H μητρότητα έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην υγεία
Λονδίνο: Η ατεκνία, η απόκτηση πολλών απογόνων ή η μητρότητα σε πολύ νεαρή ηλικία ή σε σύντομο χρονικό διάστημα μπορεί να καθορίζουν την μετέπειτα κατάσταση της υγείας της γυναίκας.
Λονδίνο: Η ατεκνία, η απόκτηση πολλών απογόνων ή η μητρότητα σε πολύ νεαρή ηλικία ή σε σύντομο χρονικό διάστημα μπορεί να καθορίζουν την μετέπειτα κατάσταση της υγείας της γυναίκας.
Ερευνητική ομάδα της Σχολής Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου με επικεφαλής την Δρ Έμιλι Γκρουντι μελέτησε για λογαριασμό του Βρετανικού Οικονομικού και Κοινωνικού Ερευνητικού Συμβουλίου τρεις διαφορετικές ομάδες δεδομένων από την Μ. Βρετανία και τις ΗΠΑ για γυναίκες που είχαν γεννηθεί το 1911 και αργότερα καταγράφοντας την επίδραση της μητρότητας στον κίνδυνο θανάτου και κακής κατάστασης της υγείας.
Η μετέπειτα κακή κατάσταση της υγείας συσχετίστηκε με απόκτηση τέκνων σε εφηβική ηλικία, μεγάλο αριθμό απογόνων (πέντε ή περισσότερα παιδιά) και μικρά χρονικά διαστήματα μεταξύ των κυήσεων (λιγότερο από 18 μήνες).
Ωστόσο, οι γυναίκες που είχαν γίνει μητέρες σε μεγάλη ηλικία, μετά τα 40 έτη είχαν καλύτερη κατάσταση υγείας μετέπειτα.
«Πιθανόν οι γυναίκες δεν αποφασίζουν να αποκτήσουν παιδιά σε αυτή την ηλικία παρά μόνο αν αισθάνονται κατάλληλες και αρκετά υγιείς ώστε να είναι σίγουρες ότι θα μπορούν να τα αναθρέψουν», εξηγεί η Δρ Γκρουντι.
Τα μικρά χρονικά διαστήματα μεταξύ των κυήσεων είχαν αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία τόσο της μητέρας όσο και του πατέρα, γεγονός που δείχνει ότι μπορεί να οφείλονται στο σωματικό και ψυχολογικό στρες της απόκτησης παιδιών με μικρή διαφορά ηλικίας μεταξύ τους.
«Το στοιχείο αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον διότι απ’ όσο γνωρίζουμε, είναι η πρώτη φορά που οι μετέπειτα επιπτώσεις για την υγεία των μεσοδιαστημάτων των κυήσεων μελετάται σε πληθυσμούς ανεπτυγμένων κρατών», σημειώνει η ερευνήτρια.
Η μελέτη αποκάλυψε επίσης ότι οι σταθερές σχέσεις συντελούν σε μακροπρόθεσμο όφελος και για τα δύο φύλα, αν και πολλές γυναίκες δεν το συνειδητοποιούν.
Όταν οι γυναίκες κλήθηκαν να εκτιμήσουν την υγεία τους, οι έγγαμες ανέφεραν πιο κακή κατάσταση από τις άγαμες. Ωστόσο, τα ποσοστά θνησιμότητας είναι υψηλότερα στις δεύτερες.