«Το κίνητρο των βιαστών είναι η εκδίκηση, όχι η ικανοποίηση. Όταν το θύμα αντιδρά ο βιαστής στοχεύει στη συνεχή δέσμευση του με όπλα, απειλές, συνεχή χτυπήματα, και όχι στην άφεση του. Δε συνηθίζεται ο βιαστής να κανονίζει επόμενη φορά με το θύμα και να έχει και ανταπόκριση. Αυτά συνάδουν περισσότερο σε προϋπάρχουσα ερωτική σχέση η οποία πρόσφατα διαρρήχθηκε. Το mondus operandi από τη νομολογία, έχει αλλά στοιχεία όπως ερημικές τοποθεσίες, χαστούκια, απειλές και άλλα». Με αυτήν, ανάμεσα σε πολλές ακόμη αιτιολογίες, ο εισαγγελέας πρότεινε την απαλλαγή του Πέτρου Φιλιππίδη για την πρώτη κατηγορία εις βάρος του για βιασμό.
Βεβαίως. υπήρξαν και επιπλέον αιτιολογίες. Πως η καταγγέλλουσα χρειάστηκε 11 χρόνια μέχρι να καταφύγει στις Αρχές, αλλά και οι συνθήκες κατά τις οποίες ο Πέτρος Φιλιππίδης βρέθηκε σε στύση. Για την ακρίβεια, ο εισαγγελέας ανέφερε ότι απαιτείται «καταγγελλόμενη στύση με κατεύθυνση τον κόλπο της γυναίκας και σαφής και σθεναρή αντίσταση της γυναίκας. (…) οι βιαστές δεν έχουν γρήγορη στύση. Χρειάζονται αυνανισμό ή πεολειχία για αυτό. Πολλές φορές δεν έχουν καθόλου στύση. Τα ελατήρια τους είναι ο εξευτελισμός της γυναίκας, όχι η ικανοποίηση».
Μάλιστα, ο εισαγγελέας επέμεινε πως το γεγονός ότι υπήρξε συνεύρεση και μετά το καταγγελλόμενο συμβάν, αναιρεί την κατηγορία περί βιασμού. Όλα τα στερεότυπα μιας κοινωνίας συμπυκνωμένα, σα να λέμε. Αλλά ας δούμε τι πραγματικά ισχύει.
Τι είναι και τι δεν είναι ο βιασμός
Ο βιασμός είναι αδίκημα και καταγράφεται ως τέτοιο ήδη από τον 18ο αιώνα πΧ, στον κώδικα του Χαμουραμπί. Επίσης, ο βιασμός είναι πολεμική πρακτική, αφού πάντοτε, από καταβολής πολέμων, οι επιτιθέμενοι στρατοί θα βίαζαν -και εξακολουθούν να βιάζουν- κυρίως τις γυναίκες.
Ο βιασμός είναι πράγματι μια πράξη εξουσίας. Δεν έχει σχέση με τη σεξουαλική ικανοποίηση, όπως την εννοούμε. Είναι αποτέλεσμα τιμωρίας, μίσους, αποστροφής συχνά. Πράξη καταπίεσης και επιβολής δύναμης. Αυτός είναι και ο λόγος που οι βιαστές δε χρειάζονται απαραιτήτως να είναι σε στύση. Συχνά θα βιάσουν με άλλα μέσα, όπως με αντικείμενα -κάτι που έχουμε δει σε αρκετές δίκες, μεταξύ των οποίων αυτήν του Δημήτρη Λιγνάδη.
Ο βιασμός είναι μία τραυματική εμπειρία. Στην πολύ μεγάλη πλειοψηφία τους τα θύματα είναι γυναίκες κάθε ηλικίας. Επίσης, είναι συγγενικά άτομα των θυτών ή άτομα με τα οποία υπάρχει μία οποιαδήποτε σχέση, Φιλική, ερωτική, συναδελφική κα. Οι επιζήσασες και οι επιζώντες αναγκάζονται πολύ συχνά να συνεχίσουν όχι μόνο να συναναστρέφονται, αλλά και να κατοικούν στο ίδιο σπίτι με τον βιαστή τους.
Ο βιασμός, λοιπόν, δεν είναι σεξ. Είναι κακοποίηση. Και σίγουρα δε συμβαίνει (μόνο) μία νύχτα, σε ένα πάρκο, υπό την απειλή βίας και ενώ το θύμα παρουσιάζει σθεναρή αντίσταση. Για την ακρίβεια, ο ίδιος ο ποινικός κώδικας αναφέρει το εξής:
1. Όποιος με σωματική βία ή με απειλή σοβαρού και άμεσου κινδύνου ζωής ή σωματικής ακεραιότητας εξαναγκάζει άλλον σε επιχείρηση ή ανοχή γενετήσιας πράξης τιμωρείται με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών.
2. Γενετήσια πράξη είναι η συνουσία και οι ίσης βαρύτητας με αυτήν πράξεις.
3. Αν η πράξη της παραγράφου 1 έγινε από δύο ή περισσότερους δράστες που ενεργούσαν από κοινού ή είχε ως συνέπεια τον θάνατο του παθόντος, επιβάλλεται κάθειρξη ισόβια ή πρόσκαιρη τουλάχιστον δέκα ετών.
4. Όποιος, εκτός από την περίπτωση της παραγράφου 1, επιχειρεί γενετήσια πράξη χωρίς τη συναίνεση του παθόντος, τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα έτη
Ο κατ’ εξακολούθηση βιασμός
Στην Ελλάδα συμβαίνουν ετησίως περίπου 5000 βιασμοί και φτάνουν στη δικαστική αίθουσα περίπου οι 200 περιπτώσεις, σύμφωνα με τις Αρχές. Ο πραγματικός αριθμός των βιασμών θεωρείται πολύ μεγαλύτερος. Γιατί; Επειδή ο βιαστής είναι άνθρωπος από τον περίγυρο του θύματος, επειδή το θύμα δεν έχει ψυχολογική υποστήριξη κι επειδή η γραφειοκρατία είναι απαγορευτική.
Εκτός από την ιατροδικαστική έρευνα, τα αποδεικτικά στοιχεία εντός μίας δικαστικής αίθουσας είναι ο τόπος του βιασμού, οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε ο βιασμός (αν θύτης και θύμα φλέρταραν, έπιναν μαζί, αν ο θύτης ήταν μεθυσμένος κλπ), αν το θύμα προκάλεσε ερωτικά τον δράστη, ακόμα και με τα ρούχα που φορούσε (αν, δηλαδή, ήταν προκλητικά ντυμένη) και αν αντιστάθηκε. Καθώς η πλευρά του δράστη υποστηρίζει κατά κανόνα πως η πράξη έγινε συναινετικά, ένα βασικό αποδεικτικό της ενοχής -ή, αντικειμενικά, της αθωότητας του θύματος- είναι τα σημάδια πάλης, αντίστασης. Ωστόσο, πολλές περιπτώσεις βιασμού είχαν θύματα γυναίκες που δεν μπόρεσαν να αντιδράσουν. Αυτή είναι μία συνθήκη, η τονική ακινησία, κατά την οποία το θύμα εισήλθε σε κατάσταση προσωρινής παράλυσης. Πρόκειται για μία αντίδραση του ανθρώπινου οργανισμού απέναντι στον κίνδυνο. Όσες γυναίκες, σύμφωνα με έρευνες, βίωσαν τον βιασμό σε ακραία μορφή, δηλαδή έχοντας εκείνη την στιγμή πλήρη επίγνωση της κατάστασης, είχαν πολύ εντονότερο μετατραυματικό στρες.
Το επιχείρημα ότι το θύμα πρέπει να αντιδράσει έντονα, είναι ένα επιχείρημα μη ρεαλιστικό. Πώς αντιδρά κανείς στον φόβο και στο σοκ, όταν γίνεται θύμα και μάλιστα ενός ανθρώπου που στο 73% των περιπτώσεων γνωρίζει και μάλιστα πολύ καλά;
Η πλειοψηφία των βιασμών συμβαίνουν μέσα στο σπίτι, μέσα στον γάμο, μέσα στην κοινή παρέα. Δε συμβαίνουν στα σκοτεινά πάρκα και στις τουαλέτες ενός μπαρ. Ακριβώς επειδή οι θύτες είναι άτομα που υπάρχουν στην καθημερινότητα του θύματος, η σχέση θύματος και θύτη είναι σχέση όπου το θύμα δεν μπορεί να αντιδράσει, ενώ συχνά δε διαπιστώνει τι ακριβώς συμβαίνει, παρά μόνο πολύ αργότερα. Κι αυτό επειδή τόσος πόνος δεν μπορεί να μεταβολιστεί αμέσως. Ειδικά αν πρέπει το θύμα να βρίσκεται σε μία διαρκή κατάσταση επιβίωσης.
Οπότε, στις περισσότερες περιπτώσεις, το θύμα μπορεί να βιαστεί παραπάνω από μία φορές και καταφέρει να αντιδράσει, αν αντιδράσει, καιρό μετά.
Όπως επίσης, ακριβώς επειδή η σχέση είναι εξουσιαστική, το θύμα μπορεί να επιστρέφει στον βιαστή.
Εκδικούμενοι τα θύματα
Τι περιμένουμε πραγματικά από επιζήσασες και επιζώντες βιασμού; Να είναι γεμάτοι σωματικές πληγές, να κάνουν απόπειρες αυτοκτονίας, αν τελειώσει η ζωή τους. Να ήταν σεμνά ντυμένες την ημέρα εκείνη, να μη γνώριζαν τον βιαστή τους; Να βρέθηκαν ανυπεράσπιστες σε ένα πάρκο; Να είναι αθώες, άβουλες; Ναι σε όλα.
Αλλά δεν είναι καθόλου έτσι τα πράγματα, ακόμη και νομικά. Βιασμός είναι οποιαδήποτε ερωτική πράξη ή ακόμη και εξέλιξη κατά τη διάρκεια σεξουαλικής πράξης που δεν έχει συναίνεση. Πρόσφατα ο διαβόητος Άντριου Τέητ καταγγέλθηκε για βιασμό από την ίδια του τη σύντροφο, επειδή ξεκίνησε να την γρονθοκοπεί κατά τη διάρκεια της συνεύρεσης και στην πραγματικότητα αρκεί ακόμη και ένα όχι για να συνεπάγεται βιασμός. Έστω κι αν αυτό το όχι είναι το πρώτο κι ακολουθείται από φοβισμένες σιωπές.
Λέμε συχνά, με ελαφρότητα αυτό το «ας μιλούσες, ας έφευγες, ας το έκανες νωρίς, ας πρόσεχες». Ως επιζήσασα η ίδια, που και μίλησα και έφυγα, ξέρω πόσο δύσκολο είναι να κατανοήσεις τι σου συνέβη και να προσπαθήσεις να δικαιωθείς. Σε νομικό επίπεδο αγορεύσεις σαν του εισαγγελέα της δίκης Φιλιππίδης, είναι ο δεύτερος ανασταλτικός παράγοντας που θα κρατήσει τα θύματα μακριά από την αναζήτηση δικαιοσύνης.
Ο πρώτος ανασταλτικός παράγοντας είναι, βεβαίως, όλοι εκείνοι (και μερικές φορές εκείνες) που δε θα σε πιστέψουν. Αλλά αυτά τα δύο πάνε μαζί. Αν εντός της δικαστικής αίθουσας δεν ερωτώταν πια το θύμα τι φορούσε και μέχρι πού προχώρησε η διείσδυση, θα έπαιρνε κι η κοινωνία θετικές κατευθυντήριες γραμμές υπέρ του ανθρώπου που επέζησε του εγκλήματος. Όχι υπέρ εκείνου που το διέπραξε.