούν τώρα που συγκροτήθηκε το πρώτο ΔΣ. Η επέκταση του Σωματείου σε πανελλαδική εμβέλεια ώστε να καλύπτει το σύνολο του κλάδου αναμένεται ότι θα γίνει σταδιακά, με ανοιχτό το ερώτημα για την ένταξη των τοπικών συλλόγων που υπάρχουν μέχρι στιγμής σε πόλεις όπως η Λάρισα και η Πάτρα.

Ενδιαφέρον έχουν εκφράσει DJs για τη δημιουργία ενός πυρήνα στην Κρήτη, ενώ η διοίκηση του Σωματείου επιχειρεί να συγκροτήσει και αντίστοιχη ομάδα στην Αθήνα, με αυξημένες δυσκολίες λόγω της διασποράς.

«Αν δεν υπάρχει ένας πυρήνας ανθρώπων να τρέξει κάτι, δεν πρόκειται να γίνει τίποτα», λέει στο in ο κ. Καλτσάς. «Το βασικό μας θέμα είναι να μην είμαστε σκόρπιοι. Δουλεύουμε μόνοι μας τόσα χρόνια. Πρέπει να τελειώσει αυτό, ώστε να γίνουμε ένα κανονικό επάγγελμα».